αναλυτική μηχανή
Jump to navigation
Jump to search
Greek
[edit]Noun
[edit]αναλυτική μηχανή • (analytikí michaní) f (plural αναλυτικές μηχανές)
Declension
[edit]- see: αναλυτικός (analytikós) and μηχανή (michaní)
Further reading
[edit]- αναλυτική μηχανή on the Greek Wikipedia.Wikipedia el