μαργαριτάρια
Appearance
Greek
[edit]Noun
[edit]μαργαριτάρια • (margaritária) n
- nominative plural of μαργαριτάρι (margaritári)
- accusative plural of μαργαριτάρι (margaritári)
- vocative plural of μαργαριτάρι (margaritári)
μαργαριτάρια • (margaritária) n