τυραννιέμαι
Appearance
Greek
[edit]Alternative forms
[edit]- τυραννούμαι (tyrannoúmai) (less common, more formal)
Pronunciation
[edit]Verb
[edit]τυραννιέμαι • (tyranniémai) passive (past τυραννήθηκα/τυραννίστηκα, ppp τυραννημένος / τυραννισμένος, active τυραννάω/τυραννώ)
Conjugation
[edit]- see this verb's full conjugation at: τυραννάω (tyrannáo)