Jump to content

ακαταδεξία

From Wiktionary, the free dictionary

Greek

[edit]

Alternative forms

[edit]

Pronunciation

[edit]
  • IPA(key): /a.ka.ta.ðeˈksi.a/
  • Hyphenation: α‧κα‧τα‧δε‧ξί‧α

Noun

[edit]

ακαταδεξία (akatadexíaf (uncountable)

  1. (formal) Alternative form of ακαταδεξιά (akatadexiá)

Declension

[edit]
Declension of ακαταδεξία
singular plural
nominative ακαταδεξία (akatadexía) ακαταδεξίες (akatadexíes)
genitive ακαταδεξίας (akatadexías) ακαταδεξιών (akatadexión)
accusative ακαταδεξία (akatadexía) ακαταδεξίες (akatadexíes)
vocative ακαταδεξία (akatadexía) ακαταδεξίες (akatadexíes)

Antonyms

[edit]
[edit]