εναλλάκτης θερμότητας
Jump to navigation
Jump to search
Greek
[edit]Noun
[edit]εναλλάκτης θερμότητας • (enalláktis thermótitas) m (plural εναλλάκτες θερμότητας)
Further reading
[edit]- εναλλάκτης θερμότητας on the Greek Wikipedia.Wikipedia el