Jump to content

αντιβραχίονας

From Wiktionary, the free dictionary

Greek

[edit]

Pronunciation

[edit]
  • IPA(key): /an.di.vɾaˈçi.o.nas/

Noun

[edit]

αντιβραχίονας (antivrachíonasn (plural αντιβραχίονες)

  1. (anatomy) forearm, lower arm
    Synonyms: αντιβράχιο (antivráchio), πήχης (píchis)

Declension

[edit]
Declension of αντιβραχίονας
singular plural
nominative αντιβραχίονας (antivrachíonas) αντιβραχίονες (antivrachíones)
genitive αντιβραχίονα (antivrachíona) αντιβραχιόνων (antivrachiónon)
accusative αντιβραχίονα (antivrachíona) αντιβραχίονες (antivrachíones)
vocative αντιβραχίονα (antivrachíona) αντιβραχίονες (antivrachíones)

Coordinate terms

[edit]

Further reading

[edit]