Jump to content

αντιστοιχίζομαι

From Wiktionary, the free dictionary

Greek

[edit]

Pronunciation

[edit]
  • IPA(key): /an.di.stiˈçi.zo.me/
  • Hyphenation: α‧ντι‧στοι‧χί‧ζο‧μαι

Verb

[edit]

αντιστοιχίζομαι (antistoichízomai) passive (past αντιστοιχίστηκα, ppp αντιστοιχισμένος, active αντιστοιχίζω)

  1. passive of αντιστοιχίζω (antistoichízo)

Conjugation

[edit]
for this verb's full conjugation see the active form