Jump to content

αντιπροτείνω

From Wiktionary, the free dictionary

Greek

[edit]

Pronunciation

[edit]
  • IPA(key): /an.di.pɾoˈti.no/
  • Hyphenation: α‧ντι‧προ‧τεί‧νω

Verb

[edit]

αντιπροτείνω (antiproteíno) (imperfect αντιπρότεινα, past αντιπρότεινα, passive αντιπροτείνομαι, p‑past αντιπροτάθηκα)

  1. to counterpropose, counterargue
    Antonym: προτείνω (proteíno)

Conjugation

[edit]
[edit]