άνθος αραβοσίτου
Appearance
Greek
[edit]Noun
[edit]άνθος αραβοσίτου • (ánthos aravosítou) n
- cornflour (UK), cornstarch (US)
- Synonym: κορνφλάουρ (kornfláour)
Declension
[edit]- see: άνθος (ánthos) and αραβόσιτος (aravósitos)
άνθος αραβοσίτου • (ánthos aravosítou) n