ανταγωνιστής
Appearance
See also: ἀνταγωνιστής
Greek
[edit]Etymology
[edit]From Ancient Greek ἀνταγωνιστής (antagōnistḗs), equivalent to ανταγων- (antagon-, “to compete”) + -ιστής (-istís, “-ist, -er”).
Pronunciation
[edit]Noun
[edit]ανταγωνιστής • (antagonistís) m (plural ανταγωνιστές, feminine ανταγωνίστρια)
Declension
[edit]singular | plural | |
---|---|---|
nominative | ανταγωνιστής (antagonistís) | ανταγωνιστές (antagonistés) |
genitive | ανταγωνιστή (antagonistí) | ανταγωνιστών (antagonistón) |
accusative | ανταγωνιστή (antagonistí) | ανταγωνιστές (antagonistés) |
vocative | ανταγωνιστή (antagonistí) | ανταγωνιστές (antagonistés) |
Related terms
[edit]- ανταγωνίζομαι (antagonízomai, “to compete, to rival”)
- πρωταγωνιστής (protagonistís)
References
[edit]- ανταγωνιστής, in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], Triantafyllidis Foundation, 1998 at the Centre for the Greek language