el -ικός -ish αντικειμενικός αντικλεπτικός αρχαιολογικός βαλκανικός γλωσσικός δακτυλικός δεσποτικός εθνικός ευχετικός θεαματικός ιατρικός ιταλικός κυκλικός λευκορωσικά μαζικός μερικός ολικός ουρανικός πετραρχικός ποινικός ποιοτικός ποσοτικός πουλερικό προφορικός πρωκτικός πυρηνικός σαρκικός σπιτικός τετραγωνικός τσακωνικός υπερωικός υποκειμενικός φαλλικός χειλικός
el -ίζω -ίζω -ίστρια -ιστής -ιστί αεροφωτογραφίζω αποκεφαλίζω αρχίζω γιουχαΐζω ιριδίζω καπνίζω πορδίζω σφαλιαρίζω φωτογραφίζω χαστουκίζω χιονίζω χτενίζω
el δια- Appendix:Greek prefixes inter- trans- διαβεβαιώνω διαδέχομαι διαλυμένος διαλύω διαπλέω διασχίζω διατροφή
el -ος άβλαβος άκεφος ένοπλος ανέξοδος απρόσωπος ενάρετος ισόπλευρος καρδιόσχημος μπάτσος
el έλλειψη dearth ellipsis paucity scarcity ένδεια ανεπάρκεια επάρκεια ἔλλειψις
el εξαιρετικά exceptionally απαίσια γαμάτα εκπληκτικά εξόχως τέλεια υπέροχα υπερόχως
el κάσα case coffin jamb δοχείο κιβώτιο κουτί νεκροκρέβατο φέρετρο
el οπίσθια ass bum butt buttock έδρα πισινός ποπός πρωκτός
el πλέγμα fabric grill net network tissue wattle web συρματόπλεγμα
el προσφορά bid offer proposal quote special supply προσφορά τροφοδοσία
el υπερ- Appendix:Greek prefixes hyper- υπερήπειρος υπερβάλλω υπερβασίλειο υπερκαινοφανής υπερρεαλισμός υπερτροφία
el φωτο- Appendix:Greek prefixes photo- φωτοαντίγραφο φωτοβολίδα φωτογραφία φωτονεφέλη φωτοτυπία φωτόσπαθο
el -τικός δυτικός ενοχλητικός κουραστικός ουσιαστικός πιστωτικός συγκινητικός σωματικός
el αναταραχή agitation convulsion disorder fuss turmoil αναταράζω ταράζω
el ανδρικό μόριο καυλί μαλαπέρδα πέος πουλί πούτσος τσουτσούνι ψωλή
el απεχθής heinous invidious nasty αηδής αηδιαστικός απέχθεια απεχθάνομαι
el δυσνόητος abstract abstruse tricky ακατάληπτος ακαταλαβίστικος ακατανόητος δύσκολος
el κάτουρο pee piss κατουρλιό κατουρώ πιπί τσίσα τσίσια
el κερασός Kirsche cereja kiraz kirse kirsikka kirsuber sareza
el σαστίζω astound baffle bewilder confuse flabbergast nonplus perplex
el σύνοψη abbreviation abstract compendium resume summary synopsis περίληψη
el φοβητσιάρης coward shy wimp yellow φόβος χέστης χεζάς
el ψωμάς αρτοποιός αρτοπώλης αρτοπώλισσα φουρνάρισσα φούρναρης ψωμάδικο ψωμί
el -ας επιδειξίας κάγκουρας κουράδας μπασκίνας ξερόλας τρίχας
el έξοχος eminent excellent wonderful worthy εξόχως υπέροχος
el ανίκανος feckless inept αναρμόδιος ανεπαρκής επαρκής ικανός
el βλάβη breakdown harm άβλαβος αβλαβής βλάπτω επιβλαβής
el εξαιρετικός exceptional fine great γαμάτος μεγάλος υπέροχος
el ζωο- ζωή ζωντόβολο ζωώδης ζώδιο ζώο πειραματόζωο
el θεωρητικός abstract theoretical theoretician ακαδημαϊκός θεωρία θεωρώ
el καθορίζω determine name order set stipulate όρος
el καταραμένος accursed cursed damned γαμημένος κατάρα μαλακισμένος
el κραυγή call cry scream shout κράζω κραυγάζω
el ουρλιάζω howl scream yell γκρινιάζω κραυγάζω ωρύομαι
el σαχλός corny insipid schmaltzy silly soppy σαχλαμάρα
el συμ- Appendix:Greek prefixes συμπλέω συμπολεμίστρια συμπολεμιστής συμφύομαι συν-
el τηλεθεαματικότητα viewership ακροαματικότητα αναγνωσιμότητα θεαματικότητα τηλε- τηλεθέαση
el τρομοκρατώ terrify terrorise terrorize τρομοκράτης τρομοκρατία τρόμος
el υβριστικός derogatory βρίζω βρισίδι βρισιά ύβρις ὑβριστικός
el φανταστικά απαίσια γαμάτα εκπληκτικά τέλεια υπέροχα υπερόχως
el φθορά attrition corrosion dilapidation fatigue δολιοφθορά φθορά
el χάραμα ανατολή αυγή ξημέρωμα σούρουπο χαράζει χαράζω
el ωφέλεια benefit κέρδος ωφελούμαι ωφελώ όφελος ὠφέλεια
el -άκος -άρας -αράς γαϊδαράκος γκομενάκος εμποράκος
el -α ενάντια μπομπότα ξενοδόχα τρυγόνα χοντροκώλα
el -αρος -άκι -άρα -άρας -αράς μούναρος
el -ιμος βάσιμος γνώριμος μόνιμος νόμιμος χρήσιμος
el -ση αναζωογόνηση απογοήτευση γενίκευση ενημέρωση συνεννόηση
el -τής ακροατής δικαστής εκμισθωτής ενοικιαστής θηριοδαμαστής
el grc δραπέτης εννοώ μεθυσμένος Ἀνακτορία Ἀνακτόριος
el m -ης ενοικιαστής περιοδικό συγκρουόμενο αυτοκινητάκι χάος
el Σαλονίκη Selanik Sãrunã Thessaloniki Θεσσαλονίκη سالونيك
el άτονος flat languorous listless tepid νεκρός
el άυλος disembodied ghostly incorporeal intangible ύλη
el άφθονος affluent fat lavish λίγος λιγοστός
el έτσι κι αλλιώς anyway one way or another έτσι ούτως ή άλλως όπως και να έχει
el αποκηρύσσω abandon disown forsake recant repudiate
el αποκοπή apocope cut severance truncation ἀποκοπή
el απόσταγμα abstract distillation αποστάζω στάζω σταγόνα
el αφορισμός aphorism excommunication ανάθεμα όρος ἀφορισμός
el αψύς acrid pungent sharp spicy tangy
el βλαβερός άκακος αβλαβής ακίνδυνος βλάπτω επιβλαβής
el γυαλίζω polish sheen αγυάλιστος γυαλί γυαλιστερός
el γόνος fry απόγονος γένος πρωτόγονος υδρογόνο
el διαγράφω black out cancel delete strike uninstall
el διαυγής clear translucent αθόλωτος διαφανής διαύγεια
el διοίκηση command management regime διοίκησις μάνατζμεντ
el εκπλήσσω amaze astonish surprise έκπληξη αιφνιδιάζω
el εκπληκτικός amazing surprising wonderful γαμάτος υπέροχος
el ενεργούμενο energumen instrument pawn tool ενεργούμενος
el επιζήμιος baneful inimical άκακος αβλαβής ακίνδυνος
el εύθυμος gay Ευθυμία άκεφος ευθυμία κεφάτος
el ζευγάρωμα coupling mating sexual intercourse ζευγάρι συνουσία
el θανατηφόρος -φόρος baneful killer lethal pernicious
el ιδιότροπος fussy wayward ανάποδος δύσκολος παράξενος
el ικετεύω beg beseech implore supplicate treat
el ισχυρογνωμοσύνη obduracy obstinacy stubbornness γινάτι πείσμα
el καίτοι albeit but though while αν και
el κακομαθημένος spoiled spoilt καλομαθημένος μαθαίνω μαθημένος
el κακομοίρης poor καημένος καλομοίρης μοίρα ταλαίπωρος
el καλομαθαίνω coddle indulge pamper spoil μαθαίνω
el κατάπληξη amazement astonishment awe disbelief καταπληκτικός
el καταγωγή ancestry background birth line origin
el καταδέχομαι condescend deign ακατάδεχτος ακαταδεξία δέχομαι
el κατακάθι dreg grounds καφεμαντεία καφετζού τεϊομαντεία
el καταπλήσσω amaze astound awe flabbergast καταπληκτικός
el κοσμικός cosmic mundane secular worldly κόσμος
el λαχταρώ ache for hunger itch long yearn
el μαντεία divination καφεμαντεία νεκρομαντεία τεϊομαντεία χαρτομαντεία
el μειωτικός derogatory diminutive disparaging meiotic pejorative
el μελαγχολία gloom melancholy melancolie milanculii მელანქოლია
el μηνάω αμήνυτος διαμηνύω μήνυμα μηνύω προμηνύω
el μπολιάζω κουτσομπολεύω κουτσομπολιό κουτσομπόλα κουτσομπόλης μπόλι
el ξεχείλισμα outpouring overflow ξεχειλίζω υπερχείλιση χείλος
el παράκαμψη bypass detour diversion shortcut παρακάμπτω
el παρωνύμιο cognomen επωνυμία παρατσούκλι πατρωνυμικός όνομα
el πενία indigence penury ένδεια αδεκαρία φτώχια
el περικοπή citation passage pericope quote truncation
el πληγή pest plague sore wound πλήττω
el ποθώ desire hunger love lust θέλω
el πρόνοια foresight pronoia providence welfare προσοχή
el πρόστυχος ignoble lewd nasty vile vulgar
el πυγή έδρα κωλοτρυπίδα κώλος πηγή πρωκτός
el ρύθμιση adjustment disposition mode regulation έλεγχος
el σαφής definite explicit perspicuous unambiguous unequivocal
el σεβαστός Sevastopol ευσέβαστος σέβας σέβομαι σεβασμός
el σελήνη Moon moon ημισέληνος σεληνάκατος φεγγάρι
el στύλος pillar post shaft stanchion style
el συνεπώς consequently άρα επομένως συνεπής ώστε
el συντηρητικός conservative preservative right ακροδεξιός συντηρώ
el σόφισμα sophism sophistry σοφία σοφός σόφισμα
el σύγχυση bewilderment clutter confusion obfuscation perplexity
el τέχνασμα device subterfuge wile απάτη κομπίνα
el τιποτένιος nobody paltry trivial worthless τίποτε
el τρομακτικός dreadful fearful frightening τρομερός τρόμος
el φλαμούρι ash basswood flamma linden فلامور
el φοβισμένος fearful scared έντρομος τρομαγμένος φόβος
el φρικτός awful gruesome terrible απαίσιος υπέροχος
el χαραυγή ανατολή αυγή σούρουπο χαράζει χαράζω
el χυδαίος vile vulgar vulgarian αγενής χυδαῖος
el -άκιας γυαλάκιας κορτάκιας ματάκιας πρεζάκιας
el -ίδι βρισίδι κοψίδι πριονίδι τσιτσίδι
el -ι γκεσέμι κεσέμι λιμάνι παραθύρι
el -ικος -άτικος -ιάτικος μπόλικος τσακώνικος
el -ινός καλοκαιρινός κοντινός πισινός φθινοπωρινός
el -λόγος -ist -logist απολογία ψυχολόγος
el -μάρα κουταμάρα σαχλαμάρα σηκωμάρα χαζομάρα
el -πόδαρο βατραχοπόδαρο καρεκλοπόδαρο λαγοπόδαρο ξυλοπόδαρο
el -της αναγνώστης απεργοσπάστης ουρανοξύστης πυκνωτής
el Ιερεμίας Jeremiah ירמיה Ἰερεμίας Ἱερεμίας
el Κούλα Άγγελος Βάσω Βίκυ Βασιλική
el Μέλισσα Melis Melisa Melissa Μέλισσα
el άφυλος aracial asexual neuter neutral
el έλασμα foil lamina plate ἔλασμα
el έμπειρος experienced expert sophisticated ἔμπειρος
el έμπνευση afflatus inspiration εμπνέω εμπνευσμένος
el έφοδος attack dash raid storm
el ήπιος bland mild smooth ἤπιος
el ίδρυση establishment foundation ιδρύω καθιδρύω
el ανέχεια penury ένδεια αδεκαρία φτώχια
el αναψυχή amusement diversion pastime recreation
el αντίπαλος adversary contender contestant opponent
el απευχή απεύχομαι ευχή εύχομαι προσευχή
el αποδέκτης addressee receiver receptacle recipient
el αποσάθρωση corrosion degradation αποσαθρώνομαι αποσαθρώνω
el αποχαιρετισμός adieu farewell goodbye υποδοχή
el απόγειο acme apex apogee αθέρας
el απόθεμα fund hoard stock store
el απόκρουση answer save αποκρουστικός αποκρούω
el αρμός arm joint union ἁρμός
el ασαφής abstruse fuzzy intangible vague
el αταίριαστος incongruous ασυμβίβαστος ταίρι ταιριάζω
el αφηγούμαι rehearse αφήγηση αφηγήτρια αφηγητής
el αφρίζω effervesce fizz foam froth
el βραχύς brief βραχυπρόθεσμος βραχύχρονος κοντός
el γενεαλογία ancestry lineage γένος γενεαλογία
el γενναιότητα courage fortitude θάρρος κουράγιο
el γνήσιος genuine legitimate ακίβδηλος αυθεντικός
el γοητευμένος charmed αγοήτευτος γοητεία γοητεύω
el γυάλα jar γυαλί δοχείο θερμοκοιτίδα
el δειλός coward cowardly yellow θαρραλέος
el διάκος dijak diák đak ђак
el διάφραγμα septum shutter φράζω диафрагма
el διαβιβάζω shuttle διαβάζω διαμηνύω παραγγέλλω
el διαβολάκι imp pickle urchin διάβολος
el διασκευή cover version remix revision διασκευάζω
el διεισδύω infiltrate percolate pierce δύω
el διερμηνεύω interpret διερμηνέας διερμηνευτής διερμηνεύτρια
el διευκολύνω ease expedite facilitate εύκολος
el διορθώνω correct fix retrieve διόρθωση
el δισταγμός hesitation indecision αναποφασιστικότητα διστακτικός
el δυσ- Appendix:Greek prefixes δυσκοίλιος δυσκρασία εύκολος
el ειλικρίνεια candor earnestness veracity ειλικρινής
el εισαγωγικός introductory εισάγω εισαγωγή εισαγωγικά
el εκλεκτός elect fine prime the one
el εμπρόσθιος Appendix:Greek vocabulary/Motoring forward front εμπρός
el ενημερώνω brief keep someone posted update ενημέρωση
el εντυπωσιάζω impress strike εντυπωσιακός εντύπωση
el εξαντλώ wear out ξεκωλιάζω ξεκωλώνω στραγγίζω
el εξοργίζω exasperate infuriate provoke θυμώνω
el επανάληψη epanalepsis repetition επαναλαμβάνω επανειλημμένος
el επενδύω δύω επένδυση επενδυτής επενδύτης
el επιδεξιότητα ability adroitness dexterity skill
el επιμελής assiduous careful meticulous mindful
el επιούσιος daily bread living ουσία ἐπιούσιος
el επιστασία supervision επιβλέπω επιστάτης επιστάτρια
el επιτομή abstract compendium digest epitome
el εργατικός assiduous έργο εργατικότητα νωθρός
el ερημίτης hermit loner recluse έρημος
el ετερο- Appendix:Greek prefixes hetero- ετεροφυλόφιλος ἕτερος
el ευνουχίζω castrate neuter ευνουχισμός στειρώνω
el ευχέτης ευχή ευχετήριος ευχετικός εύχομαι
el ευωχία banquet feast glee wassail
el εχεμύθεια discretion reticence secrecy taciturnity
el εύγε way to go well done αίσχος ντροπή
el ζημία damage injury κέρδος όφελος
el ζωντάνια liveliness vitality ζωή ζωντανός
el ζωντανό ζωή ζωντανός ζωντόβολο ζώο
el θα ήθελα Appendix:Greek phrasebook/Shopping would like ήθελα θέλω
el θαλασσοπούλι seabird γλαροπούλι θάλασσα πουλί
el θαλασσόλυκος salt/translations seadog θάλασσα λύκος
el θλιβερός bleak pathetic θλίψη θλιμμένος
el ιπποδρόμιο hippodrome racecourse racetrack turf
el κάνναβη cannabis cãnavi hemp κάνναβις
el κάφρος kaffir philistine κόπανος كافر
el καθυστερημένος moron retard slow βλαμμένος
el κακία malice αφορμή γινάτι κακός
el κακομαθαίνω indulge pamper spoil μαθαίνω
el κακόκεφος άκεφος κέφι κακοκεφιά κεφάτος
el καλο- Appendix:Greek prefixes καλομάνα καλομαθημένος καλομοίρης
el κατεβάζω download lower ανεβάζω βάζω
el κατορθώνω achieve attain manage κατόρθωμα
el καυστικός acid caustic mordant pungent
el κοινότοπος hackneyed mundane prosaic trite
el κοκκινίζω blush brown color χρωματίζω
el κουρσεύω pillage pirate plunder sack
el κουτάκι box δοχείο κιβώτιο κουτί
el κριτής critic judge referee κριτής
el κωδικοποίηση codification encoding κωδικοποιώ χαρακτήρας
el κόλληση κολλώ κόλλα κόλλημα οξυγονοκόλληση
el κώνος Zirbeldrüse cone κῶνος χωνί
el λαβίδα forceps tweezers μασιά τσιμπίδα
el λανθασμένος wrong λάθος λανθασμένα λανθασμένως
el λαχτάρα craving hunger itch επιθυμία
el λεηλατώ loot pillage plunder sack
el λογοδιάρροια logorrhea verbal diarrhea διάρροια διαρρέω
el μήνυση lawsuit αμήνυτος μήνυμα μηνύω
el μαινόμενος furious livid rabid μανία
el μεσο- Appendix:Greek prefixes meso- μέσα μέσο
el μεσολαβώ intercede intermediate intervene mediate
el μεταμορφώνω transform turn into μεταμορφόω μεταμόρφωση
el μετανιωμένος regretful repentant αμεταμέλητος αμετανόητος
el μοιχεύω απατώ βάζω κέρατα κερατώνω φοράω κέρατα
el μπροστινός forward front διπλανός μπροστά
el μυρώνω anoint mirosi njurzescu μυρωμένος
el νήπιο baby infant toddler μωρό
el νταηλίκι bravado bullying μαγκιά τσαμπουκάς
el ξαφνιάζω startle surprise take aback αιφνιδιάζω
el ξεδιαλύνω riddle διαλύω λύνω ξελύνω
el ξεπερασμένος obsolete outdated rusty αραχνιασμένος
el ονειροπόλος daydreamer dreamer αιθεροβάτης όνειρο
el οπλισμός armor armour key signature weaponry
el ουράνωση palatalization ουρανικοποίηση ουρανικός υπερωικοποίηση
el πάντως after all anyway at any rate in any case
el παλιόπαιδο brat urchin κωλόπαιδο σκατόπαιδο
el παράλυση palsy paralysis παράλυσις παραλύω
el παραμάνα nurse safety pin wet nurse βαβά
el παρανόμι cognomen handle επωνυμία παρατσούκλι
el παρατήρηση comment note notice rebuke
el παύση hiatus rest παυσίπονο παῦσις
el πικάντικος hot spicy tangy αλμυρός
el πλακίδιο bar slate tablet tile
el πληκτικός boring plicticos plictisi ανιαρός
el πλοίαρχος captain master εμποροπλοίαρχος πλέω
el πνίξιμο choking drowning suffocation πνίγω
el πολυμαθής erudite learned polymath μαθαίνω
el πορθμός fyrd sound strait thoroughfare
el προαναφερθείς above-mentioned abovesaid aforementioned aforesaid
el προζύμι sourdough άζυμος ζύμη μαγιά
el προικισμένος talented well-endowed ατάλαντος ταλαντούχος
el προσαρμογή adaptation adjustment mode orientation
el προσβάλλω affect insult outrage προσβολή
el προσδοκία expectancy expectation προσδοκώ προσδοκώμαι
el προσευχητάριο prayer book εύχομαι προσευχή προσεύχομαι
el πρόσκληση call encore invitation invite
el πυθμένας bed bottom floor πυθμήν
el πόθος craving desire hunger πόθος
el ρήγμα chasm crack split χάσμα
el ρευστός fluent volatile ρέω χρήμα
el σαΐτα arrow shuttle κερκίδα τόξο
el σαθρός rickety rotten κλούβιος σάπιος
el σατανικός satanic Σατανάς κακός σατανισμός
el σεντούκι chest coffer trunk صندوق
el σκαλιστήρι cultivator ακουμπιστήρι αξίνα σκαλίζω
el σκιάζω cloud shadow σκιάχτρο τρομάζω
el σοφιστεία sophism sophistry σοφία σοφός
el σπιτονοικοκύρης landlord εκμισθωτής ενοικιαστής σπίτι
el στάλα bead dash raindrop ενσταλάζω
el στήνω fix pitch rig set
el σταυρόνημα crosshair crosshairs reticle σταυρός
el σταυρώνω cross crucify σταυρός σταύρωση
el στειρωτικός στείρος στείρωση στειρότητα στειρώνω
el στενοχώρια θλίψη μπελάς στενοχωρώ φασαρία
el συκοφαντία defamation slander συκοφάντης φαντάζω
el συκοφαντώ defame slander συκοφάντης φαντάζω
el συνέδριο colloquium conference congress συνέδριον
el συναγωνισμός competition contest rivalry άμιλλα
el συναδελφικότητα camaraderie comradeship fellowship solidarity
el συντριβή destruction devastation distress grief
el συνωμοτώ collude connive conspire συνωμοσία
el σφάζω butcher slaughter σφάξιμο σφαγή
el σφουγγάρι sponge sünger σπόγγος σφουγγαρόπανο
el σχολαστικός fussy pedant pedantic punctilious
el σύζευξη conjugation conjunction coupling union
el σύνορο boundary frontier limit όρος
el τήκω fuse melt λιώνω χύνω
el ταξινόμηση breakdown categorization classification taxonomy
el ταπεινός base meek modest ταπεινότητα
el ταραχή disorder trouble turmoil ταράζω
el τρι- Appendix:Greek prefixes τρικάταρτο ψήφος ψηφίο
el τριάδα leash trinity τρία τρίο
el τρομοκρατικός terrorist τρομοκράτης τρομοκρατία τρόμος
el τρωγλοδύτης troglodyte wren δύω τρωγλοδύτης
el τόμος book tome volume ტომი
el υπνωτικός hypnotic soporific ηρεμιστικός καταπραϋντικός
el υποβάλλω subject submit καταθέτω παρουσιάζω
el υποδεικνύω finger recommend δείχνω υπόδειξη
el υποστηρίζω bolster countenance second αλληλοϋποστηρίζομαι
el υποφέρω ache anguish suffer χτικιάζω
el φανατικός fanatic fanatical idolatrous rabid
el φθίση consumption φθίσις φυματίωση χτικιό
el φλαμουριά ash tree basswood flamma linden
el φλασκί flasco flask μπουκάλι τσίτσα
el φρουρός guard soldier watch φρουρά
el φρούριο castle fortress stronghold φρουρά
el χαιρετίζω heretisanje salute χαίρω χαιρετώ
el χαχανητό snigger χάχανο χάχας χαχανίζω
el χειρίζομαι treat wield χειρ χειριστής
el χειροπιαστός tangible απτός συγκεκριμένος χειρ
el χλοοτάπητας turf γκαζόν γρασίδι τάπητας
el χρυσαλλίδα chrysalis nymph pupa νύμφη
el ωδή ode νυχτωδία τραγούδι ᾠδή
el ωραιότατος fairest κακάσχημος πάγκαλος πανέμορφος
el όνειδος disgrace αίσχος ντροπή ὄνειδος
el -άρι -αράς -αριά κεφαλάρι
el -άτος -άτικος γαμάτος κεφάτος
el -ίτης -ide -ite wine
el -ούσα θεούσα σαρανταποδαρούσα χαμηλοβλεπούσα
el -ς -άρας κετσές μπαμπάς
el -τήρας -τήρ αναπτήρας εκχιονιστήρας
el -τήρι -τήριο ακουμπιστήρι ανοιχτήρι
el -ψήφιος μονο- ψήφος ψηφίο
el -ώ αεροφωτογραφίζω φωτογραφίζω χρονολογώ
el -ώδης θορυβώδης ιδεώδης περιπετειώδης
el Αλώπηξ Vulpecula αλώπηξ ἀλώπηξ
el Ανακρέων Anacreon ανακρεόντειος Ἀνακρέων
el Ανατολή Anatoli Anatolius Анатолий
el Αργείος Argive Άργος Ἀργεῖος
el Αργώ Argo Argo Navis Ἀργώ
el Αρμάνος Aromanian Βλάχος βλάχος
el Αρταξέρξης Ahasuerus Artaxerxes Ἀρταξέρξης
el Βύβλος Bible Byblos Βύβλος
el Γαλιλαία Galilee Γαλιλαία גליל
el Γολγοθάς Calvary Golgotha Γολγοθᾶ
el Δαρείος Darius Δαρεῖος 𐎭𐎠𐎼𐎹𐎺𐎢𐏁
el Εγκέλαδος Enceladus earthquake Ἐγκέλαδος
el Ελληνική Δημοκρατία Hellas Hellenic Republic Ελλάς
el Ενετός Βενετσιάνος Ενετοκρατία Ἐνετός
el Επιμηθέας Epimetheus Προμηθέας Ἐπιμηθεύς
el Εστία Hestia Vesta Ἑστία
el Ευσέβιος Eusebius Εὐσέβιος ευσεβής
el Θεέ μου by God oh dear oh my God
el Θεσσαλονικιά Thessalonian Θεσσαλονίκη θεσσαλονικιώτικος
el Θεσσαλονικιός Thessalonian Θεσσαλονίκη θεσσαλονικιώτικος
el Ιακώβ Jacob James Ἰακώβ
el Ισραηλίτης Jew Εβραίος Ιουδαίος
el Ισραηλίτισσα Jew Εβραία Ιουδαία
el Κέλσιος βαθμός Κέλβιν βαθμός Κελσίου κλίμακα Κελσίου
el Καναδέζα Canadian Καναδάς Καναδή
el Καναδέζος Canadian Καναδάς Καναδός
el Κελσίου βαθμός Κέλβιν βαθμός Κελσίου κλίμακα Κελσίου
el Κνωσός Knossos Κνωσσός Κνωσός
el Λάτιο Latium Lazio Λάτιον
el Λουδοβίκος Louis Ludovicus Լյուդովիկոս
el Μασσαλιώτης Marseillais Μασσαλία Μασσαλιώτης
el Νεάπολη Naples Neapoli Νεάπολις
el Ξέρξης Xerxes Ξέρξης 𐎧𐏁𐎹𐎠𐎼𐏁𐎠
el Οφιούχος Ophiuchus Όφις όφις
el Ρεβέκκα Rebecca Rebekah Ῥεβέκκα
el Σαλαμινία Κούλουρη Σαλαμίνα Σαλαμινία
el Σκανδιναβία Nordic countries Scandinavia Scandinavian Peninsula
el Σουσάννα Susan Susanna Σουσάννα
el Σοφία Sophia σοφία σοφός
el Σοφοκλής Sophocles Σοφοκλῆς σοφός
el Τσιγγάνοι zingaro Αθίγγανοι Ρομά
el Τύρος Tyre Τύρος 𐤑𐤅𐤓
el Υάκινθος Hyacinth Hyacinthus Ὑάκινθος
el Φάτα Μοργκάνα Fata Morgana Morgan le Fay fata Morgana
el Φίλιπποι Philippi Φίλιπποι Φίλιππος
el Χάρος Charon death Χάρων
el άνεση comfort convenience ἄνεσις
el άνοστος bland insipid άγλυκος
el άνυσμα vector διάνυσμα διανύω
el άνωση buoyancy lift upthrust
el άφοβος intrepid undaunted έντρομος
el έγκυρος εγ- εγκυρότητα ενημέρωση
el έκνομος extralegal illegal illicit
el έκσταση ecstasy στάση ἔκστασις
el έλξη appeal attraction έλκω
el έμφυτος immanent inbred innate
el ένδειξη index note δείχνω
el ένοικος occupant resident tenant
el ίζημα deposit precipitate ἵζημα
el ίριδα iris ίρις ιριδίζω
el αγκυλωματιά αγκυλώνω αγκύλι αγκύλωμα
el αγχωμένος anxious nervous άγχος
el αιρώ αναιρώ αφαιρώ διαιρώ
el ακαθίδρυτος εγκαθιδρύω επανιδρύω ιδρύω
el αλατώδης saline salt salty
el ανέλκυση έλκω ανελκυστήρας ανελκύω
el ανία boredom tedium ανιαρός
el αναστήλωση reconstruction restoration αναστηλώνω
el ανατροπή overthrow subversion ἀνατροπή
el αναχωρητής anchorite recluse αναχώρηση
el ανδρείος gallant valiant θαρραλέος
el ανερχόμενος up-and-coming ανέρχομαι ερχόμενος
el ανθυγιεινός insalubrious unhealthy υγεία
el ανθυποπλοίαρχος lieutenant lieutenant junior grade sub-lieutenant
el ανθυποσμηναγός lieutenant pilot officer second lieutenant
el ανικανότητα disqualification ανεπάρκεια επάρκεια
el ανοιγμένος αναμμένος κεκλεισμένος κλεισμένος
el αντίφαση contradiction paradox αντιφάσκω
el αντιστοιχώ correspond αντίστοιχος ανταποκρίνομαι
el ανυπόδητος barefoot ξυπόλυτος ἀνυπόδητος
el ανυπόφορος unbearable αβίωτος αφόρητος
el ανύπαρκτος absent unreal υπάρχω
el αξιολογώ assess criticise evaluate
el απήδηχτος αγάμητος ακαλαφάτιστος γαμημένος
el απίστευτος amazing incredible incredulous
el απεσταγμένος αποστάζω στάζω σταγόνα
el απεσταλμένος delegate emissary legate
el αποδεκτός acceptable ανορθόδοξος παραδεκτός
el αποθάρρυνση damp discouragement gloom
el αποκλεισμός blockade αποκλείω αποκλεισμένος
el αποπειρώμαι attempt endeavor essay
el αποπομπή ouster εκπαραθύρωση πομπή
el αποσχίζομαι secede αποχωρώ σκίζω
el αποτροπή deterrence prevention ἀποτροπή
el αποφλοιώνω bark hull peel
el απρέπεια impertinence γαϊδουριά πουστιά
el απωθητικός αηδής αηδιαστικός ελκυστικός
el απόκρημνος abrupt precipitate γκρεμός
el απόφθεγμα apothegm saw saying
el απύθμενος abysmal abyssal ξέκωλος
el αραιοϋφασμένος αγανός αραιός κρουστός
el αργυρός argent silver άργυρος
el αρθρώνω articulate pronounce utter
el αριστοκρατικότητα nobility αριστοκράτης αριστοκρατία
el αρχέγονος primeval primordial απόγονος
el αστραπιαίος lightning lightning fast αστραπή
el ασυγκράτητος rampant unrestrained θυελλώδης
el ασυνάρτητος discursive incoherent ανακόλουθος
el ασυνέχεια discontinuity incoherence συνέχεια
el ασώματος bodiless disincarnate incorporeal
el αυταπάτη delusion self-deception απάτη
el αφαιρετέος αναφαίρετος αφαιρώ μειωτέος
el αφετηρία start threshold αφέτης
el αφηγητικός αφήγηση αφηγήτρια αφηγητής
el αφοδεύω defecate κάνω κακά χέζω
el αφομοιώνω absorb assimilate αφομοίωση
el αφόδευση defecation κατούρημα χέσιμο
el αφύσικος artificial paranormal unnatural
el αχνός light αμυδρός θαμπός
el αχόρταγος glutton voracious χορταίνω
el αύρα aura sea breeze αὔρα
el βαρίδι αντίβαρο βάρος βαρύτητα
el βαρύαυλος φαγκοτίστα φαγκοτίστας φαγκότο
el βδελυρός αηδής αηδιαστικός βδέλυγμα
el βεβηλώνω defile desecrate profane
el βομβίνος bumblebee βόμβος μπάμπουρας
el βοσκότοπος pasture range veld
el βουνί ακροβούνι βουνοκορφή βουνό
el βραχνός hoarse husky χοντρός
el βρυσομάνα fountainhead βρύση πηγή
el βρωμιάρης pig κάθαρμα καθίκι
el βύνη malt βύνη κριθάρι
el γαλέα Appendix:Greek terms for watercraft gálya γαλέρα
el γηρατειά age old age γεράματα
el γιγάντιος γίγαντας πελώριος τεράστιος
el γινόμενο cross product μειωτέος
el γκρεμίζω precipitate ανιδρύω γκρεμός
el γοητευτικός enchanting γοητεία ελκυστικός
el γραφειοκρατικός bureaucratic burocratic clerical
el δαγκάνα Appendix:Greek vocabulary/Motoring mandible δαγκάνω
el δασμολογώ tariff αδασμολόγητος δασμός
el δεξιόστροφος clockwise dextrorotatory αριστερόστροφος
el δερβίσης Dervish dervish dlgwš
el δεόντως properly δέω δέων
el δηκτικός mordant pungent snarky
el δηλ. i.e. viz. δηλαδή
el δημαρχεύω δήμαρχος δημαρχία δημαρχείο
el δημιουργικός creative δημιουργία δημιουργός
el δημοσιονομικός financial fiscal δήμος
el διάβημα act démarche overture
el διάσπαση chasm decomposition fission
el διάταξη array disposition διάρθρωση
el διαίσθηση insight intuition διαισθάνομαι
el διαγουμίζω pillage plunder sack
el διαγούμισμα pillage plunder sack
el διαδίδω εξάγω εξαγωγή προϊόν
el διαδοχικά in turn successively διαδοχικός
el διαδοχική διερμηνεία consecutive interpretation διαδοχικός διερμηνεία
el διαμαρτύρομαι expostulate protest remonstrate
el διαμόρφωση modulation διάρθρωση μόρφωση
el διαστρέφω belie distort garble
el διασυνδέω network δέω συνδέω
el διαχείριση administration management μάνατζμεντ
el διαχρονικός diachronic timeless χρόνος
el διερεύνηση cross-examination enquiry investigation
el διευθέτηση adjustment disposition settlement
el δικαιοδοσία jurisdiction αναρμοδιότητα αρμοδιότητα
el διμερής duplex μονομερής πολυμερής
el διπλώνω collapse fold δίπλωμα
el διχειλικός bilabial χείλος χειλοϋπερωικός
el διχόνοια discord division faction
el διψομανία dipsomania διψασμένος μεθυσμένος
el δοκησισοφία pedantry σοφία σοφός
el δριμύς acid acrid pungent
el δυσάρεστος unpleasant ανεπιθύμητος ενοχλητικός
el δυσαρμονία discord disharmony παραφωνία
el δυσδιάκριτος dim αμυδρός ευδιάκριτος
el δωροληψία bribe bribery δώρο
el δόλιος treacherous underhanded δολιοφθορά
el δύσθυμος άκεφος δυσθυμία κεφάτος
el εγγεγραμμένος incircle εγ- εγγράφω
el εγγράψιμος cyclic γράφω εγγράφω
el εγκληματικότητα crime delinquency έγκλημα
el εδάφιο citation passage verse
el εισδύω δύω παρεισέφρησα παρεισφρέω
el εκκαθάριση liquidation purge settlement
el εκλιπών deceased departed νεκρός
el εκλογέας εκλέγω ψηφοφορία ψηφοφόρος
el εκρήγνυμαι burst go off έκρηξη
el εκροή outflow εισροή εκρέω
el εκτίμηση approximation esteem estimate
el εκχώρηση concession settlement εκχωρώ
el ελίσσομαι maneuver snake wind
el ελεεινός deplorable disgraceful forlorn
el εμ- εμπαίζω εμπερικλείω εν-
el εμπειρισμός empiricism αισθησιαρχία αισθησιοκρατία
el εμπροσθοφυλακή forefront vanguard εμπρός
el εν λευκώ εν λευκός λευκώ
el ενίσχυση booster ενισχύω ισχύω
el ενδεχόμενο chance contingent likelihood
el ενδεχόμενος susceptible ενδεχομένως πιθανός
el εννοιοκρατία conceptualism έννοια εννοώ
el εννοιολογικός conceptual έννοια εννοώ
el ενορία enorie enurii parish
el ενσάρκωση avatar embodiment incarnation
el ενστικτώδης instinctive spontaneous ένστικτο
el εντευκτήριο chamber haunt resort
el εντός within έξω μέσα
el εξαιρώ except recuse εξαίρω
el εξαλείφω eradicate wipe out αίρω
el εξασκώ bring to bear train ασκώ
el εξευτελίζω abase debase ντροπιάζω
el εξομολόγηση confession ομολογία ομόλογος
el εξώπορτα front door gate πύλη
el επίδραση effect αλληλεπίδραση επήρεια
el επίπονος painful poignant δύσκολος
el επαγρύπνηση vigil vigilance προσοχή
el επαγωγικός a posteriori a priori inductive
el επαναλαμβανόμενος recursive επαναλαμβάνω επανειλημμένος
el επαναληπτικός repetitive επαναλαμβάνω επανειλημμένος
el επανασυνδέω αποσυνδέω δέω συνδέω
el επανδρώνω crew man staff
el επανεκκινώ reboot reset restart
el επιβεβαίωση attestation confirmation corroboration
el επιβλητικός grandiose imperial sublime
el επιδεικνύω exhibit δείχνω επίδειξη
el επιδειξιομανής exhibitionist επιδειξίας επιδειξιομανία
el επιζώ live survive γλιτώνω
el επικαλούμαι appeal invoke quote
el επικύηση conception κύημα κύηση
el επιπροσθέτως additionally besides in addition
el επιρροή influence έλεγχος επήρεια
el επισκοπή cathedral diocese see
el επιτιμώ expostulate rebuke μαλώνω
el επιφυλακτικός circumspect conservative wary
el επιχορηγώ fund sponsor subsidize
el ερωτευμένος amorous in love ερωτεύομαι
el ερωτοτροπώ court flirt φλερτάρω
el ερωτώ ερωτηματικός ερώτημα ερώτηση
el ευ- Appendix:Greek prefixes ευεπηρέαστος εύκολος
el ευλάβεια devotion evlavie ευσέβεια
el ευσεβισμός ευσέβεια ευσεβής σέβομαι
el εύκαμπτος flexible pliable resilient
el εύπορος affluent rich wealthy
el εἰ Reconstruction:Proto-Slavic/i и і
el ζευγαρώνω mate pair ζευγάρι
el ζεύγμα zeugma ζεύγος ζυγός
el ζυμώνω braid ferment knead
el ζωντανά live stock ζωντανός
el ζωντανεύω animate ζωή ζωντανός
el ζωντοχήρα divorcée ζωή ζωντανός
el ηττώμαι lose ήττα υπερισχύω
el θεοσέβεια ευσέβεια σέβας σέβομαι
el θεώρημα theorem θεωρία θεωρώ
el θεώρηση notion point of view θεωρώ
el θλίβω distress θλίψη θλιμμένος
el θολώνω cloud dim muddle
el θωράκιση armor armour τεθωρακισμένα
el θωριά θεωρία θεωρώ θωρώ
el ιδιοτροπία quirk vagary παραξενιά
el ιμάντας band belt strap
el ιστοδιεύθυνση IP address URL Uniform Resource Locator
el κάθε ένας all and sundry each everyone
el κάλλιο γαϊδουρόδενε παρά γαϊδουρογύρευε a stitch in time saves nine better safe than sorry γάιδαρος
el κάλυμμα hood jacket sleeve
el κάρφωμα dunk dunking καρφί
el κάτοχος occupant αφεντικό κατοχή
el κέδρος cedar κέδρος κεδρότσιχλα
el κένωση defecation evacuation kenosis
el κήρυγμα homily kerygma sermon
el καβγαδίζω quarrel μαλώνω τσακώνομαι
el καθίδρυμα εγκαθιδρύω ιδρύω καθιδρύω
el καθίζημα precipitate καθίζω καθιζάνω
el καθίζηση settlement καθίζω καθιζάνω
el καθυστερώ detain lag procrastinate
el και άλλα και λοιπά πολλά και ούτω καθεξής και τα λοιπά
el και ακόλουθα και λοιπά πολλά και ούτω καθεξής και τα λοιπά
el και αλλού και λοιπά πολλά και ούτω καθεξής και τα λοιπά
el κακο- Appendix:Greek prefixes κακογαμημένος κακός
el κακοήθης malicious malignant καλοήθης
el κακοκεφιάζω ακεφιά κέφι κακοκεφιά
el καλλιεργώ culture farm nurse
el καλόκεφος άκεφος κέφι κεφάτος
el καλόσυνη goodness αγαθοσύνη αγαθότητα
el καμαριέρα -ιέρα chambermaid maid
el καπηλειό bar pub tavern
el καπόνι capo capon clapon
el καρδιοειδής cordate heart-shaped καρδιόσχημος
el καρποφόρος -φόρος fruitful στείρος
el καρό diamond diamonds διαμάντι
el κασέλα chest coffer trunk
el κασεδάκι δοχείο κιβώτιο κουτί
el κασούλα caciòła casula căciulă
el κατάρρευση breakdown collapse καταρρέω
el κατάταξη categorization classification incorporation
el κατέχω master απαγάγω ξέρω
el κατήγορος accuser prosecutor κατηγορώ
el καταγέλαστος αξιογέλαστος αστείος γελοίος
el καταδεκτικότητα condescension ακατάδεχτος ακαταδεξία
el καταδικάζω convict reprobate κατάδικος
el κατακόρυφος handstand portrait vertical
el κατατρομάζω terrify τρομάζω τρόμος
el κατσαδιάζω harangue lecture μαλώνω
el κελάηδημα birdsong κελαηδώ τσίου-τσίου
el κελάρι cellar cellarium chilar
el κερασφόρος -φόρος horned κερατάς
el κερατίνη horn κέρας κέρατο
el κηρός huall wax κηροπήγιο
el κινέω συγκίνηση συγκινητικός συγκινώ
el κιόσκι kiosk stand περίπτερο
el κλονισμός breakdown concussion shock
el κλωσσόπουλο brood chick πουλί
el κοιλότητα cavity hollow κοιλιά
el κοινολεκτώ καθομιλουμένη κοινολεξία κοινόλεκτος
el κομματιάζω fragment shred κομμάτι
el κοντάκι stock κοντάκιον قونداق
el κοριτσίστικος girlish girly κορίτσι
el κοροϊδία taunt κοροϊδεύω κορόιδο
el κουρελής rag κουρέλι ξεβράκωτος
el κούρσεμα pillage plunder sack
el κραιπάλη binge debauchery decadence
el κραυγαλέος loud vociferous κραυγάζω
el κρεβατοκάμαρα bedroom chamber room
el κρεμάμενος hanging κρεμασμένος κρεμώ
el κρεμαστός hanging κρεμασμένος κρεμώ
el κρούσμα case instance κρούω
el κρούστα crusta scab κρουστός
el κυνηγόσκυλο hound hunter κυνηγός
el κυοφορία gestation pregnancy κυοφορώ
el κυψελίδα alveolus earwax κυψέλη
el κωλυσιεργώ filibuster κωλύω παρακωλύω
el κόγχη alcove angle socket
el κόλακας adulator courtier σφουγγοκωλάριος
el κόνικλος rabbit κονικλοτροφείο κουνέλι
el κότερο Appendix:Greek terms for watercraft sailboat ιστιοφόρο
el κόψιμο cut cutting διάρροια
el κύρος force kudos supremacy
el κύων Reconstruction:Proto-Indo-European/ḱwṓ hund σκύλος
el κώλυμα deadlock hindrance κωλύω
el λάγνος lascivious lecherous lustful
el λάλημα crow lajm λαλώ
el λάμπω flare sheen Χαράλαμπος
el λίνον Reconstruction:Proto-Germanic/līną linas linum
el λαίμαργος glutton gluttonous λαιμαργία
el λαμπρότητα glory sheen splendor
el λεγόμενος so-called δήθεν λέω
el λεηλασία pillage plunder sack
el λειρί cockscomb wattle λείριον
el λεσβιακός lesbian Λέσβος λεσβία
el λευκαίνω bleach whiten λευκαντικό
el λημέρι haunt hideout lair
el λιμάρω file αλιμάριστος λίμα
el λογοκριμένος censored αλογόκριτος λογοκρίνω
el λούγκρα μπινές πισωγλέντης πούστης
el λυκόσκυλο German Shepherd wolfhound λύκος
el λυσσασμένος mad rabid λύσσα
el λυόμενος λυμένος λύνοντας λύω
el λύτρωση redemption salvation λύω
el μάχομαι battle fight ταυρομάχος
el μίλι mile mille milă
el μαγαζάτορας έμπορος καταστηματάρχης μαγαζί
el μαγεύω ensorcell entrance μάγος
el μακρός μακροπρόθεσμος μακρόχρονος μακρύς
el μαλλιαρή δημοτική ελληνικά νέα ελληνικά
el μανιώδης rabid voracious μανία
el μαρσιποφόρος -φόρος καγκουρό μάρσιπος
el μαστιγώνω flog whip μαστίγιο
el μαστουρωμένος high stoned κλασμένος
el μεγαλοπρεπής magnificent splendid ανακτορικός
el μεθύστακας drunk μέθυσος μεθυσμένος
el μελαγχολικός brooding desolate melancholic
el μεμψιμοιρώ cavil γκρινιάζω κλαίω
el μεταβάλλω change αμετάβλητος γίνομαι
el μεταπουλώ resell αμεταπούλητος απούλητος
el μετατρέπω convert modify τρέπω
el μεταχρονολογώ χρονολογία χρονολογώ χρόνος
el μεταχρονολόγηση χρονολογία χρονολόγηση χρόνος
el μηδαμινός paltry petty trivial
el μηνίσκος Μήνη ημισέληνος μηνίσκος
el μιγάς creole mongrel mulatto
el μιμούμαι copy mock μίμος
el μισέλληνας mishellene ανθέλληνας γραικύλος
el μισητός heinous invidious αγαπημένος
el μοίρασμα διανομή μοιράζω παράδοση
el μονοψήφιος μονο- ψήφος ψηφίο
el μοντέλο mannequin μοντελίστρια μοντελιστής
el μορφασμός expression face grimace
el μοχθηρός fiendish malevolent malicious
el μούδιασμα numbness αιμωδία αιμωδίαση
el μούσκεμα drenched μουσκεμένος μουσκεύω
el μπαμπόγρια κωλόγρια παλιόγρια σκατόγρια
el μπαούλο chest coffer trunk
el μπινιά μπινές μπινελίκι πουστιά
el μπιφτέκι beefsteak steak χάμπουργκερ
el μπούμπουρας μέλισσα μελισσοκόμος μπάμπουρας
el μυλωνάς miller αλευροβιομήχανος μύλος
el μόσχος civet mosc मुष्क
el νάρθηκας cast narthex νάρθηξ
el ναζιάρικα ναζιάρα ναζιάρης ναζού
el ναζιάρικος ναζιάρα ναζιάρης ναζού
el ναύαρχος admiral αρχιναύαρχος ναύτης
el νεκροψία necropsy post mortem νεκροτομή
el νεοσσός chick fledgling αετόπουλο
el νεροσυρμή αυλάκι αυλακιά συρμή
el νοθεύω adulterate alloy doctor
el νοικάρης εκμισθωτής ενοικιαστής μισθωτής
el νομοθετώ legislate θέτω νομοθεσία
el νοοτροπία culture idiosyncrasy mentality
el νοσηρός morbidity sick unhealthy
el νοτερός damp humid moist
el νυσταγμένος drowsy sleepy νυστάζω
el νυχτοπούλι night owl night person πουλί
el ξαναμοίρασμα αναδασμός αναδιανομή ανακατανομή
el ξεκάθαρος definite unequivocal αμυδρός
el ξενομανία xenomania ξενοφιλία ξενοφοβία
el ξενύχτης night owl night person ξενυχτάω
el οίκημα οίκος οἴκημα σπίτι
el ολιγο- λίγος ολίγος ὀλιγο-
el ολό- ολόασπρος ολόλευκος ολόμαυρος
el ομογενής expatriate homogeneous ομογένεια
el ομοφυλοφιλικός γκέι ομοφυλοφιλία ομοφυλόφιλος
el ονειρομαντεία oneiromancy ονειροκρίτης όνειρο
el οπίσθιος Appendix:Greek vocabulary/Motoring hinder posterior
el οργάνωση body organization όργανο
el ουροδοχείο bedpan γιογιό καθίκι
el ούρηση urination κατούρημα χέσιμο
el ούρο κατουρλιό ούρα οὖρον
el πάλλομαι leap μονοπαλλόμενο πολυπαλλόμενο
el πάνω κάτω give or take odd άνω κάτω
el πάσσαλος pale post stake
el παίδαρος γκόμενος κούκλος παιδί
el παιχνιδότοπος playground παιδική χαρά παιδότοπος
el παλαιο- Appendix:Greek prefixes paleo- παλιο-
el παλαμίδα bonito pălămidă بلوط
el παπαριά παπάρα παπάρας παπάρι
el παράθεμα citation quotation quote
el παράκτιος coastal littoral ακτή
el παράφρων demented deranged insane
el παρέμβαση intervention mediation παρεμβατισμός
el παρήγορος απαρηγόρητος παρηγοριά παρηγορώ
el παρίσταμαι attend αναπαριστάνω παριστάνω
el παραγκούπολη shantytown slum παράγκα
el παραθέτω quote θέτω παράθημα
el παραπατώ stagger totter waddle
el παρατηρώ note notice observe
el παρθενιά Παρθένος παρθένα παρθένος
el παροχή flow διανομή παράδοση
el πατατοσαλάτα Appendix:Greek phrasebook/Food and drink potato salad σαλάτα
el πατημασιά track αποτύπωμα χνάρι
el πειστήριο evidence exhibit πείθω
el πενιχρός meager λίγος λιγοστός
el περίφημος famous great ακουστός
el περασμένα ξεχασμένα let bygones be bygones περασμένα περασμένος
el περιβάλλω encompass envelop περικλείω
el περιληπτικός brief collective synoptic
el περιοδεία tour περίοδος περιήγηση
el περιοδεύω tour περίοδος περιοδεύων
el περιστρέφομαι revolve rotate turn
el πετάννυμι petë pjetem pjetë
el πηκτή aspic jelly piftie
el πιστοποίηση authentication πείθω πιστοποιώ
el πιτυρίδα dandruff scurf λέπι
el πλήγμα wound πλήττω πλῆγμα
el πλήρωμα crew pleroma pléroma
el πλαστογραφώ copy counterfeit πλαστογραφία
el πλειοψηφία majority plurality ψήφος
el πλεκτό knitting πλέξιμο τρίκο
el πληροφορούμαι learn μαθαίνω ξέρω
el πλιάτσικο pillage plunder κατσαπλιάς
el πλους απόπλους περίπλους πλέω
el πλώρη bow plor pluar
el πνίγομαι choke drown smother
el πνευματώδης humorous salty πνεύμα
el πνιγμονή choking suffocation πνίγω
el πολίτευμα polity regime πόλη
el πολεμοχαρής hawkish trigger-happy warlike
el πολλαπλότητα multiplicity plurality πολλαπλασιάζω
el πολυλογία circumlocution garrulity verbosity
el πολύγλωσσος multilingual polyglot πολύγλωσσος
el πορνό porn porno πόρνη
el ποταπός base despicable low
el πουδράρισμα πουδράρω πουδριέρα πούδρα
el προάγγελος harbinger herald άγγελος
el προαίσθημα hunch premonition προαισθάνομαι
el προαιρετικός alternative optional voluntary
el προανάκρουσμα ανακρούω κρούω προσκρούω
el προβάλλω display project προβολέας
el προλεχθείς abovesaid aforementioned aforesaid
el προμήνυμα μήνυμα μηνύω προμηνύω
el προοπτική perspective view vista
el προσαγορεύω αγορεύω αναγορεύω απαγορεύω
el προσδιορίζω modify set specify
el προσευχητάρι εύχομαι προσευχή προσεύχομαι
el προσκυνώ genuflect prostrate προσκύνημα
el προσφωνώ hail style φωνάζω
el προτρέπω egg move τρέπω
el προφανής obvious palpable προφανώς
el προχρονολογώ χρονολογία χρονολογώ χρόνος
el προχρονολόγηση χρονολογία χρονολόγηση χρόνος
el πρωτοποριακός groundbreaking original πρωτοπόρος
el πρόσκαιρος fleeting transient εφήμερος
el πρότερος antecedent past προηγούμενος
el πόλις Sevastopol Κωνσταντινούπολη πόλη
el ράγα rail track ρώγα
el ρέψιμο belch burp ρεύομαι
el ρεγχάζω ροχάλισμα ροχαλίζω ροχαλητό
el ρετσίνι retsina رچینه ῥητίνη
el ρευστοποιώ λιώνω ρέω χύνω
el ρευστό cash fluid χρήμα
el ρευστότητα flux liquidity ρέω
el ρητός explicit rational unequivocal
el ρινικός ένρινος έρρινος ερρινοποίηση
el ρινολαλία ενρινότητα ερρινισμός ερρινότητα
el ρωμαιοκαθολικός Catholic Roman Roman Catholic
el ρόπτρο doorknocker πόμολο ῥόπτρον
el ρύση καταρρέω ρέω ῥύσις
el σάτιρα lampoon libel satire
el σακί sack μπούρδα σάκος
el σαλαμούρα salamură salimuria saramură
el σανδάλι sandal πέδιλο παπούτσι
el σεξοβόμβα bomb bombshell βόμβα
el σημαιοφόρος ensign flag-bearer standard-bearer
el σκασίλα μου give a shit στ' αρχίδια μου στα παπάρια μου
el σκυλί που γαβγίζει δεν δαγκώνει all bark and no bite barking dogs seldom bite one's bark is worse than one's bite
el σουρβιά service tree shurbë sorb
el σουρώνω strain διηθώ στραγγίζω
el σοφιστής sophist σοφιστής σοφός
el σπήλαιο cave cove fyell
el σπαγκοραμμένος σπάγγος τσιγκούνης φραγκοφονιάς
el σπαζοκεφαλιά brainteaser conundrum σπάζω
el σποραδικά every so often sporadically περιστασιακά
el στεναχωρεμένος στεναχωριέμαι στεναχωρούμαι στενοχωρώ
el στενοχωρεμένος στενοχωριέμαι στενοχωρούμαι στενοχωρώ
el στοιχειοθετώ set typeset θέτω
el στου διαβόλου τη μάνα Woop Woop back of beyond middle of nowhere
el στουπί tow διάναξη καλαφάτισμα
el στριμώχνω corner mob squeeze
el στρόβιλος turbine αεριοστρόβιλος ανεμοστρόβιλος
el συ- Appendix:Greek prefixes συν- συστρατιώτης
el συγ- Appendix:Greek prefixes αλληλοσυγκρούομαι συν-
el συγκαλύπτω dissimulate αποκρύπτω καλύπτω
el συγχέω becloud confuse muddle
el συζυγία conjugation syzygy ζυγός
el συκοφαντικός defamatory συκοφάντης φαντάζω
el συλ- Appendix:Greek prefixes συλλέκτης συν-
el συμβιβάζω compound conciliate reconcile
el συμμορία bunch crew ληστής
el συμπαίκτης partner teammate εμπαίζω
el συμπαίκτρια partner teammate εμπαίζω
el συμπαιγνία collusion εμπαίζω συνεννόηση
el συμπεραίνω infer reason συμπέρασμα
el συμπλήρωμα accessory complement supplement
el συμπλοκή affair encounter fray
el συμπυκνώνω compact condense συμπύκνωμα
el συνάδελφος colleague comrade mate
el συνάντηση date encounter tryst
el συνένωση συμφυρμός σύναψη σύνδεση
el συνεννοήσιμος εννοώ συνεννοούμαι συνεννόηση
el συνθέτω compose compound θέτω
el συννεφιάζω becloud cloud σύννεφο
el συνομιλώ chat discourse talk
el συνοπτικός brief succinct synoptic
el συνουσιάζομαι have sex sex κοιμάμαι
el συντροφικότητα camaraderie companionship company
el συρ- Appendix:Greek prefixes συν- συρρέω
el συσκοτίζω becloud black out χύνω
el συστολή systole ντροπή συστολή
el σφαγείο abattoir slaughterhouse σφαγή
el σχεδιάγραμμα blueprint scheme σχέδιο
el σχιζοφρενής schizo schizophrenic τρελός
el σχολιάζω comment note σχόλιο
el σωριάζομαι collapse crumple keel
el σύμπλεγμα cluster complex network
el σύμφυρμα amalgam αχταρμάς συμφυρμός
el σύρτης bolt latch σύρω
el τήξη flux meltdown melting
el ταυτόχρονη διερμηνεία simultaneous interpretation διερμηνεία ταυτόχρονος
el ταχυδακτυλουργικός magic ταχυδακτυλουργία ταχυδακτυλουργός
el τελείως απόλυτα εντελώς τέλειος
el τετρα- Appendix:Greek prefixes ψήφος ψηφίο
el τζαναμπέτης δύστροπος εριστικός κακότροπος
el τζατζόγρια κωλόγρια παλιόγρια σκατόγρια
el τηλεβόας megaphone ντουντούκα τηλε-
el τηλεγραφώ telegraph wire τηλε-
el το ράσο δεν κάνει τον παπά clothes don't make the man the cowl does not make the monk you can't judge a book by its cover
el τουρκο- Appendix:Greek prefixes Τουρκοκρατία τουρκοκρατία
el τούρλα Appendix:Greek metatheses trulla τρούλος
el τράχηλος cervix αυχένας λαιμός
el τρούφα chocolate truffle truffe truffle
el τσαγκάρης cobbler shoemaker παπουτσής
el τυπικός characteristic formal τύπος
el υπαρκτός existent νοητός υπάρχω
el υπερεθνικισμός chauvinism jingoism ultranationalism
el υπερρεαλιστικός surreal surrealist υπερρεαλισμός
el υπνάκος catnap nap snooze
el υπνοδωμάτιο bedroom chamber dormitory
el υποδηματοποιός cobbler shoemaker παπουτσής
el υποκατάστατο ersatz replacement substitute
el υπονοούμενο implication innuendo υπονοώ
el υποπλοίαρχος first lieutenant lieutenant mate
el υποσημείωση annotation footnote σχόλιο
el υποσμηναγός first lieutenant flying officer lieutenant
el υποστηρικτής advocate proponent stalwart
el υπουργία υπουργείο υπουργικός υπουργός
el υποχείριο instrument pawn tool
el υπόδειγμα pattern standard πρότυπο
el υπόμνημα legend memorandum ὑπόμνημα
el υπόστρωμα bed substratum ὑπόστρωμα
el υπόσχεση promise όρκος ὑπόσχεσις
el υπόχρεος υποχρέωση υποχρεωτικός υποχρεώνω
el υστερόβουλος insincere scheming υστεροβουλία
el φάση stage step περίοδος
el φάσμα compass spectrum φάντασμα
el φάτσα mug μούρη μούτρο
el φακιόλι γεμενί μαντήλα τσεμπέρι
el φανέλα singlet vest εσώρουχο
el φαντασμένος conceited φαντάζομαι φαντάζω
el φατνίο socket tooth socket φατνιακός
el φευγαλέος elusive furtive transient
el φθηνά for a song next to nothing τζάμπα
el φθονερός envious invidious jealous
el φιλοδοξία ambition aspiration φιλόδοξος
el φιλτράρω filter percolate διηθώ
el φλάμμουρος flamur flamură flãmburã
el φλογερός ardent sultry σφοδρός
el φλυαρία garrulity jabber κουτσομπολιό
el φλυαρώ jabber prattle κελαηδώ
el φλύκταινα πομφόλυγα πομφόλυξ πομφός
el φορεσιά φόρεμα فراجه فرجية
el φορολογώ tax αφορολόγητος φορολογία
el φτέρη fern raithnech rhedyn
el φυγή flight fugue φυγάς
el φυσίγγιο cartridge shell σφαίρα
el χαλλούμι halloumi ϩⲁⲗⲱⲙ ⲁⲗⲱⲙ
el χαρίζω gift treat χάρισμα
el χαρτογραφώ χάρτης χαρτογράφος χαρτογραφία
el χαχάνισμα χάχανο χάχας χαχανίζω
el χαϊδευτικό endearment sobriquet term of endearment
el χειλοδοντικός labiodental χείλος χειλοϋπερωικός
el χειμωνικό καρπούζι υδροπέπων ձմերուկ
el χειραφέτηση emancipation manumission χειρ
el χειρισμός maneuver έλεγχος χειρ
el χειροπέδες handcuff handcuffs manacle
el χειροτονία consecration ordination χειρ
el χλευασμός mockery taunt χλευάζω
el χλιδή extravagance luxury splendor
el χρήστης user πρεζάκιας πρεζόνι
el χροιά hue tincture απόχρωση
el χρονο- Appendix:Greek prefixes χρονολογία χρόνος
el χρονολογικός chronological χρονολογία χρόνος
el χρονολόγιο timeline χρονολογία χρόνος
el χρονοτριβή lag loitering χρόνος
el χρονοτριβώ lag procrastinate χρόνος
el χωρίο citation passage quote
el χωριάτισσα villager χωριάτα χωρική
el χωρισμός divorce χωρίζω χώρισμα
el χωριστά separately χωρίζω χώρια
el χότζας hodja ιμάμης خواجه
el ψίχα breadcrumb crumb pith
el ψευδοπροφήτης προφήτης ψευδο- ψευδοπροφήτης
el ψυχο- Appendix:Greek prefixes ψυχολογικός ψυχοσωματικός
el ως εκ τούτου εξού λοιπόν τούτος
el ύποπτη suspect υποψία υποψιάζομαι
el ἀ- Αθίγγανος αγένειος τσιγγάνος
el -άζω αναγκάζω γκρινιάζω
el -άρος -αράς -αρία