αντικαγκελλάριος
Appearance
Greek
[edit]Noun
[edit]αντικαγκελλάριος • (antikagkellários) m (plural αντικαγκελλάριοι)
- Alternative form of αντικαγκελάριος (antikagkelários)
Declension
[edit]singular | plural | |
---|---|---|
nominative | αντικαγκελλάριος (antikagkellários) | αντικαγκελλάριοι (antikagkellárioi) |
genitive | αντικαγκελλάριου (antikagkelláriou) | αντικαγκελλάριων (antikagkellárion) |
accusative | αντικαγκελλάριο (antikagkellário) | αντικαγκελλάριους (antikagkellárious) |
vocative | αντικαγκελλάριε (antikagkellárie) | αντικαγκελλάριοι (antikagkellárioi) |