αεριοστροβιλωθητήρας
Jump to navigation
Jump to search
Greek
[edit]Etymology
[edit]From αεριοστρόβιλος (aeriostróvilos, “gas turbine”) + ωθώ (othó, “propel”) + -τήρας (-tíras, agent noun-suffix).
Pronunciation
[edit]Noun
[edit]αεριοστροβιλωθητήρας • (aeriostrovilothitíras) m
Declension
[edit]Declension of αεριοστροβιλωθητήρας
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | αεριοστροβιλωθητήρας • | αεριοστροβιλωθητήρες • |
genitive | αεριοστροβιλωθητήρα • | αεριοστροβιλωθητήρων • |
accusative | αεριοστροβιλωθητήρα • | αεριοστροβιλωθητήρες • |
vocative | αεριοστροβιλωθητήρα • | αεριοστροβιλωθητήρες • |
Synonyms
[edit]- κινητήρας αεριώθησης m (kinitíras aerióthisis), see κινητήρας m (kinitíras) αεριώθηση f (aerióthisi)
- τζετ n (tzet)
- στροβιλοκινητήρας m (strovilokinitíras)
References
[edit]- English-Greek Glossary .pdf for Civil Aviation Authority, approved by www.eleto.gr (Hellenic Society for Terminology) retr:2022.05.09.