αμφιβληστροειδή
Appearance
Greek
[edit]Adjective
[edit]αμφιβληστροειδή • (amfivlistroeidí)
- accusative masculine singular of αμφιβληστροειδής (amfivlistroeidís)
- accusative feminine singular of αμφιβληστροειδής (amfivlistroeidís)
- nominative/accusative neuter plural of αμφιβληστροειδής (amfivlistroeidís)
Noun
[edit]αμφιβληστροειδή • (amfivlistroeidí) m
- genitive/accusative/vocative singular of αμφιβληστροειδής (amfivlistroeidís)