Jump to content

αντιποιητικότητα

From Wiktionary, the free dictionary

Greek

[edit]

Etymology

[edit]

From αντιποιητικός (antipoiitikós) +‎ -ότητα (-ótita).

Pronunciation

[edit]
  • IPA(key): /an.di.pi.i.tiˈko.ti.ta/
  • Hyphenation: α‧ντι‧ποι‧η‧τι‧κό‧τη‧τα

Noun

[edit]

αντιποιητικότητα (antipoiitikótitaf

  1. unpoeticalness

Declension

[edit]
singular plural
nominative αντιποιητικότητα (antipoiitikótita) αντιποιητικότητες (antipoiitikótites)
genitive αντιποιητικότητας (antipoiitikótitas) αντιποιητικοτήτων (antipoiitikotíton)
accusative αντιποιητικότητα (antipoiitikótita) αντιποιητικότητες (antipoiitikótites)
vocative αντιποιητικότητα (antipoiitikótita) αντιποιητικότητες (antipoiitikótites)