User:Jberkel/lists/wanted/20201101/el/data
Appearance
el -ώ -άω -ω Appendix:Greek verbs αεροφωτογραφίζω ανησυχώ αξιολογώ κυκλοφορώ φωτογραφίζω χρονολογώ el -ι γκεσέμι κεσέμι λιμάνι πεσκίρι ρεζίλι χαμσίνι el εξαντλώ consume wear out αντλώ ξεκωλιάζω ξεκωλώνω στραγγίζω el θανατηφόρος -φόρος baneful killer lethal pernicious θανατηφόρος el κατέχω master possess έχω απαγάγω κάτοχος κάρτας ξέρω el κλέπτω κλεμμένος κρύβω κόβω ράβω σκάβω στρίβω el σαχλός corny insipid ludicrous schmaltzy silly soppy el τρομακτικός dreadful fearful frightening scary τρομερός τρόμος el υποφέρω ache anguish go through suffer φέρω χτικιάζω el -α -ly -s αποβάθρα μπομπότα τρυγόνα el -ς -άρας κετσές μπαμπάς νισεστές σοφάς el απόκρυφος arcane esoteric αποκρυφισμός αποκρύπτω κρύβω el δερβίσης Dervish dervish derviş dlgwš درویش el διαβιβάζω -βιβάζω shuttle διαβάζω διαμηνύω παραγγέλλω el διαμόρφωση format modulation διάρθρωση διαμορφώνω μόρφωση el διαυγής clear translucent αθόλωτος διαφανής διαύγεια el διερμηνεύω interpret διερμηνέας διερμηνευτής διερμηνεύτρια ερμηνεύω el διοίκηση command management regime διοίκησις μάνατζμεντ el εκπλήσσω amaze astonish surprise έκπληξη αιφνιδιάζω el ενήλικος adult ενηλικιώνομαι ηλικία μεγάλος μωρό el ενεργούμενο energumen instrument pawn tool ενεργούμενος el επανάληψη epanalepsis repetition ανεπανάληπτος επαναλαμβάνω επανειλημμένος el ερημίτης hermit loner recluse έρημος πάγουρος el εύγε hurrah way to go well done αίσχος ντροπή el εύθυμος gay Ευθυμία άκεφος ευθυμία κεφάτος el ζευγάρωμα coupling mating sexual intercourse ζευγάρι συνουσία el θα ήθελα Appendix:Greek phrasebook/Accommodation Appendix:Greek phrasebook/Shopping would like ήθελα θέλω el ιδιότροπος fussy wayward ανάποδος δύσκολος παράξενος el ιμάντας band belt strap κεμέρι ἱμάς el ισχυρογνωμοσύνη obduracy obstinacy stubbornness γινάτι πείσμα el καίτοι albeit but though while αν και el κακομαθημένος spoiled spoilt καλομαθημένος μαθαίνω μαθημένος el κακομοίρης poor καημένος καλομοίρης μοίρα ταλαίπωρος el καλομαθαίνω coddle indulge pamper spoil μαθαίνω el κατάπληξη amazement astonishment awe disbelief καταπληκτικός el καταγωγή ancestry background birth line origin el καταδέχομαι condescend deign ακατάδεχτος ακαταδεξία δέχομαι el καταπλήσσω amaze astound awe flabbergast καταπληκτικός el κατορθώνω achieve attain manage succeed ορθώνω el κοσμικός cosmic mundane secular worldly κόσμος el κουρσεύω pillage pirate plunder sack κουρσάρος el κριτής critic judge referee κρίνω κριτής el λανθασμένος erroneous wrong λάθος λανθασμένα λανθασμένως el λαχταρώ ache for hunger itch long/translations yearn el λογοδιάρροια logorrhea verbal diarrhea διάρροια διαρρέω λόγος el μειωτικός derogatory diminutive disparaging meiotic pejorative el μελαγχολία gloom melancholy melancolie milanculii მელანქოლია el μεταμορφώνω transform turn into μεταμορφόω μεταμόρφωση μορφή el μηνάω αμήνυτος διαμηνύω μήνυμα μηνύω προμηνύω el μισητός heinous invidious αγαπημένος μισημένος μισώ el μυρώνω anoint mirosi njurzescu μυροβλυσία μυρωμένος el ξεχείλισμα outpouring overflow ξεχειλίζω υπερχείλιση χείλος el παλαμίδα Atlantic bonito bonito palamut pălămidă بلوط el παράκαμψη bypass detour diversion shortcut παρακάμπτω el παρωνύμιο cognomen επωνυμία παρατσούκλι πατρωνυμικός όνομα el παύση hiatus pause rest παύω παῦσις el πληγή pest plague sore wound πλήττω el πληκτικός boring plicticos plictisi ανιαρός πλήττω el ποθώ desire hunger love/translations lust θέλω el προσαρμογή adaptation adjustment mode orientation προσαρμόζω el προσβάλλω affect insult outrage βάλλω προσβολή el πρόνοια foresight pronoia providence welfare προσοχή el πρόσκληση call encore invitation invite προσκαλώ el πρόστυχος ignoble lewd nasty vile vulgar el πυγή έδρα κωλοτρυπίδα κώλος πηγή πρωκτός el ρύθμιση adjustment disposition mode regulation έλεγχος el σαφής definite explicit perspicuous unambiguous unequivocal el σελήνη Moon moon/translations new moon Σελήνη φεγγάρι el σταυρώνω cross crucify stãvrusescu σταυρός σταύρωση el στύλος pillar post shaft stanchion style el συνένωση concatenation join συμφυρμός σύναψη σύνδεση el συνεπώς consequently άρα επομένως συνεπής ώστε el συνουσιάζομαι have sex sex/translations γαμάω κοιμάμαι πηδάω el συντηρητικός conservative preservative right ακροδεξιός συντηρώ el συνωμοτώ collude connive conspire scheme συνωμοσία el σόφισμα sophism sophistry σοφία σοφός σόφισμα el σύγχυση bewilderment clutter confusion obfuscation perplexity el τέχνασμα device subterfuge wile απάτη κομπίνα el ταξινόμηση breakdown categorization classification ranking taxonomy el τιποτένιος nobody paltry trivial worthless τίποτε el υποβάλλω subject submit βάλλω καταθέτω παρουσιάζω el υποστηρίζω bolster countenance second αλληλοϋποστηρίζομαι είμαι el φανατικός bigoted fanatic fanatical idolatrous rabid el φθορά attrition corrosion dilapidation fatigue φθορά el φλαμούρι ash basswood flamma linden فلامور el φρικτός awful gruesome terrible απαίσιος υπέροχος el φρουρός guard sentinel soldier watch φρουρά el φυσίγγιο cartridge shell σφαίρα فشك فشنگ el χαιρετίζω heretisanje salute χαίρομαι χαίρω χαιρετώ el χυδαίος vile vulgar vulgarian αγενής χυδαῖος el ωφέλεια benefit κέρδος ωφελώ όφελος ὠφέλεια el -αρος -άκι -άρα -άρας -αράς el -ομαι -ω νοστιμεύω σιχαίνομαι υποπτεύομαι el -ση ανακάλυψη ανευφήμηση στέρηση σύνοψη el -της Myroblyt myroblyte αναγνώστης μυροβλύτης el Θεέ μου by God oh dear oh my God Θεός el Ιερεμίας Jeremiah ירמיה Ἰερεμίας Ἱερεμίας el Κούλα Άγγελος Βάσω Βίκυ Βασιλική el Μέλισσα Melis Melisa Melissa Μέλισσα el άρνηση declination denial negation αρνούμαι el έλασμα foil lamina plate ἔλασμα el έμπνευση afflatus inspiration εμπνέω εμπνευσμένος el ίδρυση establishment foundation ιδρύω καθιδρύω el αποχαιρετισμός adieu farewell goodbye υποδοχή el απροειδοποίητος ανειδοποίητος ειδοποιώ προειδοποιημένος προειδοποιώ el απόθεμα fund hoard stock store el απόκρουση answer save αποκρουστικός αποκρούω el ασύμφωνος ασυμβίβαστος συμφωνημένος συμφωνώ φωνή el αυτοδημιούργητος self-caused self-made δημιουργημένος δημιουργός el βρομιά βρομάω βρομο- βρόμη βρόμικος el γενεαλογία ancestry lineage γένος γενεαλογία el γενναιότητα courage fortitude θάρρος κουράγιο el γεωγραφικό μήκος longitude γεωγραφικό γεωγραφικός μήκος el γεωγραφικό πλάτος latitude γεωγραφικό γεωγραφικός πλάτος el γηρατειά age old age γεράματα νιάτα el γινόμενο cross product γεννημένος μειωτέος el γνήσιος genuine legitimate ακίβδηλος αυθεντικός el γοητευμένος charmed αγοήτευτος γοητεία γοητεύω el γυάλα jar γυαλί δοχείο θερμοκοιτίδα el δίωξη action persecution διώκω διώχνω el δαγκάνα Appendix:Greek vocabulary/Motoring mandible δαγκάνω δαγκώνω el δειλινό evening αυγή χάραμα χαραυγή el δειλός coward cowardly yellow θαρραλέος el δεξιόστροφος clockwise dextrorotatory αριστερόστροφος στρέφω el διάσκεψη seminar διασκέπτομαι συνδιασκέπτομαι συνεννόηση el διάσπαση chasm decomposition fission διασπώ el διάταξη array disposition layout διάρθρωση el διάφραγμα septum shutter διάφραγμα φράζω el διαβολάκι imp pickle urchin διάβολος el διαγράφω black out cancel delete strike el διακεκομμένος discontinuous intermittent διακόπτω κόβω el διασκευή cover version remix revision διασκευάζω el διαστρέφω belie distort garble στρέφω el διαχείριση administration management διαχειρίζομαι μάνατζμεντ el διεισδύω infiltrate percolate pierce δύω el διευκολύνω ease expedite facilitate εύκολος el εγκύκλιος circular circular letter flyer ἐγκύκλιος el εισαγωγικός introductory εισάγω εισαγωγή εισαγωγικά el εκκαθάριση liquidation purge settlement ανεκκαθάριστος el εκλεκτός elect fine prime the one el εκπυρσοκροτώ discharge go off κροτώ κρότος el ελεεινός deplorable disgraceful forlorn wretched el εμπρόσθιος Appendix:Greek vocabulary/Motoring forward front εμπρός el ενήλικας adult major ενηλικιώνομαι ηλικία el ενδεχόμενο chance contingent likelihood ενδέχεται el ενδεχόμενος susceptible ενδέχεται ενδεχομένως πιθανός el ενημερώνω brief fill in keep someone posted update el εντυπωσιάζω impress strike εντυπωσιακός εντύπωση el εντός in/translations within έξω μέσα el εξασκώ bring to bear train ασκώ εξάσκηση el εξοργίζω exasperate infuriate provoke θυμώνω el επανδρώνω crew man/translations staff παντρεύω el επενδύω δύω επένδυση επενδυτής επενδύτης el επιδεξιότητα ability adroitness dexterity skill el επικαλούμαι appeal invoke quote καλώ el επιμελής assiduous careful meticulous mindful el επιούσιος daily bread living ουσία ἐπιούσιος el επιστασία supervision επιβλέπω επιστάτης επιστάτρια el επιτομή abstract compendium digest epitome el ερωτευμένος amorous in love ερωτεύομαι μπούνια el ευνουχίζω castrate neuter ευνουχισμός στειρώνω el ευωχία banquet feast glee wassail el εχεμύθεια discretion reticence secrecy taciturnity el εύκαμπτος flexible pliable resilient κάμπτω el ζηλεμένος αξιοζήλευτος ζήλος ζηλευτός ζηλεύω el ζημία damage injury κέρδος όφελος el ζωντάνια liveliness vitality ζωή ζωντανός el ζωντανό ζωή ζωντανός ζωντόβολο ζώο el θαλασσοπούλι seabird γλαροπούλι θάλασσα πουλί el θαλασσόλυκος salt/translations seadog θάλασσα λύκος el θυρωρός concierge doorman θυρωρός μπουάπης el ιπποδρόμιο hippodrome racecourse racetrack turf el κάλυμμα hood jacket sleeve καλύπτω el κάνναβη cannabis cãnavi hemp κάνναβις el κάφρος kaffir philistine κόπανος كافر el καθυστερημένος moron retard slow βλαμμένος el καθυστερώ detain lag procrastinate υστερώ el κακομαθαίνω indulge pamper spoil μαθαίνω el κακόκεφος άκεφος κέφι κακοκεφιά κεφάτος el κατάρρευση breakdown collapse καταρρέω χείλος el κατάταξη categorization classification incorporation ranking el κατεβάζω download lower ανεβάζω βάζω el κατεστημένο establishment καθεστώς καθιστώ κατεστημένος el καυστικός acid caustic mordant pungent el κερασός cereja kirsikka kirsuber sareza el κληρονομιά legacy patrimony κληρονομώ κληρονόμος el κοινοποίηση carbon notice έκδοση αναδημοσίευση el κοινότοπος hackneyed mundane prosaic trite el κουτάκι box δοχείο κιβώτιο κουτί el κρέμομαι κρεμάω κρεμιέμαι κρεμώ χείλη el κρυπτο- Appendix:Greek prefixes crypto- κρυπτός κρύπτω el κωδικοποίηση codification encoding κωδικοποιώ χαρακτήρας el κόψιμο cut cutting διάρροια κόβω el κύων Reconstruction:Proto-Indo-European/ḱwṓ Μέγας Κύων Μικρός Κύων σκύλος el κώνος Zirbeldrüse cone κῶνος χωνί el λαβίδα forceps tweezers μασιά τσιμπίδα el λαμπρότητα glory sheen splendor λάμπω el λεγόμενος so-called άπαξ λεγόμενον δήθεν λέω el λεηλατώ loot pillage plunder sack el λερωμένος dirty soiled βρόμικος λερώνω el λευκαίνω bleach whiten λευκαντικό λευκός el μήνυση lawsuit αμήνυτος μήνυμα μηνύω el μαινόμενος furious livid rabid μανία el μανέστρα noodle ζυμαρικό κριθάρι κριθαράκι el μαστιγώνω flog whip μαστίγιο μαστίζω el μεμψιμοιρώ cavil γκρινιάζω κλαίω μέμφομαι el μεσο- Appendix:Greek prefixes meso- μέσα μέσο el μεσολαβώ intercede intermediate intervene mediate el μεταβάλλω change αμετάβλητος βάλλω γίνομαι el μετανιωμένος regretful repentant αμεταμέλητος αμετανόητος el μετατροπή μεταγραμματισμός μεταγραφή μετατρέπω μετατροπέας el μοίρασμα διανομή μοιράζω μοιρασμένος παράδοση el μοιρασιά distribution μοιράζω μοιρασμένα μοιρασμένος el μοιχεύω απατώ βάζω κέρατα κερατώνω φοράω κέρατα el μπροστινός forward front διπλανός μπροστά el νήπιο baby infant toddler μωρό el ναζιάρικα νάζι ναζιάρα ναζιάρης ναζού el ναζιάρικος νάζι ναζιάρα ναζιάρης ναζού el νεκροψία autopsy necropsy post mortem νεκροτομή el νεοσσός chick fledgling αετόπουλο νεοσσός el νοσηρός morbidity sick unhealthy φαντασία el νταηλίκι bravado bullying μαγκιά τσαμπουκάς el ξαφνιάζω startle surprise take aback αιφνιδιάζω el ξεδιαλύνω riddle διαλύω λύνω ξελύνω el ξεμπλέκω disentangle tease ξεμπερδεύω πλέκω el ξεπερασμένος obsolete outdated rusty αραχνιασμένος el ονειροπόλος daydreamer dreamer αιθεροβάτης όνειρο el οπλισμός armor armour key signature weaponry el ουράνωση palatalization ουρανικοποίηση ουρανικός υπερωικοποίηση el παλιόπαιδο brat urchin κωλόπαιδο σκατόπαιδο el παράλυση palsy paralysis παράλυσις παραλύω el παραμάνα nurse safety pin wet nurse βαβά el παρανόμι cognomen handle επωνυμία παρατσούκλι el παρασύρω lead astray ξελογιάζω σέρνω σύρω el πενία indigence penury αδεκαρία φτώχια el περασμένα ξεχασμένα let bygones be bygones ξεχασμένος περασμένα περασμένος el περιβάλλω encompass envelop βάλλω περικλείω el περιεργάζομαι eyeball scrutinize εργάζομαι περιέργεια el πηγαινοέρχομαι shuttle έρχομαι πηγαίνω πηγαινέλα el πικάντικος hot spicy tangy αλμυρός el πλακίδιο bar/translations slate tablet tile el πλατειάζω πλάτη πλατεία πλατιά πλατύς el πλεκτάνη machination scheme πλέκω πλεκτάνη el πνίξιμο choking drowning suffocation πνίγω el πολυμαθής erudite learned polymath μαθαίνω el προαναφερθείς above-mentioned abovesaid aforementioned aforesaid el προζύμι sourdough άζυμος ζύμη μαγιά el προσδιορίζω modify set specify ορίζω el προσδοκία expectancy expectation προσδοκώ προσδοκώμαι el προσευχητάριο prayer book εύχομαι προσευχή προσεύχομαι el προσφωνώ hail style φωνάζω φωνή el πρωΐ Reconstruction:Proto-Albanian/prōjena perëndoj prehër prej el πυθμένας bed/translations bottom floor πυθμήν el πόθος craving desire hunger πόθος el ρήγμα chasm crack split χάσμα el ρευστός fluent volatile ρέω χρήμα el ριψοκινδυνεύω risk take a chance κινδυνεύω ρίπτω el ρύση Reconstruction:Proto-Indo-European/srew- καταρρέω ρέω ῥύσις el σαΐτα arrow shuttle κερκίδα τόξο el σαθρός rickety rotten κλούβιος σάπιος el σατανικός satanic Σατανάς κακός σατανισμός el σεντούκι chest coffer trunk صندوق el σκαλιστήρι cultivator ακουμπιστήρι αξίνα σκαλίζω el σοφιστεία sophism sophistry σοφία σοφός el σπήλαιο cave cove fyell спила el σπιτονοικοκύρης landlord εκμισθωτής ενοικιαστής σπίτι el στάλα bead dash raindrop ενσταλάζω el στέφανα στέφω στεφάνη στεφάνι φωτοστέφανο el στέφανο στέφω στεφάνη στεφάνι φωτοστέφανο el στήνω fix pitch rig set el στειρωτικός στείρος στείρωση στειρότητα στειρώνω el στενοχώρια θλίψη μπελάς στενοχωρώ φασαρία el συζυγία conjugation syzygy ζυγός σύζυγος el συκοφαντία defamation slander συκοφάντης φαντάζω el συκοφαντώ defame slander συκοφάντης φαντάζω el συμβιβάζω -βιβάζω compound conciliate reconcile el συνάντηση date encounter tryst συναντάω el συνέδριο colloquium conference congress συνέδριον el συναγωνισμός competition contest rivalry άμιλλα el συναδελφικότητα camaraderie comradeship fellowship solidarity el σχολαστικός fussy pedant pedantic punctilious el σύζευξη conjugation conjunction coupling union el τήκω fuse melt λιώνω χύνω el ταραχή disorder trouble turmoil ταράζω el τριάδα leash trinity τρία τρίο el τρυπητός perforated τρυπάω τρυπημένος τρύπα el τρωγλοδύτης troglodyte wren δύω τρωγλοδύτης el υπνωτικός hypnotic soporific ηρεμιστικός καταπραϋντικός el υποδεικνύω finger recommend δεικνύω υπόδειξη el υπόδειγμα pattern standard δείγμα πρότυπο el υπόχρεος obliged υποχρέωση υποχρεωτικός υποχρεώνω el φάση phase stage step περίοδος el φευγαλέος elusive furtive transient φεύγω el φθίση consumption φθίσις φυματίωση χτικιό el φθονερός covetous envious invidious jealous el φλάμμουρος Flamur flamur flamură flãmburã el φλαμουριά ash tree basswood flamma linden el φλασκί flasco flask μπουκάλι τσίτσα el φοβισμένος fearful scared τρομαγμένος φόβος el φορεσιά φοράω φόρεμα فراجه فرجية el φρούριο castle fortress stronghold φρουρά el φυγή flight fugue φεύγω φυγάς el χαχανητό snigger χάχανο χάχας χαχανίζω el χαϊδευτικό endearment sobriquet term of endearment χαϊδεύω el χειροπιαστός tangible απτός συγκεκριμένος χειρ el χλοοτάπητας turf γκαζόν γρασίδι τάπητας el χρήστης user άχρηστος πρεζάκιας πρεζόνι el χρεώστης οφειλέτης χρεωστώ χρεώνω χρωστάω el χρονοτριβή lag loitering τρίβω χρόνος el χρονοτριβώ lag procrastinate τρίβω χρόνος el χρυσαλλίδα chrysalis nymph pupa νύμφη el ως εκ τούτου thereby εξού λοιπόν τούτος el όνειδος disgrace αίσχος ντροπή ὄνειδος el -η άμπωτη διήθηση υπόψη el -μαντεία -mancy μάντης μαντεία el -ψήφιος μονο- ψήφος ψηφίο el Αργείος Argive Άργος Ἀργεῖος el Αργώ Argo Argo Navis Ἀργώ el Αρμάνος Aromanian Βλάχος βλάχος el Αρταξέρξης Ahasuerus Artaxerxes Ἀρταξέρξης el Βασιλεία Basel Βασίλειος βασιλεία el Βύβλος Bible Byblos Βύβλος el Γαλατία Galata Gaul Γαλατία el Γαλιλαία Galilee Γαλιλαία גליל el Γολγοθάς Calvary Golgotha Γολγοθᾶ el Δαρείος Darius Δαρεῖος 𐎭𐎠𐎼𐎹𐎺𐎢𐏁 el Εγκέλαδος Enceladus earthquake Ἐγκέλαδος el Ελληνική Δημοκρατία Hellas Hellenic Republic Ελλάς el Επιμηθέας Epimetheus Προμηθέας Ἐπιμηθεύς el Εστία Hestia Vesta Ἑστία el Ευσέβιος Eusebius Εὐσέβιος ευσεβής el Εφιάλτης Ephialtes Judas Ἐφιάλτης el Ζαχαρίας Zachary Zechariah Ζαχαρίας el Θεσσαλονικιά Thessalonian Θεσσαλονίκη θεσσαλονικιώτικος el Θεσσαλονικιός Thessalonian Θεσσαλονίκη θεσσαλονικιώτικος el Ιακώβ Jacob James Ἰακώβ el Ισραηλίτης Jew Εβραίος Ιουδαίος el Ισραηλίτισσα Jew Εβραία Ιουδαία el Κέλσιος βαθμός Κέλβιν βαθμός Κελσίου κλίμακα Κελσίου el Καναδέζα Canadian Καναδάς Καναδή el Καναδέζος Canadian Καναδάς Καναδός el Κελσίου βαθμός Κέλβιν βαθμός Κελσίου κλίμακα Κελσίου el Κνωσός Knossos Κνωσσός Κνωσός el Λάτιο Latium Lazio Λάτιον el Λουδοβίκος Louis Ludovicus Լյուդովիկոս el Μάνος Εμμανουήλ Μανόλης Μανώλης el Μήλος Milos Μῆλος ミロス el Μανωλιός Εμμανουήλ Μανόλης Μανώλης el Μασσαλιώτης Marseillais Μασσαλία Μασσαλιώτης el Νεάπολη Naples Neapoli Νεάπολις el Ξέρξης Xerxes Ξέρξης 𐎧𐏁𐎹𐎠𐎼𐏁𐎠 el Οφιούχος Ophiuchus Όφις όφις el Ρεβέκκα Rebecca Rebekah Ῥεβέκκα el Σαλαμινία Κούλουρη Σαλαμίνα Σαλαμινία el Σειρήνα siren Σειρήν σύρω el Σιδών Sidon Σιδών 𐤑𐤉𐤃𐤅𐤍 el Σκανδιναβία Nordic countries Scandinavia Scandinavian Peninsula el Σουσάννα Susan Susanna Σουσάννα el Σοφία Sophia σοφία σοφός el Στέφανος Stephen Στέφανος στέφω el Τουρκαλβανός Bergtürken Turco-Albanian Turkalbaner el Τσιγγάνοι zingaro Αθίγγανοι Ρομά el Υάκινθος Hyacinth Hyacinthus Ὑάκινθος el Φάτα Μοργκάνα Fata Morgana Morgan le Fay fata Morgana el Φίλιπποι Philippi Φίλιπποι Φίλιππος el Χάρος Charon death Χάρων el άφωνος speechless φωνάζω φωνή el έγκυρος valid εγ- ενημέρωση el έκνομος extralegal illegal illicit el έκσταση ecstasy στάση ἔκστασις el έλξη appeal attraction έλκω el έμφυτος immanent inbred innate el ένδειξη index note δείχνω el ένοικος occupant resident tenant el έξωση eviction εξώστης ξεσπίτωμα el έσχατος terminal τελικός ἔσχατος el ίζημα deposit precipitate ἵζημα el αντιπαραδοσιακός antitraditional nontraditional untraditional el αντιπερισπασμός diversion red herring σπάζω el αντιστάθμιση compensation equipoise trade-off el αντιστροφή inversion αντιμετάθεση αντιστρέφω el αντιφατικός contradictory αντίφαση αντιφάσκω el αξεπέραστος insuperable insurmountable περνάω el απιστία κεράτωμα μοιχεία ἀπιστία el αποτρεπτικός deterrent αποτρέπω αποτροπή el αποτρόπαιος heinous outrageous αποτρέπω el αποφλοιώνω bark hull peel el απρέπεια impertinence γαϊδουριά πουστιά el απρόβλεπτος casual unforeseen βλέπω el απωθητικός αηδής αηδιαστικός ελκυστικός el απόειδα απέβλεψα αποβλέπω βλέπω el απόφθεγμα apothegm saw saying el απύθμενος abysmal abyssal ξέκωλος el αραιοϋφασμένος αγανός αραιός κρουστός el αργυρός argent silver/translations άργυρος el αρθρώνω articulate pronounce utter el αριστοκρατικότητα nobility αριστοκράτης αριστοκρατία el αρματωσιά rig άρμα αρματώνω el αρχέγονος primeval primordial απόγονος el ασβεστώνω whitewash ασβέστης ασβέστιο el αστραπιαίος lightning lightning fast αστραπή el αστόλιστος ακόσμητος στολή στολίζω el ασυγκράτητος rampant unrestrained θυελλώδης el ασυμφώνητος συμφωνημένος συμφωνώ φωνή el ασυνάρτητος discursive incoherent ανακόλουθος el ασυνέχεια discontinuity incoherence συνέχεια el αυξομειούμενος αυξομειωμένος αυξομειώνομαι αυξομειώνω el αυτοκαταστρέφομαι self-destruct καταστρέφω στρέφω el αυτοσχεδιάζω freestyle improvise σχεδιάζω el αφαιρέσιμος removable αναφαίρετος αφαιρώ el αφαιρετέος αναφαίρετος αφαιρώ μειωτέος el αφηγητικός αφήγηση αφηγήτρια αφηγητής el αφοσίωση attachment devotion αφοσιώνομαι el αχνός light αμυδρός θαμπός el βάβω μάμμη μπαμπάς νόνα el βέργα Appendix:Greek Swadesh list stick virga el βαθμίδα step σκαλί ἀναβαθμίς el βαρβαρισμός barbarism βάρβαρος μαργαριτάρι el βαρύαυλος φαγκοτίστα φαγκοτίστας φαγκότο el βδελυρός αηδής αηδιαστικός βδέλυγμα el βεβηλώνω defile desecrate profane el βελτιστοποίηση optimization performance βελτιώνω el βολή shot βάλλω σουτ el βομβίνος bumblebee βόμβος μπάμπουρας el βουνί ακροβούνι βουνοκορφή βουνό el βραχνός hoarse husky χοντρός el βρομίζω βρομάω βρόμη βρόμικος el βρομιάρης βρομάω βρόμη βρόμικος el βρυσομάνα fountainhead βρύση πηγή el βύνη malt βύνη κριθάρι el γέννημα γέννηση γεννάω φαντασία el γεωγραφικό ύψος γεωγραφικό γεωγραφικός ύψος el γιαρκόν giargone jargon jargoon el γιγάντιος γίγαντας πελώριος τεράστιος el γλέντι celebration eğlence γλεντώ el γλυκοκοιτάζω ogle κοιτάζω κοιτάω el γοητευτικός enchanting γοητεία ελκυστικός el γρίπος grib гриб ایغرب el γραφειοκρατικός bureaucratic burocratic clerical el γόνος fry γένος γεννάω el δίδαγμα lesson teaching δάσκαλος el δίκοπος double-edged κοπή κόβω el δεόντως properly δέω δέων el δηκτικός mordant pungent snarky el δηλ. i.e. viz. δηλαδή el δημιουργικός creative δημιουργία δημιουργός el δημοσιονομικός financial fiscal δήμος el δημοσιοποίηση έκδοση δήμος δημοσίευση el διάβημα act démarche overture el διάκος dijak đak ђак el δια- Appendix:Greek prefixes inter- trans- el διαίσθηση insight intuition διαισθάνομαι el διαβολικός devilish impish κακός el διαγουμίζω pillage plunder sack el διαγούμισμα pillage plunder sack el διαγραφή αντιγραφή αποκοπή επικόλληση el διαδίδω εξάγω εξαγωγή προϊόν el διαδοχικά in turn successively διαδοχικός el διαδοχική διερμηνεία consecutive interpretation διαδοχικός διερμηνεία el διαθέτω possess stock θέτω el διαιρέτης divisor διαιρώ μειωτέος el διακινδυνεύω hazard risk κινδυνεύω el διακόσμηση decoration ornament διακοσμώ el διαλείπων discontinuous intermittent λείπω el διαλογικός discursive interactive διαλέγομαι el διαλογισμός contemplation meditation διαλογίζομαι el διαμαρτύρομαι expostulate protest remonstrate el διαμοιρασμένος διαμοιράζομαι διαμοιράζω μοιρασμένος el διαπρεπής eminent prominent διαπρέπω el διασυνδέω network δέω συνδέω el διατάζω command order διαταγή el διατύπωση expression redaction διατυπώνω el διαφθείρω corrupt debauch ξελογιάζω el διαχρονικός diachronic timeless χρόνος el διερεύνηση cross-examination enquiry investigation el διευθέτηση adjustment disposition settlement el διεφθαρμένος corrupt depraved tainted el δικαιοδοσία jurisdiction αναρμοδιότητα αρμοδιότητα el διμερής duplex μονομερής πολυμερής el διορθωτικό corrigendum διορθώνω διόρθωση el διπλώνω collapse fold δίπλα el δισταγμός hesitation indecision διστακτικός el διχειλικός bilabial χείλος χειλοϋπερωικός el διχόνοια discord division faction el διψομανία dipsomania διψασμένος μεθυσμένος el διωγμός persecution διώκω διώχνω el δοκησίσοφος pedant pedantic σοφός el δοκησισοφία pedantry σοφία σοφός el δοκιμαστική δοκιμαστικός οδήγηση πτήση el δριμύς acid acrid pungent el δρομάκι alley ρούγα σοκάκι el δυσάρεστος unpleasant ανεπιθύμητος ενοχλητικός el δυσαρμονία discord disharmony παραφωνία el δυσδιάκριτος dim αμυδρός ευδιάκριτος el δωροληψία bribe bribery δώρο el δύσθυμος άκεφος δυσθυμία κεφάτος el εγγεγραμμένος incircle εγ- εγγράφω el εγγράψιμος cyclic γράφω εγγράφω el εγκαινιάζω inaugurate ανεγκαινίαστος εγκαινιασμός el εγκαρτέρηση resignation καρτερώ υπομονή el εγκαρτερώ endure suffer καρτερώ el εγκαταλελειμμένος abandoned forlorn εγκαταλείπω el εγκληματικότητα crime delinquency έγκλημα el εγκλιματίζω inure ανεγκλιμάτιστος εγκλιματισμός el εγκωμιάζω praise ανεγκωμίαστος μαλώνω el εδάφιο citation passage verse el εθελοντικός spontaneous voluntary θέλω el εισδύω δύω παρεισέφρησα παρεισφρέω el εισερχόμενος inbound εισέρχομαι ερχόμενος el εκ νέου anew once again επανιδρύω el εκατονταετής centenarian centenary εκατό el εκατονταετηρίδα centennial εκατονταετία εκατό el εκδοχή version δέχομαι ἐκδοχή el εκκρίνω secrete αποκρίνω κρίνω el εκλιπών deceased departed νεκρός el εκλογέας εκλέγω ψηφοφορία ψηφοφόρος el εκρήγνυμαι burst go off έκρηξη el εκροή outflow εισροή εκρέω el εκτίμηση approximation esteem estimate el εκτροπή aberration diversion εκτρέπω el εκφωνητής announcer broadcaster φωνή el εκχώρηση concession settlement εκχωρώ el ελίσσομαι maneuver snake wind/translations el ελικοειδής helical spiral οφιοειδής el ελλιπής imperfect λίπος λείπω el εμμονή obsession έμμονος εμ- el εμπειρισμός empiricism αισθησιαρχία αισθησιοκρατία el εμπροσθοφυλακή forefront vanguard εμπρός el εν λευκώ εν λευκός λευκώ el ενίσχυση booster ενισχύω ισχύω el εννοιοκρατία conceptualism έννοια εννοώ el εννοιολογικός conceptual έννοια εννοώ el ενορία enorie enurii parish el ενσάρκωση avatar embodiment incarnation el ενστικτώδης instinctive spontaneous ένστικτο el ενταφιάζω bury earth θάβω el εντείνω intensify step up τείνω el εντευκτήριο chamber haunt resort el εντόσθια Appendix:Greek Swadesh list offal σπλάχνο el εξάλειψη elimination αλείφω εξαλείφω el εξαίσιος exquisite έξοχος γαμάτος el εξαιρώ except recuse εξαίρω el εξευτελίζω abase debase ντροπιάζω el εξομολόγηση confession ομολογία ομόλογος el εξώπορτα front door gate πύλη el επίβλεψη supervision βλέπω επιβλέπω el επίδραση effect επήρεια επιδρώ el επίζηλος αξιοζήλευτος ζήλος ζηλευτός el επίπονος painful poignant δύσκολος el επαγρύπνηση vigil vigilance προσοχή el επαγωγικός a posteriori a priori inductive el επαληθεύω check verify ανεπαλήθευτος el επαναλαμβανόμενος recursive επαναλαμβάνω επανειλημμένος el επαναληπτικός repetitive επαναλαμβάνω επανειλημμένος el επανασυνδέω αποσυνδέω δέω συνδέω el επαναφορά restoration return επαναφέρω el επανεκκινώ reboot reset restart el επαρχιώτικος country provincial επαρχία el επεξεργάζομαι process treat εργάζομαι el επιβεβαίωση attestation confirmation corroboration el επιδεικνύω exhibit δεικνύω επίδειξη el επιδεικτικός ostentatious δείχνω επίδειξη el επιδειξιομανής exhibitionist επιδειξίας επιδειξιομανία el επιζώ live survive γλιτώνω el επικάλυψη overlap επικαλύπτω κάλυψη el επικολλώ paste veneer επικόλληση el επικρατών dominant prevalent επικρατώ el επικύηση conception κύημα κύηση el επιπροσθέτως additionally besides in addition el επιρροή influence έλεγχος επήρεια el επισκοπή cathedral diocese see el επισπεύδω expedite precipitate βιάζω el επιτελείο cadre headquarters staff el επιτιμώ expostulate rebuke μαλώνω el επιφυλακτικός circumspect conservative wary el επιχορηγώ fund sponsor subsidize el επόπτης linesman overseer supervisor el ερωτοδουλειά affair liaison love affair el ερωτοτροπώ court flirt φλερτάρω el εσωστρεφής introvert introverted στρέφω el ετερο- Appendix:Greek prefixes hetero- ἕτερος el ευαισθησία idiosyncrasy sensitivity αισθητικότητα el ευκαμψία flexibility pliability κάμπτω el ευκρινής articulate unambiguous κρίνω el ευλάβεια devotion evlavie ευσέβεια el ευλογώ bless διαβάζω εὐλογέω el ευπρεπίζω groom πρέπει πρέπω el ευσεβισμός ευσέβεια ευσεβής σέβομαι el εύπορος affluent rich wealthy el εἰ i и і el ζαχαριέρα -ιέρα sugar bowl ζάχαρη el ζαχαρωμένα αποκρυσταλλώνω ζαχαρώνω φρούτο el ζευγαρώνω mate pair ζευγάρι el ζεύγμα zeugma ζεύγος ζυγός el ζηλόφθονος envious jealous ζήλος el ζυμώνω braid ferment knead el ζωικός ζωή ζώο λίπος el ζωντάνεμα ζωή ζωντανεύω ζωντανός el ζωντανά live stock ζωντανός el ζωντοχήρα divorcée ζωή ζωντανός el ηττώμαι lose ήττα υπερισχύω el θα θέλαμε Appendix:Greek phrasebook/Accommodation θέλαμε θέλω el θαμπώνω dazzle dim αντιθαμπωτικός el θανάτωση kill εκτέλεση σκοτωμός el θεοσέβεια ευσέβεια σέβας σέβομαι el θερμοπαρακαλώ ικετεύω καλώ παρακαλώ el θεώρημα theorem θεωρία θεωρώ el θεώρηση notion point of view θεωρώ el θολώνω cloud dim muddle el θρήσκος pious religious θρῆσκος el θωράκιση armor armour τεθωρακισμένα el θωριά θεωρία θεωρώ θωρώ el θύλακας Chukotka Autonomous Okrug bursa pocket el ιδιοτροπία quirk vagary παραξενιά el ιππόκαμπος hippocampus sea horse ἱππόκαμπος el ισοϋψής contour contour line level el ιστοδιεύθυνση IP address URL Uniform Resource Locator el ιταμός cheeky θρασύς ἰταμός el κάθε ένας all and sundry each everyone el κάλεσμα call invitation καλώ el κάλλιο γαϊδουρόδενε παρά γαϊδουρογύρευε a stitch in time saves nine better safe than sorry γάιδαρος el κάμινος cămin κάμινος камина el κάμψη inflection push-up κάμπτω el κάρφωμα dunk dunking καρφί el κένωση defecation evacuation kenosis el κήρυγμα homily kerygma sermon el καβγαδίζω quarrel μαλώνω τσακώνομαι el καζανάκι cistern flush σιφόν el καθίδρυμα εγκαθιδρύω ιδρύω καθιδρύω el καθίζημα precipitate καθίζω καθιζάνω el καθίζηση settlement καθίζω καθιζάνω el καθορισμένος definite καθορίζω ορισμένος el καθυστέρηση lag latency στέρηση el και άλλα και λοιπά πολλά και ούτω καθεξής και τα λοιπά el και ακόλουθα και λοιπά πολλά και ούτω καθεξής και τα λοιπά el και αλλού και λοιπά πολλά και ούτω καθεξής και τα λοιπά el καινοτόμος innovative καινοτομία πρωτοπόρος el κακοήθης malicious malignant καλοήθης el κακοκεφιάζω ακεφιά κέφι κακοκεφιά el καλόκεφος άκεφος κέφι κεφάτος el καλόσυνη goodness αγαθοσύνη αγαθότητα el καμαριέρα -ιέρα chambermaid maid el καντήλα candela candelă cãndilã el καπηλειό bar/translations pub tavern el καπόνι capo capon clapon el καρδιοειδής cordate heart-shaped καρδιόσχημος el καρποφόρος -φόρος fruitful στείρος el καρό diamond diamonds διαμάντι el κασέλα chest coffer trunk el κασεδάκι δοχείο κιβώτιο κουτί el κασούλα caciòła casula căciulă el κατάλυμα accommodation γιατάκι καταλύω el κατάλυση catalysis κατάλυσις καταλύω el καταγέλαστος αξιογέλαστος αστείος γελοίος el καταδίωξη chase persecution καταδιώκω el καταδεκτικότητα condescension ακατάδεχτος ακαταδεξία el καταδικάζω convict reprobate κατάδικος el κατακάθομαι κάθομαι καθιζάνω κατακάθι el κατακαθίζω precipitate καθίζω κατακάθι el κατακόρυφος handstand portrait vertical el κατασκήνωση camp camping summer camp el κατασκευαστής constructor maker κατασκευάζω el καταστροφικός destructive disastrous καταστρέφω el καταφερτζής go-getter καταφέρνω μάγκας el κατσαδιάζω harangue lecture μαλώνω el κελάηδημα birdsong κελαηδώ τσίου-τσίου el κελάρι cellar cellarium chilar el κερασφόρος -φόρος horned κερατάς el κερατίνη horn κέρας κέρατο el κινέω συγκίνηση συγκινητικός συγκινώ el κιόσκι kiosk stand περίπτερο el κλέφτικος κλέβω κλέφτης κλέφτικο el κληροδοτώ pass on κληρονομώ κληρονόμος el κλονισμός breakdown concussion shock el κλωσσόπουλο brood chick πουλί el κοιλότητα cavity hollow κοιλιά el κοινολεκτώ καθομιλουμένη κοινολεξία κοινόλεκτος el κοινότητα commune community κοινός el κολπισμός vaginismus κολεόσπασμος κολπόσπασμος el κολυμβήθρα baptismal font font κολυμπάω el κομματιάζω fragment shred κομμάτι el κοντάκι stock κοντάκιον قونداق el κοριτσίστικος girlish girly κορίτσι el κοροϊδία taunt κοροϊδεύω κορόιδο el κουρελής rag κουρέλι ξεβράκωτος el κούρσεμα pillage plunder sack el κραιπάλη binge debauchery decadence el κραυγαλέος loud vociferous κραυγάζω el κρεβατοκάμαρα bedroom chamber room el κρεμάμενος hanging κρεμάω κρεμασμένος el κριθαρένιος κριθάρι κριθαρόψωμο ψωμί el κριτήριο criterion standard κρίνω el κριτική criticism critique κρίνω el κροτούν αέριο κροτώ κρότος el κρούσμα case instance κρούω el κρούστα crusta scab κρουστός el κυνηγόσκυλο hound hunter κυνηγός el κυψελίδα alveolus earwax κυψέλη el κωλυσιεργώ filibuster κωλύω παρακωλύω el κωφάλαλος deaf-mute κουφός λαλώ el κόγχη alcove angle socket el κόλακας adulator courtier σφουγγοκωλάριος el κόλληση κολλάω κόλλα κόλλημα el κόνικλος rabbit κονικλοτροφείο κουνέλι el κύρος force kudos supremacy el κώλυμα deadlock hindrance κωλύω el λάγνος lascivious lecherous lustful el λέρα κάθαρμα καθίκι λερώνω el λήθαργος lethargy stupor λήθη el λίνον Reconstruction:Proto-Germanic/līną linas linum el λαίμαργος glutton gluttonous λαιμαργία el λαμπερός bright λάμπω μουντός el λαχτάρα craving hunger itch el λεηλασία pillage plunder sack el λειρί cockscomb wattle λείριον el λεσβιακός lesbian Λέσβος λεσβία el λευκοπλάστης band-aid επίδεσμος λευκός el λημέρι haunt hideout lair el λιγουλάκι λίγο λίγος λιγάκι el λιμάρω file αλιμάριστος λίμα el λογοκριμένος censored αλογόκριτος λογοκρίνω el λούσιμο bath shampoo λούζω el λυκόσκυλο German Shepherd wolfhound λύκος el λυόμενος λυμένος λύνοντας λύω el λύτρωση redemption salvation λύω el μάτσα matcha maça ماچه el μίλι mile mille milă el μίσθωση tenancy ενοικίαση μισθός el μαγαζάτορας έμπορος καταστηματάρχης μαγαζί el μαγεύω ensorcell entrance μάγος el μακέτα maquette mockup model el μαλλιαρή δημοτική ελληνικά νέα ελληνικά el μανιώδης rabid voracious μανία el μαντείο oracle μάντης μαντεία el μαρσιποφόρος -φόρος καγκουρό μάρσιπος el μαστουρωμένος high stoned κλασμένος el μεγαλοπρεπής magnificent splendid ανακτορικός el μελαγχολικός brooding desolate melancholic el μελιά ash ash tree μελία el μεμψιμοιρία self-pity μέμφομαι μοίρα el μεταβιβάζω -βιβάζω relay transfer el μεταλαμβάνω partake take part κοινωνώ el μεταπουλώ resell αμεταπούλητος απούλητος el μεταχρονολογώ χρονολογία χρονολογώ χρόνος el μεταχρονολόγηση χρονολογία χρονολόγηση χρόνος el μηδαμινός paltry petty trivial el μηδενιστής anarchist nihilist μηδέν el μηνίσκος Μήνη ημισέληνος μηνίσκος el μιγάς creole mongrel mulatto el μιμούμαι copy mock μίμος el μισθοφορικός mercenary μισθοφόρος μισθός el μοιράδι μοίρα μοιράζω μοιρασμένος el μονοψήφιος μονο- ψήφος ψηφίο el μορφασμός expression face/translations grimace el μοχθηρός fiendish malevolent malicious el μούδιασμα numbness αιμωδία αιμωδίαση el μούσκεμα drenched μουσκεμένος μουσκεύω el μπαμπόγρια κωλόγρια παλιόγρια σκατόγρια el μπαούλο chest coffer trunk el μπινιά μπινές μπινελίκι πουστιά el μπιφτέκι beefsteak steak χάμπουργκερ el μπλέκω tangle μπερδεύω πλέκω el μπολιάζω εμβολιάζω κουτσομπολεύω μπόλι el μπούμπουρας μέλισσα μελισσοκόμος μπάμπουρας el μυλωνάς miller αλευροβιομήχανος μύλος el μυστικοσύμβουλος privy councillor repository σύμβουλος el μόσχος civet mosc मुष्क el μύρισμα mireasmă njurizmã миризма el μύρον mir mire miris el νάρθηκας cast narthex νάρθηξ el να ανοίξει το δρόμο pave the way ανοίξει δρόμος el νεροσυρμή αυλάκι αυλακιά συρμή el νευρόσπαστο fidget ανάδεμα σπάζω el νηοπομπή convoy πέμπω πομπή el νοθεύω adulterate alloy doctor el νοικάρης εκμισθωτής ενοικιαστής μισθωτής el νομοθετώ legislate θέτω νομοθεσία el νοοτροπία culture idiosyncrasy mentality el νοτερός damp humid moist el νταμιτζάνα dame-jeanne demijohn μπουκάλα el νυσταγμένος drowsy sleepy νυστάζω el νυχτοπούλι night owl night person πουλί el ξάγναντο αγνάντιο αγναντεύω ξαγναντεύω el ξαναμοίρασμα αναδασμός αναδιανομή ανακατανομή el ξαναμοιρασμένος μοιρασμένος ξαναμοιράζομαι ξαναμοιράζω el ξαράχνιασμα αράχνη αραχνιάζω ξαραχνιάζω el ξεγελάω fool απατώ εξαπατώ el ξεγελώ con outsmart γελάω el ξεκάθαρος definite unequivocal αμυδρός el ξεκουμπώνω unbutton unfasten κουμπώνω el ξεναγός cicerone guide ξένος el ξενομανία xenomania ξενοφιλία ξενοφοβία el ξενύχτης night owl night person ξενυχτάω el ξεφεύγω escape get away with φεύγω el ξεφωνίζω κράζω φωνάζω φωνή el οίκημα οίκος οἴκημα σπίτι el ολιγο- λίγος ολίγος ὀλιγο- el ομοφυλοφιλικός γκέι ομοφυλοφιλία ομοφυλόφιλος el ονειρομαντεία oneiromancy ονειροκρίτης όνειρο el οπίσθιος Appendix:Greek vocabulary/Motoring hinder posterior el οργάνωση body organization όργανο el οροθετώ delimit demarcate θέτω el ουρήθρα urethra ουρώ οὐρήθρα el ουροδοχείο bedpan γιογιό καθίκι el οφειλή οφείλω οφειλέτης όφελος el ούρηση urination κατούρημα χέσιμο el πάλλομαι leap μονοπαλλόμενο πολυπαλλόμενο el πάντως after all anyway in any case el πάνω κάτω give or take odd άνω κάτω el πάσσαλος pale post stake el πάσχω suffer from πάθος παθαίνω el παίδαρος γκόμενος κούκλος παιδί el παθητικός ενεργητικός μεσοπαθητικός πάθος el παιχνιδότοπος playground παιδική χαρά παιδότοπος el πακετάρισμα package πακέτο πακετάρω el παλαιο- Appendix:Greek prefixes paleo- παλιο- el παλιογυναίκα tramp βρομοθήλυκο βρωμοθήλυκο el παπαριά παπάρα παπάρας παπάρι el παράδοξος strange καινοφανής παράδοξος el παράθεμα citation quotation quote el παράφρων demented deranged insane el παρίσταμαι attend αναπαριστάνω παριστάνω el παραγκούπολη shantytown slum παράγκα el παραγραφή lapse prescription παραγράφω el παραγωγή deduction production μαζικός el παραδοχή δέχομαι ομολογία παραδέχομαι el παραθέτω quote θέτω παράθημα el παρακαμπτήριος bypass κάμπτω παρακάμπτω el παραπατώ stagger totter waddle el παραπλήσιος approximate like πλησιάζω el παραπομπή citation παραπέμπω πομπή el παρατηρώ note notice observe el παρερμηνεύω misconstrue misinterpret ερμηνεύω el παρθενιά Παρθένος παρθένα παρθένος el παροχή flow διανομή παράδοση el παστρεύω pãstrescu păstra пастря el πατατοσαλάτα Appendix:Greek phrasebook/Food and drink potato salad σαλάτα el πατημασιά track αποτύπωμα χνάρι el πειθαναγκασμός ανάγκη πείθω πειθαναγκάζω el πειθαρχία discipline obedience πείθω el πειραματικός experimental trial πειραματίζομαι el πειστήριο evidence exhibit πείθω el πενιχρός meager λίγος λιγοστός el πεπερασμένος finite περασμένος περνάω el περίσκεψη caution discretion σκέφτομαι el περίφημος famous great ακουστός el περιέχω compose hold έχω el περικομμένος truncate περικόβω περικόπτω el περιλαμβάνω compose comprehend encompass el περιληπτικός brief collective synoptic el περιοδεία tour περίοδος περιήγηση el περιοδεύω tour περίοδος περιοδεύων el περιπλανώμενος errant rover wandering el περισυλλέγω λέγω συλλέγω συνελέγην el περισυλλογή contemplation meditation συλλέγω el πετάννυμι petë pjetem pjetë el πηκτή aspic jelly piftie el πιστοποίηση authentication πείθω πιστοποιώ el πιτυρίδα dandruff scurf λέπι el πλάτεμα πλάτη πλατεία πλατύς el πλήγμα wound πλήττω πλῆγμα el πλήξη boredom πλήττω πλῆξις el πλήρωμα crew pleroma pléroma el πλαστογραφώ copy counterfeit πλαστογραφία el πλειάδα constellation pleiad tuple el πλειοψηφία majority plurality ψήφος el πλεκτό knitting πλέξιμο τρίκο el πληροφορούμαι learn μαθαίνω ξέρω el πλιάτσικο pillage plunder κατσαπλιάς el πνίγομαι choke drown smother el πνευματώδης humorous salty πνεύμα el πνιγμονή choking suffocation πνίγω el ποιμενικός bucolic pastoral ποιμαίνω el πολίτευμα polity regime πόλη el πολεμοχαρής hawkish trigger-happy warlike el πολλαπλότητα multiplicity plurality πολλαπλασιάζω el πολυλογία circumlocution garrulity verbosity el πολύγλωσσος multilingual polyglot πολύγλωσσος el πολύσημος figurative polysemous πωλήσιμος el πομπώδης grandiloquent πέμπω πομπή el πορνό porn porno πόρνη el πορτοφόλι purse wallet κεμέρι el ποταπός base despicable low el πουδράρισμα πουδράρω πουδριέρα πούδρα el προάγγελος harbinger herald άγγελος el προάγω forward άγω προαγωγή el προαίσθημα hunch premonition προαισθάνομαι el προαιρετικός alternative optional voluntary el προανάκρουσμα ανακρούω κρούω προσκρούω el προβάλλω display project βάλλω el προβλέψιμος predictable βλέπω προβλέπω el προικισμένος talented well-endowed ταλαντούχος el προλεχθείς abovesaid aforementioned aforesaid el προλογίζω preface λογίζομαι πρόλογος el προμήνυμα μήνυμα μηνύω προμηνύω el προοπτική perspective view vista el προσάρτηση annexation attachment προσαρτώ el προσαγορεύω αγορεύω αναγορεύω απαγορεύω el προσερχόμενος in ερχόμενος προσέρχομαι el προσευχητάρι εύχομαι προσευχή προσεύχομαι el προσποιούμαι affect feign pretend el προτροπή encouragement prompt προτρέπω el προφανής obvious palpable προφανώς el προχρονολογώ χρονολογία χρονολογώ χρόνος el προχρονολόγηση χρονολογία χρονολόγηση χρόνος el πρωτολογισμός protologism άπαξ λεγόμενον λεξιπλασία el πρωτοποριακός groundbreaking original πρωτοπόρος el πρόβλεψη contemplation βλέπω προβλέπω el πρόσκαιρος fleeting transient εφήμερος el πρότερος antecedent past προηγούμενος el πτέρυγα wing πτέρυξ πτερύγιο el ράγα rail track ρώγα el ράπτης tailor ράβω ράπτω el ρέψιμο belch burp ρεύομαι el ρίγος quiver tremor ῥῖγος el ραφή stitch suture ῥαφή el ρεγχάζω ροχάλισμα ροχαλίζω ροχαλητό el ρευστοποιώ λιώνω ρέω χύνω el ρευστό cash fluid χρήμα el ρευστότητα flux liquidity ρέω el ρητός explicit rational unequivocal el ρινικός ένρινος έρρινος ερρινοποίηση el ρινολαλία ενρινότητα ερρινισμός ερρινότητα el ροκανίδι chip sawdust swarf el ρυθμίζω adjust configure set el ρυπαρός nasty soiled βρόμικος el ρωμαιοκαθολικός Catholic Roman Roman Catholic el ρόπτρο doorknocker πόμολο ῥόπτρον el σάτιρα lampoon libel satire el σακί sack μπούρδα σάκος el σαλαμούρα salamură salimuria saramură el σανδάλι sandal πέδιλο παπούτσι el σαστισμένος baffled perplexed σαστίζω el σεβαστός σέβας σέβομαι σεβασμός el σελιδοποίηση layout pagination σελίδα el σεξοβόμβα bomb bombshell βόμβα el σημαδεμένος scarface σημάδι σημαδεύω el σημαδούρα buoy σημάδι شماندره el σκασίλα μου give a shit στ' αρχίδια μου στα παπάρια μου el σκεπτικό ratio decidendi rationale σκέφτομαι el σκιάζω cloud shadow τρομάζω el σκληρόκαρδος callous hardhearted obdurate el σκυλί που γαβγίζει δεν δαγκώνει all bark and no bite barking dogs seldom bite one's bark is worse than one's bite el σουρβιά service tree shurbë sorb el σουρώνω strain διηθώ στραγγίζω el σοφιστής sophist σοφιστής σοφός el σπαγκοραμμένος σπάγγος τσιγκούνης φραγκοφονιάς el σπαζοκεφαλιά brainteaser conundrum σπάζω el σπινθήρας spark σπίθα σπινθήρ el σποραδικά every so often sporadically περιστασιακά el στάβλος stable stabulum στάνη el στέφανος στέφω στεφάνη στεφάνι el στέψη coronation στέμμα στέφω el στέω estar state sto el σταυρόνημα crosshair reticle σταυρός el στεναχωρεμένος στεναχωριέμαι στεναχωρούμαι στενοχωρώ el στενοχωρεμένος στενοχωριέμαι στενοχωρούμαι στενοχωρώ el στοιχειοθετώ set typeset θέτω el στου διαβόλου τη μάνα Woop Woop back of beyond middle of nowhere el στουπί tow διάναξη καλαφάτισμα el στοχασμός contemplation meditation στοχάζομαι el στρίφωμα hem γύρισμα στρίβω el στραβός wrong κουτσός στρέφω el στρείδι cockle istiridye oyster el στριμώχνω corner mob squeeze el στριφτός στρέφω στρίβω στριμμένος el στρόβιλος turbine αεριοστρόβιλος στρέφω el στρόφαλος crank στρέφω στροφαλοφόρος el συγκάλυψη dissimulation secretion κάλυψη el συγκαλύπτω dissimulate αποκρύπτω καλύπτω el συγκλίνω converge αποκλίνω κλίνω el συγχέω becloud confuse muddle el συκοφαντικός defamatory συκοφάντης φαντάζω el συμμετέχω participate έχω μετέχω el συμμορία bunch crew ληστής el συμπαίκτης partner teammate εμπαίζω el συμπαίκτρια partner teammate εμπαίζω el συμπαιγνία collusion εμπαίζω συνεννόηση el συμπλέκω complex πλέκω πλέχτηκα el συμπλήρωμα accessory complement supplement el συμπτύσσω compact retract shorten el συμφωνηθείς συμφωνημένος συμφωνώ φωνή el συμφωνών συμφωνημένος συμφωνώ φωνή el συμψηφισμός compensation set-off ψήφος el συνάδελφος colleague comrade mate el συναγωνίζομαι αγωνίζομαι ανταγωνίζομαι διαγωνίζομαι el συναναστροφή bee αναστρέφω συναναστρέφομαι el συναρπαστικός exciting fascinating αρπάζω el συνδιάσκεψη conference διασκέπτομαι συνδιασκέπτομαι el συνεννοήσιμος εννοώ συνεννοούμαι συνεννόηση el συνθέτω compose compound θέτω el συννεφιάζω becloud cloud σύννεφο el συνομιλώ chat discourse talk el συνοπτικός brief succinct synoptic el συνορεύω σύνορο σύνορον όρος el συντετριμμένος contrite συντρίβω τρίβω el συντροφικότητα camaraderie companionship company el συσκοτίζω becloud black out χύνω el συστολή systole ντροπή συστολή el σφάζω butcher slaughter σφαγή