Jump to content

αντιβιοτικά

From Wiktionary, the free dictionary

Greek

[edit]

Adjective

[edit]

αντιβιοτικά (antiviotiká)

  1. nominative neuter plural of αντιβιοτικός (antiviotikós)
  2. accusative neuter plural of αντιβιοτικός (antiviotikós)
  3. vocative neuter plural of αντιβιοτικός (antiviotikós)

Noun

[edit]

αντιβιοτικά (antiviotikán

  1. nominative plural of αντιβιοτικό (antiviotikó)
  2. accusative plural of αντιβιοτικό (antiviotikó)
  3. vocative plural of αντιβιοτικό (antiviotikó)