δολοφονούμαι
Appearance
See also: δολοφονοῦμαι
Greek
[edit]Pronunciation
[edit]- IPA(key): /ðo.lo.foˈnu.me/
- Hyphenation: δο‧λο‧φο‧νού‧μαι
- Homophone: δολοφονούμε (dolofonoúme)
Verb
[edit]δολοφονούμαι • (dolofonoúmai) passive (past δολοφονήθηκα, ppp δολοφονημένος, active δολοφονώ)
- to be assassinated, murdered
Conjugation
[edit]- for this verb's full conjugation see the active form