Αντίχριστος
Appearance
See also: αντίχριστος
Greek
[edit]Proper noun
[edit]Αντίχριστος • (Antíchristos) m
- (religion) the Antichrist
Declension
[edit]singular | plural | |
---|---|---|
nominative | Αντίχριστος (Antíchristos) | Αντίχριστοι (Antíchristoi) |
genitive | Αντίχριστου (Antíchristou) Αντιχρίστου (Antichrístou) |
Αντίχριστων (Antíchriston) Αντιχρίστων (Antichríston) |
accusative | Αντίχριστο (Antíchristo) | Αντίχριστους (Antíchristous) Αντιχρίστους (Antichrístous) |
vocative | Αντίχριστε (Antíchriste) | Αντίχριστοι (Antíchristoi) |
Second forms are formal.
Further reading
[edit]- Αντίχριστος on the Greek Wikipedia.Wikipedia el