τεϊομαντείες
Appearance
Greek
[edit]Noun
[edit]τεϊομαντείες • (teïomanteíes) f
- nominative plural of τεϊομαντεία (teïomanteía)
- accusative plural of τεϊομαντεία (teïomanteía)
- vocative plural of τεϊομαντεία (teïomanteía)
τεϊομαντείες • (teïomanteíes) f