αντιβιοτική
Appearance
Greek
[edit]Adjective
[edit]αντιβιοτική • (antiviotikí)
- nominative feminine singular of αντιβιοτικός (antiviotikós)
- accusative feminine singular of αντιβιοτικός (antiviotikós)
- vocative feminine singular of αντιβιοτικός (antiviotikós)