παναραβισμός
Jump to navigation
Jump to search
Greek
[edit]Noun
[edit]παναραβισμός • (panaravismós) m (uncountable)
- pan-Arabism
- Coordinate term: αραβισμός (aravismós)
Declension
[edit]Declension of παναραβισμός
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | παναραβισμός • | παναραβισμοί • |
genitive | παναραβισμού • | παναραβισμών • |
accusative | παναραβισμό • | παναραβισμούς • |
vocative | παναραβισμέ • | παναραβισμοί • |
Related terms
[edit]- see: Αραβία f (Aravía, “Arabia”)
Further reading
[edit]- παναραβισμός on the Greek Wikipedia.Wikipedia el
- παναραβισμός, in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], Triantafyllidis Foundation, 1998 at the Centre for the Greek language