στρατώνες
Appearance
Greek
[edit]Noun
[edit]στρατώνες • (stratónes) m
- nominative/accusative/vocative plural of στρατώνας (stratónas)
Noun
[edit]στρατώνες • (stratónes) f
- nominative/accusative/vocative plural of στρατώνα (stratóna)
στρατώνες • (stratónes) m
στρατώνες • (stratónes) f