Jump to content

αργυραμοιβός

From Wiktionary, the free dictionary

Greek

[edit]

Pronunciation

[edit]
  • IPA(key): /aɾ.ʝi.ɾa.miˈvos/
  • Hyphenation: αρ‧γυ‧ρα‧μοι‧βός

Noun

[edit]

αργυραμοιβός (argyramoivósm (plural αργυραμοιβοί)

  1. money changer

Declension

[edit]
Declension of αργυραμοιβός
singular plural
nominative αργυραμοιβός (argyramoivós) αργυραμοιβοί (argyramoivoí)
genitive αργυραμοιβού (argyramoivoú) αργυραμοιβών (argyramoivón)
accusative αργυραμοιβό (argyramoivó) αργυραμοιβούς (argyramoivoús)
vocative αργυραμοιβέ (argyramoivé) αργυραμοιβοί (argyramoivoí)
[edit]