Jump to content

γραφικός

From Wiktionary, the free dictionary

Ancient Greek

[edit]

Etymology

[edit]

From γραφή (graphḗ, drawing, painting, writing, a writing, description, etc.) +‎ -ικός (-ikós), from γράφω (gráphō).

Pronunciation

[edit]
 

Adjective

[edit]

γρᾰφῐκός (graphikósm (feminine γρᾰφῐκή, neuter γρᾰφῐκόν); first/second declension

  1. pertaining to writing
  2. pertaining to painting

Inflection

[edit]
[edit]

Descendants

[edit]

Further reading

[edit]

Greek

[edit]

Etymology

[edit]

From Ancient Greek γραφικός (graphikós).

Adjective

[edit]

γραφικός (grafikósm (feminine γραφική, neuter γραφικό)

  1. written, graphical, graphic
  2. picturesque, colourful
  3. biblical

Declension

[edit]
Declension of γραφικός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative γραφικός (grafikós) γραφική (grafikí) γραφικό (grafikó) γραφικοί (grafikoí) γραφικές (grafikés) γραφικά (grafiká)
genitive γραφικού (grafikoú) γραφικής (grafikís) γραφικού (grafikoú) γραφικών (grafikón) γραφικών (grafikón) γραφικών (grafikón)
accusative γραφικό (grafikó) γραφική (grafikí) γραφικό (grafikó) γραφικούς (grafikoús) γραφικές (grafikés) γραφικά (grafiká)
vocative γραφικέ (grafiké) γραφική (grafikí) γραφικό (grafikó) γραφικοί (grafikoí) γραφικές (grafikés) γραφικά (grafiká)

Derivations:
Comparative: πιο + positive forms (e.g. πιο γραφικός, etc.)
Relative superlative: definite article + πιο + positive forms (e.g. ο πιο γραφικός, etc.)

Degrees of comparison by suffixation
comparative (?) singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative γραφικότερος (grafikóteros) γραφικότερη (grafikóteri) γραφικότερο (grafikótero) γραφικότεροι (grafikóteroi) γραφικότερες (grafikóteres) γραφικότερα (grafikótera)
genitive γραφικότερου (grafikóterou) γραφικότερης (grafikóteris) γραφικότερου (grafikóterou) γραφικότερων (grafikóteron) γραφικότερων (grafikóteron) γραφικότερων (grafikóteron)
accusative γραφικότερο (grafikótero) γραφικότερη (grafikóteri) γραφικότερο (grafikótero) γραφικότερους (grafikóterous) γραφικότερες (grafikóteres) γραφικότερα (grafikótera)
vocative γραφικότερε (grafikótere) γραφικότερη (grafikóteri) γραφικότερο (grafikótero) γραφικότεροι (grafikóteroi) γραφικότερες (grafikóteres) γραφικότερα (grafikótera)

Derivations: relative superlative: ο + comparative forms (eg "ο γραφικότερος", etc)

absolute
superlative (?)
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative γραφικότατος (grafikótatos) γραφικότατη (grafikótati) γραφικότατο (grafikótato) γραφικότατοι (grafikótatoi) γραφικότατες (grafikótates) γραφικότατα (grafikótata)
genitive γραφικότατου (grafikótatou) γραφικότατης (grafikótatis) γραφικότατου (grafikótatou) γραφικότατων (grafikótaton) γραφικότατων (grafikótaton) γραφικότατων (grafikótaton)
accusative γραφικότατο (grafikótato) γραφικότατη (grafikótati) γραφικότατο (grafikótato) γραφικότατους (grafikótatous) γραφικότατες (grafikótates) γραφικότατα (grafikótata)
vocative γραφικότατε (grafikótate) γραφικότατη (grafikótati) γραφικότατο (grafikótato) γραφικότατοι (grafikótatoi) γραφικότατες (grafikótates) γραφικότατα (grafikótata)
[edit]