έτος φωτός
Jump to navigation
Jump to search
Greek
[edit]Noun
[edit]έτος φωτός • (étos fotós) n (plural έτη φωτός)
Further reading
[edit]- έτος φωτός on the Greek Wikipedia.Wikipedia el
έτος φωτός • (étos fotós) n (plural έτη φωτός)