εισιτήρια διάρκειας
Jump to navigation
Jump to search
See also: εισιτήρια διαρκείας
Greek
[edit]Noun
[edit]2=eisitíria diárkeiasPlease see Module:checkparams for help with this warning.
εισιτήρια διάρκειας • (eisitíria diárkeias) n
- Plural form of εισιτήριο διάρκειας (eisitírio diárkeias).