αντιποιητικότητα
Appearance
Greek
[edit]Etymology
[edit]From αντιποιητικός (antipoiitikós) + -ότητα (-ótita).
Pronunciation
[edit]Noun
[edit]αντιποιητικότητα • (antipoiitikótita) f
Declension
[edit]singular | plural | |
---|---|---|
nominative | αντιποιητικότητα (antipoiitikótita) | αντιποιητικότητες (antipoiitikótites) |
genitive | αντιποιητικότητας (antipoiitikótitas) | αντιποιητικοτήτων (antipoiitikotíton) |
accusative | αντιποιητικότητα (antipoiitikótita) | αντιποιητικότητες (antipoiitikótites) |
vocative | αντιποιητικότητα (antipoiitikótita) | αντιποιητικότητες (antipoiitikótites) |