ανθρώπινα δικαιώματα
Jump to navigation
Jump to search
Greek
[edit]Noun
[edit]ανθρώπινα δικαιώματα • (anthrópina dikaiómata) n pl
- (law) human rights
- Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ― To Evropaïkó Dikastírio Anthropínon Dikaiomáton ― The European Court of Human Rights
Further reading
[edit]- ανθρώπινα δικαιώματα on the Greek Wikipedia.Wikipedia el