Βόρειος Στέφανος
Jump to navigation
Jump to search
Greek
[edit]Proper noun
[edit]Βόρειος Στέφανος • (Vóreios Stéfanos) m
Declension
[edit] Βόρειος Στέφανος
case \ number | singular |
---|---|
nominative | Βόρειος Στέφανος • |
genitive | Βορείου Στεφάνου • |
accusative | Βόρειο Στέφανο • |
vocative | Βόρειε Στέφανε • |
Further reading
[edit]- Βόρειος Στέφανος on the Greek Wikipedia.Wikipedia el