Jump to content

Βορειοαμερικανίδα

From Wiktionary, the free dictionary

Greek

[edit]

Noun

[edit]

Βορειοαμερικανίδα (Voreioamerikanídaf (plural Βορειοαμερικανίδες, masculine Βορειοαμερικανός)

  1. North American (a female person from North America or of North American ethnicity).

Declension

[edit]
singular plural
nominative Βορειοαμερικανίδα (Voreioamerikanída) Βορειοαμερικανίδες (Voreioamerikanídes)
genitive Βορειοαμερικανίδας (Voreioamerikanídas) Βορειοαμερικανίδων (Voreioamerikanídon)
accusative Βορειοαμερικανίδα (Voreioamerikanída) Βορειοαμερικανίδες (Voreioamerikanídes)
vocative Βορειοαμερικανίδα (Voreioamerikanída) Βορειοαμερικανίδες (Voreioamerikanídes)
[edit]