αποχαιρετίζομαι
Appearance
Greek
[edit]Verb
[edit]αποχαιρετίζομαι • (apochairetízomai) passive (past αποχαιρετίστηκα, ppp αποχαιρετισμένος, active αποχαιρετίζω)
- passive of αποχαιρετίζω (apochairetízo)
Conjugation
[edit]This verb needs an inflection-table template.