Μοζαμβικανή
Appearance
Greek
[edit]Noun
[edit]Μοζαμβικανή • (Mozamvikaní) f (plural Μοζαμβικανές, masculine Μοζαμβικανός)
- Mozambican (a female person from Mozambique or of Mozambican ethnicity).
Declension
[edit]singular | plural | |
---|---|---|
nominative | Μοζαμβικανή (Mozamvikaní) | Μοζαμβικανές (Mozamvikanés) |
genitive | Μοζαμβικανής (Mozamvikanís) | Μοζαμβικανών (Mozamvikanón) |
accusative | Μοζαμβικανή (Mozamvikaní) | Μοζαμβικανές (Mozamvikanés) |
vocative | Μοζαμβικανή (Mozamvikaní) | Μοζαμβικανές (Mozamvikanés) |
Related terms
[edit]- see: Μοζαμβίκη f (Mozamvíki, “Mozambique”)