συντομεύομαι
Appearance
Greek
[edit]Pronunciation
[edit]- IPA(key): /sin.doˈme.vo.me/
- Hyphenation: συ‧ντο‧μεύ‧ο‧μαι
- Homophone: συντομεύομε (syntomévome)
Verb
[edit]συντομεύομαι • (syntomévomai) passive (past συντομεύτηκα/συντομεύθηκα, active συντομεύω)
Conjugation
[edit]- for this verb's full conjugation see the active form
Related terms
[edit]- συντομευμένος (syntomevménos, participle)