βαλσάμικο ξίδι
Appearance
Greek
[edit]Noun
[edit]βαλσάμικο ξίδι • (valsámiko xídi) n (plural βαλσάμικα ξίδια)
- balsamic vinegar
- Synonym: βαλσάμικο ξύδι (valsámiko xýdi)
Further reading
[edit]- βαλσάμικο ξίδι on the Greek Wikipedia.Wikipedia el