Jump to content

αντιλογάριθμος

From Wiktionary, the free dictionary

Greek

[edit]

Etymology

[edit]

From αντι- (anti-) +‎ λογάριθμος (logárithmos).

Noun

[edit]

αντιλογάριθμος (antilogárithmosm (plural αντιλογάριθμοι)

  1. (mathematics) antilogarithm
    Antonym: λογάριθμος (logárithmos)

Declension

[edit]
Declension of αντιλογάριθμος
singular plural
nominative αντιλογάριθμος (antilogárithmos) αντιλογάριθμοι (antilogárithmoi)
genitive αντιλογαρίθμου (antilogaríthmou) αντιλογαρίθμων (antilogaríthmon)
accusative αντιλογάριθμο (antilogárithmo) αντιλογαρίθμους (antilogaríthmous)
vocative αντιλογάριθμε (antilogárithme) αντιλογάριθμοι (antilogárithmoi)

Further reading

[edit]