Συντονισμένη Παγκόσμια Ώρα
Appearance
Greek
[edit]Proper noun
[edit]Συντονισμένη Παγκόσμια Ώρα • (Syntonisméni Pagkósmia Óra) f (uncountable)
Coordinate terms
[edit]- Μέσος χρόνος Γκρίνουιτς m (Mésos chrónos Gkrínouits, “Greenwich Mean Time”)
- θερινή ώρα f (theriní óra, “summer time, daylight saving”)
Further reading
[edit]- Συντονισμένη Παγκόσμια Ώρα on the Greek Wikipedia.Wikipedia el