Jump to content

βρεφοκτονία

From Wiktionary, the free dictionary

Greek

[edit]

Etymology

[edit]

βρέφος (vréfos, infant) +‎ -κτονία (-ktonía)

Pronunciation

[edit]
  • IPA(key): /vɾefoktoˈnia/
  • Hyphenation: βρε‧φο‧κτο‧νί‧α

Noun

[edit]

βρεφοκτονία (vrefoktoníaf (plural βρεφοκτονίες)

  1. infanticide

Declension

[edit]
Declension of βρεφοκτονία
singular plural
nominative βρεφοκτονία (vrefoktonía) βρεφοκτονίες (vrefoktoníes)
genitive βρεφοκτονίας (vrefoktonías) βρεφοκτονιών (vrefoktonión)
accusative βρεφοκτονία (vrefoktonía) βρεφοκτονίες (vrefoktoníes)
vocative βρεφοκτονία (vrefoktonía) βρεφοκτονίες (vrefoktoníes)
[edit]