Jump to content

εκατόλιτρο

From Wiktionary, the free dictionary

Greek

[edit]

Etymology

[edit]

French hectolitre, as if εκατό- (ekató-) +‎ λίτρο (lítro)

Noun

[edit]

εκατόλιτρο (ekatólitron (plural εκατόλιτροα)

  1. hectolitre (UK), hectoliter (US) (100 litres)

Declension

[edit]
Declension of εκατόλιτρο
singular plural
nominative εκατόλιτρο (ekatólitro) εκατόλιτρα (ekatólitra)
genitive χιλιομέτρου (chiliométrou)
εκατόλιτρου (ekatólitrou)
χιλιομέτρων (chiliométron)
εκατόλιτρων (ekatólitron)
accusative εκατόλιτρο (ekatólitro) εκατόλιτρα (ekatólitra)
vocative εκατόλιτρο (ekatólitro) εκατόλιτρα (ekatólitra)

Further reading

[edit]