-μαντεία
Jump to navigation
Jump to search
Greek
[edit]Suffix
[edit]-μαντεία • (-manteía)
- -mancy
- νεκρός (nekrós, “dead”) + -μαντεία (-manteía) → νεκρομαντεία (nekromanteía, “necromancy”)
- αστέρας (astéras, “star”) + -μαντεία (-manteía) → αστρομαντεία (astromanteía, “astromancy, astrology”)