Jump to content

Νοτιοαφρικανή

From Wiktionary, the free dictionary

Greek

[edit]

Noun

[edit]

Νοτιοαφρικανή (Notioafrikaníf (plural Νοτιοαφρικανές, masculine Νοτιοαφρικάνος)

  1. South African (a female person from South Africa or of South African ethnicity).

Declension

[edit]
Declension of Νοτιοαφρικανή
singular plural
nominative Νοτιοαφρικανή (Notioafrikaní) Νοτιοαφρικανές (Notioafrikanés)
genitive Νοτιοαφρικανής (Notioafrikanís) Νοτιοαφρικανών (Notioafrikanón)
accusative Νοτιοαφρικανή (Notioafrikaní) Νοτιοαφρικανές (Notioafrikanés)
vocative Νοτιοαφρικανή (Notioafrikaní) Νοτιοαφρικανές (Notioafrikanés)
[edit]