User:Jberkel/lists/wanted/20190901/el/data

From Wiktionary, the free dictionary
Jump to navigation Jump to search
el	έλλειψη	dearth	ellipsis	paucity	scarcity	ένδεια	ανεπάρκεια	επάρκεια	λείπω	ἔλλειψις
el	-ίζω	-ίζω	-ίστρια	-ιστής	-ιστί	γιουχαΐζω	γκουγκλίζω	νταραβερίζομαι	παρφουμάρω
el	εξαιρετικά	exceptionally	απαίσια	γαμάτα	εκπληκτικά	εξόχως	τέλεια	υπέροχα	υπερόχως
el	κάσα	case	coffin	jamb	δοχείο	κιβώτιο	κουτί	νεκροκρέβατο	φέρετρο
el	οπίσθια	ass	bum	butt	buttock	έδρα	πισινός	ποπός	πρωκτός
el	προσφορά	bid	offer	proposal	quote	special	supply	προσφορά	τροφοδοσία
el	ανδρικό μόριο	καυλί	μαλαπέρδα	πέος	πουλί	πούτσος	τσουτσούνι	ψωλή
el	απεχθής	heinous	invidious	nasty	αηδής	αηδιαστικός	απέχθεια	απεχθάνομαι
el	αποκοπή	apocope	cut	severance	truncation	αποκόπτω	κοπή	ἀποκοπή
el	δυσνόητος	abstract	abstruse	tricky	ακατάληπτος	ακαταλαβίστικος	ακατανόητος	δύσκολος
el	κάτουρο	pee	piss	κατουρλιό	κατουρώ	πιπί	τσίσα	τσίσια
el	καθορίζω	determine	name	order	set	stipulate	ορίζω	όρος
el	κερασός	Kirsche	cereja	kiraz	kirse	kirsikka	kirsuber	sareza
el	περικοπή	citation	passage	pericope	quote	truncation	κοπή	περικόπτω
el	πλέγμα	fabric	grill	net	network	tissue	wattle	web
el	σαστίζω	astound	baffle	bewilder	confuse	flabbergast	nonplus	perplex
el	σύνοψη	abbreviation	abstract	compendium	resume	summary	synopsis	περίληψη
el	φοβητσιάρης	coward	shy	wimp	yellow	φόβος	χέστης	χεζάς
el	ψωμάς	αρτοποιός	αρτοπώλης	αρτοπώλισσα	φουρνάρισσα	φούρναρης	ψωμάδικο	ψωμί
el	έξοχος	eminent	excellent	wonderful	worthy	εξόχως	υπέροχος
el	ανίκανος	feckless	inept	αναρμόδιος	ανεπαρκής	επαρκής	ικανός
el	ζωο-	ζωή	ζωντόβολο	ζωώδης	ζώδιο	ζώο	πειραματόζωο
el	θεωρητικός	abstract	theoretical	theoretician	ακαδημαϊκός	θεωρία	θεωρώ
el	κακία	evil	malice	αρετή	αφορμή	γινάτι	κακός
el	καταραμένος	accursed	cursed	damned	γαμημένος	κατάρα	μαλακισμένος
el	κύων	Reconstruction:Proto-Indo-European/ḱwṓ	hund	Μέγας Κύων	Μικρός Κύων	κυνηγός	σκύλος
el	ουρλιάζω	howl	scream	yell	γκρινιάζω	κραυγάζω	ωρύομαι
el	συντριβή	destruction	devastation	distress	grief	συντρίβω	τρίβω
el	τηλεθεαματικότητα	viewership	ακροαματικότητα	αναγνωσιμότητα	θεαματικότητα	τηλε-	τηλεθέαση
el	τρομοκρατώ	terrify	terrorise	terrorize	τρομοκράτης	τρομοκρατία	τρόμος
el	υβριστικός	derogatory	βρίζω	βρισίδι	βρισιά	ύβρις	ὑβριστικός
el	φανταστικά	απαίσια	γαμάτα	εκπληκτικά	τέλεια	υπέροχα	υπερόχως
el	χάραμα	ανατολή	αυγή	ξημέρωμα	σούρουπο	χαράζει	χαράζω
el	ωφέλεια	benefit	κέρδος	ωφελούμαι	ωφελώ	όφελος	ὠφέλεια
el	Σαλονίκη	Selanik	Sãrunã	Thessaloniki	Θεσσαλονίκη	سالونيك
el	άτονος	flat	languorous	listless	tepid	νεκρός
el	άυλος	disembodied	ghostly	incorporeal	intangible	ύλη
el	άφθονος	affluent	fat	lavish	λίγος	λιγοστός
el	έτσι κι αλλιώς	anyway	one way or another	έτσι	ούτως ή άλλως	όπως και να έχει
el	απεσταλμένος	delegate	emissary	legate	αποστέλλω	στέλλω
el	αποδέκτης	addressee	receiver	receptacle	recipient	αποδοχή
el	αποκηρύσσω	abandon	disown	forsake	recant	repudiate
el	απόγειο	acme	apex	apogee	zenith	αθέρας
el	απόσταγμα	abstract	distillation	αποστάζω	στάζω	σταγόνα
el	αφορισμός	aphorism	excommunication	ανάθεμα	όρος	ἀφορισμός
el	αψύς	acrid	pungent	sharp	spicy	tangy
el	βλάβη	breakdown	harm	αβλαβής	βλάπτω	επιβλαβής
el	βλαβερός	άκακος	αβλαβής	ακίνδυνος	βλάπτω	επιβλαβής
el	γυαλίζω	polish	sheen	αγυάλιστος	γυαλί	γυαλιστερός
el	δερβίσης	Dervish	dervish	derviş	dlgwš	درویش
el	διαγράφω	black out	cancel	delete	strike	uninstall
el	διαυγής	clear	translucent	αθόλωτος	διαφανής	διαύγεια
el	διοίκηση	command	management	regime	διοίκησις	μάνατζμεντ
el	εκπλήσσω	amaze	astonish	surprise	έκπληξη	αιφνιδιάζω
el	εκπληκτικός	amazing	surprising	wonderful	γαμάτος	υπέροχος
el	ενεργούμενο	energumen	instrument	pawn	tool	ενεργούμενος
el	εξαντλώ	consume	wear out	ξεκωλιάζω	ξεκωλώνω	στραγγίζω
el	επιζήμιος	baneful	inimical	άκακος	αβλαβής	ακίνδυνος
el	ερημίτης	hermit	loner	recluse	έρημος	πάγουρος
el	εύγε	hurrah	way to go	well done	αίσχος	ντροπή
el	εύθυμος	gay	Ευθυμία	άκεφος	ευθυμία	κεφάτος
el	ζευγάρωμα	coupling	mating	sexual intercourse	ζευγάρι	συνουσία
el	θα ήθελα	Appendix:Greek phrasebook/Accommodation	Appendix:Greek phrasebook/Shopping	would like	ήθελα	θέλω
el	θανατηφόρος	-φόρος	baneful	killer	lethal	pernicious
el	θλιβερός	bleak	pathetic	θλίβω	θλίψη	θλιμμένος
el	ιδιότροπος	fussy	wayward	ανάποδος	δύσκολος	παράξενος
el	ισχυρογνωμοσύνη	obduracy	obstinacy	stubbornness	γινάτι	πείσμα
el	καίτοι	albeit	but	though	while	αν και
el	κακομαθημένος	spoiled	spoilt	καλομαθημένος	μαθαίνω	μαθημένος
el	κακομοίρης	poor	καημένος	καλομοίρης	μοίρα	ταλαίπωρος
el	καλομαθαίνω	coddle	indulge	pamper	spoil	μαθαίνω
el	κατάπληξη	amazement	astonishment	awe	disbelief	καταπληκτικός
el	καταγωγή	ancestry	background	birth	line	origin
el	καταδέχομαι	condescend	deign	ακατάδεχτος	ακαταδεξία	δέχομαι
el	καταπλήσσω	amaze	astound	awe	flabbergast	καταπληκτικός
el	κλέπτω	κρύβω	κόβω	ράβω	σκάβω	στρίβω
el	κοσμικός	cosmic	mundane	secular	worldly	κόσμος
el	λαχταρώ	ache for	hunger	itch	long	yearn
el	λογοδιάρροια	logorrhea	verbal diarrhea	διάρροια	διαρρέω	λόγος
el	μειωτικός	derogatory	diminutive	disparaging	meiotic	pejorative
el	μελαγχολία	gloom	melancholy	melancolie	milanculii	მელანქოლია
el	μεταμορφώνω	transform	turn into	μεταμορφόω	μεταμόρφωση	μορφή
el	μηνάω	αμήνυτος	διαμηνύω	μήνυμα	μηνύω	προμηνύω
el	ξεχείλισμα	outpouring	overflow	ξεχειλίζω	υπερχείλιση	χείλος
el	παράκαμψη	bypass	detour	diversion	shortcut	παρακάμπτω
el	παρωνύμιο	cognomen	επωνυμία	παρατσούκλι	πατρωνυμικός	όνομα
el	πενία	indigence	penury	ένδεια	αδεκαρία	φτώχια
el	πληγή	pest	plague	sore	wound	πλήττω
el	ποθώ	desire	hunger	love	lust	θέλω
el	πρωΐ	Reconstruction:Proto-Albanian/prōjena	perëndoj	prehër	prej	prëhën
el	πρόνοια	foresight	pronoia	providence	welfare	προσοχή
el	πρόστυχος	ignoble	lewd	nasty	vile	vulgar
el	πυγή	έδρα	κωλοτρυπίδα	κώλος	πηγή	πρωκτός
el	ρύθμιση	adjustment	disposition	mode	regulation	έλεγχος
el	σαφής	definite	explicit	perspicuous	unambiguous	unequivocal
el	σαχλός	corny	insipid	schmaltzy	silly	soppy
el	σελήνη	Moon	moon	new moon	Σελήνη	φεγγάρι
el	στύλος	pillar	post	shaft	stanchion	style
el	συνεπώς	consequently	άρα	επομένως	συνεπής	ώστε
el	συντηρητικός	conservative	preservative	right	ακροδεξιός	συντηρώ
el	συνωμοτώ	collude	connive	conspire	scheme	συνωμοσία
el	σόφισμα	sophism	sophistry	σοφία	σοφός	σόφισμα
el	σύγχυση	bewilderment	clutter	confusion	obfuscation	perplexity
el	τέχνασμα	device	subterfuge	wile	απάτη	κομπίνα
el	τιποτένιος	nobody	paltry	trivial	worthless	τίποτε
el	τρομακτικός	dreadful	fearful	frightening	τρομερός	τρόμος
el	υποδεικνύω	finger	recommend	δείχνω	δεικνύω	υπόδειξη
el	φανατικός	bigoted	fanatic	fanatical	idolatrous	rabid
el	φθορά	attrition	corrosion	dilapidation	fatigue	φθορά
el	φλαμούρι	ash	basswood	flamma	linden	فلامور
el	φοβισμένος	fearful	scared	έντρομος	τρομαγμένος	φόβος
el	φρικτός	awful	gruesome	terrible	απαίσιος	υπέροχος
el	χαραυγή	ανατολή	αυγή	σούρουπο	χαράζει	χαράζω
el	χυδαίος	vile	vulgar	vulgarian	αγενής	χυδαῖος
el	-αρος	-άκι	-άρα	-άρας	-αράς
el	-ικός	-ish	γεωγραφικός	ιταλικός	πουλερικό
el	-ς	-άρας	κετσές	μπαμπάς	σοφάς
el	Θεέ μου	by God	oh dear	oh my God	Θεός
el	Ιερεμίας	Jeremiah	ירמיה	Ἰερεμίας	Ἱερεμίας
el	Κούλα	Άγγελος	Βάσω	Βίκυ	Βασιλική
el	Μέλισσα	Melis	Melisa	Melissa	Μέλισσα
el	άφυλος	aracial	asexual	neuter	neutral
el	έλασμα	foil	lamina	plate	ἔλασμα
el	έμπειρος	experienced	expert	sophisticated	ἔμπειρος
el	έμπνευση	afflatus	inspiration	εμπνέω	εμπνευσμένος
el	έφοδος	attack	dash	raid	storm
el	ήπιος	bland	mild	smooth	ἤπιος
el	ίδρυση	establishment	foundation	ιδρύω	καθιδρύω
el	ανέχεια	penury	ένδεια	αδεκαρία	φτώχια
el	αντίπαλος	adversary	contender	contestant	opponent
el	απευχή	απεύχομαι	ευχή	εύχομαι	προσευχή
el	αποδεκτός	acceptable	ανορθόδοξος	αποδοχή	παραδεκτός
el	αποπομπή	ouster	αποπέμπω	εκπαραθύρωση	πομπή
el	αποσάθρωση	corrosion	degradation	αποσαθρώνομαι	αποσαθρώνω
el	αποτροπή	deterrence	prevention	αποτρέπω	ἀποτροπή
el	αποχαιρετισμός	adieu	farewell	goodbye	υποδοχή
el	απόθεμα	fund	hoard	stock	store
el	απόκρουση	answer	save	αποκρουστικός	αποκρούω
el	απόκρυφος	arcane	esoteric	αποκρύπτω	κρύβω
el	απόκρυψη	dissimulation	secretion	αποκρύπτω	κρύβω
el	αρμός	arm/translations	joint	union	ἁρμός
el	ασαφής	abstruse	fuzzy	intangible	vague
el	αταίριαστος	incongruous	ασυμβίβαστος	ταίρι	ταιριάζω
el	αφηγούμαι	rehearse	αφήγηση	αφηγήτρια	αφηγητής
el	αφρίζω	effervesce	fizz	foam	froth
el	γενεαλογία	ancestry	lineage	γένος	γενεαλογία
el	γενναιότητα	courage	fortitude	θάρρος	κουράγιο
el	γεωγραφικό μήκος	longitude	γεωγραφικό	γεωγραφικός	μήκος
el	γεωγραφικό πλάτος	latitude	γεωγραφικό	γεωγραφικός	πλάτος
el	γηρατειά	age	old age	γεράματα	νιάτα
el	γνήσιος	genuine	legitimate	ακίβδηλος	αυθεντικός
el	γοητευμένος	charmed	αγοήτευτος	γοητεία	γοητεύω
el	γυάλα	jar	γυαλί	δοχείο	θερμοκοιτίδα
el	δαγκάνα	Appendix:Greek vocabulary/Motoring	mandible	δαγκάνω	δαγκώνω
el	δειλός	coward	cowardly	yellow	θαρραλέος
el	δεξιόστροφος	clockwise	dextrorotatory	αριστερόστροφος	στρέφω
el	διάκος	dijak	diák	đak	ђак
el	διάσκεψη	seminar	διασκέπτομαι	συνδιασκέπτομαι	συνεννόηση
el	διάφραγμα	septum	shutter	φράζω	диафрагма
el	διαβιβάζω	shuttle	διαβάζω	διαμηνύω	παραγγέλλω
el	διαβολάκι	imp	pickle	urchin	διάβολος
el	διακεκομμένος	discontinuous	intermittent	διακόπτω	κόβω
el	διασκευή	cover version	remix	revision	διασκευάζω
el	διαστρέφω	belie	distort	garble	στρέφω
el	διαχείριση	administration	management	διαχειρίζομαι	μάνατζμεντ
el	διεισδύω	infiltrate	percolate	pierce	δύω
el	διερμηνεύω	interpret	διερμηνέας	διερμηνευτής	διερμηνεύτρια
el	διευκολύνω	ease	expedite	facilitate	εύκολος
el	διορθώνω	correct	fix	retrieve	διόρθωση
el	δισταγμός	hesitation	indecision	αναποφασιστικότητα	διστακτικός
el	εγκύκλιος	circular	circular letter	flyer	ἐγκύκλιος
el	εισαγωγικός	introductory	εισάγω	εισαγωγή	εισαγωγικά
el	εκκαθάριση	liquidation	purge	settlement	ανεκκαθάριστος
el	εκλεκτός	elect	fine	prime	the one
el	εκπυρσοκροτώ	discharge	go off	κροτώ	κρότος
el	ελεεινός	deplorable	disgraceful	forlorn	wretched
el	εμπρόσθιος	Appendix:Greek vocabulary/Motoring	forward	front	εμπρός
el	εντυπωσιάζω	impress	strike	εντυπωσιακός	εντύπωση
el	εξοργίζω	exasperate	infuriate	provoke	θυμώνω
el	επανάληψη	epanalepsis	repetition	επαναλαμβάνω	επανειλημμένος
el	επενδύω	δύω	επένδυση	επενδυτής	επενδύτης
el	επιδεικνύω	exhibit	δείχνω	δεικνύω	επίδειξη
el	επιδεξιότητα	ability	adroitness	dexterity	skill
el	επιμελής	assiduous	careful	meticulous	mindful
el	επιούσιος	daily bread	living	ουσία	ἐπιούσιος
el	επιστασία	supervision	επιβλέπω	επιστάτης	επιστάτρια
el	επιτομή	abstract	compendium	digest	epitome
el	ερωτευμένος	amorous	in love	ερωτεύομαι	μπούνια
el	ευνουχίζω	castrate	neuter	ευνουχισμός	στειρώνω
el	ευωχία	banquet	feast	glee	wassail
el	εχεμύθεια	discretion	reticence	secrecy	taciturnity
el	εύκαμπτος	flexible	pliable	resilient	κάμπτω
el	ζηλεμένος	αξιοζήλευτος	ζήλος	ζηλευτός	ζηλεύω
el	ζημία	damage	injury	κέρδος	όφελος
el	ζωντάνια	liveliness	vitality	ζωή	ζωντανός
el	ζωντανό	ζωή	ζωντανός	ζωντόβολο	ζώο
el	θαλασσοπούλι	seabird	γλαροπούλι	θάλασσα	πουλί
el	θαλασσόλυκος	salt/translations	seadog	θάλασσα	λύκος
el	ιπποδρόμιο	hippodrome	racecourse	racetrack	turf
el	κάλυμμα	hood	jacket	sleeve	καλύπτω
el	κάνναβη	cannabis	cãnavi	hemp	κάνναβις
el	κάφρος	kaffir	philistine	κόπανος	كافر
el	καθυστερημένος	moron	retard	slow	βλαμμένος
el	κακομαθαίνω	indulge	pamper	spoil	μαθαίνω
el	κακόκεφος	άκεφος	κέφι	κακοκεφιά	κεφάτος
el	κατάρρευση	breakdown	collapse	καταρρέω	χείλος
el	κατέχω	master	έχω	απαγάγω	ξέρω
el	κατεβάζω	download	lower	ανεβάζω	βάζω
el	κατορθώνω	achieve	attain	manage	succeed
el	καυστικός	acid	caustic	mordant	pungent
el	κοινοποίηση	carbon	notice	έκδοση	αναδημοσίευση
el	κοινότοπος	hackneyed	mundane	prosaic	trite
el	κουρσεύω	pillage	pirate	plunder	sack
el	κουτάκι	box	δοχείο	κιβώτιο	κουτί
el	κριτής	critic	judge	referee	κριτής
el	κρυπτο-	Appendix:Greek prefixes	crypto-	κρυπτός	κρύπτω
el	κωδικοποίηση	codification	encoding	κωδικοποιώ	χαρακτήρας
el	κόψιμο	cut	cutting	διάρροια	κόβω
el	κώνος	Zirbeldrüse	cone	κῶνος	χωνί
el	λαβίδα	forceps	tweezers	μασιά	τσιμπίδα
el	λαμπρότητα	glory	sheen	splendor	λάμπω
el	λανθασμένος	wrong	λάθος	λανθασμένα	λανθασμένως
el	λαχτάρα	craving	hunger	itch	επιθυμία
el	λεγόμενος	so-called	άπαξ λεγόμενον	δήθεν	λέω
el	λεηλατώ	loot	pillage	plunder	sack
el	λευκαίνω	bleach	whiten	λευκαντικό	λευκός
el	μήνυση	lawsuit	αμήνυτος	μήνυμα	μηνύω
el	μαινόμενος	furious	livid	rabid	μανία
el	μαστιγώνω	flog	whip	μαστίγιο	μαστίζω
el	μεμψιμοιρώ	cavil	γκρινιάζω	κλαίω	μέμφομαι
el	μεσο-	Appendix:Greek prefixes	meso-	μέσα	μέσο
el	μεσολαβώ	intercede	intermediate	intervene	mediate
el	μετανιωμένος	regretful	repentant	αμεταμέλητος	αμετανόητος
el	μετατροπή	μεταγραμματισμός	μεταγραφή	μετατρέπω	μετατροπέας
el	μοίρασμα	διανομή	μοιράζω	μοιρασμένος	παράδοση
el	μοιρασιά	distribution	μοιράζω	μοιρασμένα	μοιρασμένος
el	μοιχεύω	απατώ	βάζω κέρατα	κερατώνω	φοράω κέρατα
el	μπροστινός	forward	front	διπλανός	μπροστά
el	μυρώνω	anoint	mirosi	njurzescu	μυρωμένος
el	νήπιο	baby	infant	toddler	μωρό
el	ναζιάρικα	νάζι	ναζιάρα	ναζιάρης	ναζού
el	ναζιάρικος	νάζι	ναζιάρα	ναζιάρης	ναζού
el	νοσηρός	morbidity	sick	unhealthy	φαντασία
el	νταηλίκι	bravado	bullying	μαγκιά	τσαμπουκάς
el	ξαφνιάζω	startle	surprise	take aback	αιφνιδιάζω
el	ξεδιαλύνω	riddle	διαλύω	λύνω	ξελύνω
el	ξεπερασμένος	obsolete	outdated	rusty	αραχνιασμένος
el	ονειροπόλος	daydreamer	dreamer	αιθεροβάτης	όνειρο
el	οπλισμός	armor	armour	key signature	weaponry
el	ουράνωση	palatalization	ουρανικοποίηση	ουρανικός	υπερωικοποίηση
el	πάντως	after all	anyway	at any rate	in any case
el	παλιόπαιδο	brat	urchin	κωλόπαιδο	σκατόπαιδο
el	παράλυση	palsy	paralysis	παράλυσις	παραλύω
el	παραμάνα	nurse	safety pin	wet nurse	βαβά
el	παρανόμι	cognomen	handle	επωνυμία	παρατσούκλι
el	παρατήρηση	comment	note	notice	rebuke
el	πικάντικος	hot	spicy	tangy	αλμυρός
el	πλακίδιο	bar	slate	tablet	tile
el	πληκτικός	boring	plicticos	plictisi	ανιαρός
el	πλοίαρχος	captain	master	εμποροπλοίαρχος	πλέω
el	πνίξιμο	choking	drowning	suffocation	πνίγω
el	πολυμαθής	erudite	learned	polymath	μαθαίνω
el	προαναφερθείς	above-mentioned	abovesaid	aforementioned	aforesaid
el	προζύμι	sourdough	άζυμος	ζύμη	μαγιά
el	προικισμένος	talented	well-endowed	ατάλαντος	ταλαντούχος
el	προσαρμογή	adaptation	adjustment	mode	orientation
el	προσβάλλω	affect	insult	outrage	προσβολή
el	προσδιορίζω	modify	set	specify	ορίζω
el	προσδοκία	expectancy	expectation	προσδοκώ	προσδοκώμαι
el	προσευχητάριο	prayer book	εύχομαι	προσευχή	προσεύχομαι
el	προσφωνώ	hail	style	φωνάζω	φωνή
el	πρόσκληση	call	encore	invitation	invite
el	πυθμένας	bed	bottom	floor	πυθμήν
el	πόθος	craving	desire	hunger	πόθος
el	ρήγμα	chasm	crack	split	χάσμα
el	ρευστός	fluent	volatile	ρέω	χρήμα
el	σαΐτα	arrow	shuttle	κερκίδα	τόξο
el	σαθρός	rickety	rotten	κλούβιος	σάπιος
el	σατανικός	satanic	Σατανάς	κακός	σατανισμός
el	σεβαστός	Sevastopol	σέβας	σέβομαι	σεβασμός
el	σεντούκι	chest	coffer	trunk	صندوق
el	σκαλιστήρι	cultivator	ακουμπιστήρι	αξίνα	σκαλίζω
el	σοφιστεία	sophism	sophistry	σοφία	σοφός
el	σπιτονοικοκύρης	landlord	εκμισθωτής	ενοικιαστής	σπίτι
el	στάλα	bead	dash	raindrop	ενσταλάζω
el	στέφανα	στέφω	στεφάνη	στεφάνι	φωτοστέφανο
el	στέφανο	στέφω	στεφάνη	στεφάνι	φωτοστέφανο
el	στήνω	fix	pitch	rig	set
el	σταυρώνω	cross	crucify	σταυρός	σταύρωση
el	στειρωτικός	στείρος	στείρωση	στειρότητα	στειρώνω
el	στενοχώρια	θλίψη	μπελάς	στενοχωρώ	φασαρία
el	συζυγία	conjugation	syzygy	ζυγός	σύζυγος
el	συκοφαντία	defamation	slander	συκοφάντης	φαντάζω
el	συκοφαντώ	defame	slander	συκοφάντης	φαντάζω
el	συνέδριο	colloquium	conference	congress	συνέδριον
el	συναγωνισμός	competition	contest	rivalry	άμιλλα
el	συναδελφικότητα	camaraderie	comradeship	fellowship	solidarity
el	σχολαστικός	fussy	pedant	pedantic	punctilious
el	σύζευξη	conjugation	conjunction	coupling	union
el	σύνορο	boundary	frontier	limit	όρος
el	τήκω	fuse	melt	λιώνω	χύνω
el	ταξινόμηση	breakdown	categorization	classification	taxonomy
el	ταραχή	disorder	trouble	turmoil	ταράζω
el	τριάδα	leash	trinity	τρία	τρίο
el	τρομοκρατικός	terrorist	τρομοκράτης	τρομοκρατία	τρόμος
el	τρωγλοδύτης	troglodyte	wren	δύω	τρωγλοδύτης
el	τόμος	book	tome	volume	ტომი
el	υπνωτικός	hypnotic	soporific	ηρεμιστικός	καταπραϋντικός
el	υποβάλλω	subject	submit	καταθέτω	παρουσιάζω
el	υποστηρίζω	bolster	countenance	second	αλληλοϋποστηρίζομαι
el	υποφέρω	ache	anguish	suffer	χτικιάζω
el	φθίση	consumption	φθίσις	φυματίωση	χτικιό
el	φλαμουριά	ash tree	basswood	flamma	linden
el	φλασκί	flasco	flask	μπουκάλι	τσίτσα
el	φρουρός	guard	soldier	watch	φρουρά
el	φρούριο	castle	fortress	stronghold	φρουρά
el	χαιρετίζω	heretisanje	salute	χαίρω	χαιρετώ
el	χαχανητό	snigger	χάχανο	χάχας	χαχανίζω
el	χειροπιαστός	tangible	απτός	συγκεκριμένος	χειρ
el	χλοοτάπητας	turf	γκαζόν	γρασίδι	τάπητας
el	χρονοτριβή	lag	loitering	τρίβω	χρόνος
el	χρονοτριβώ	lag	procrastinate	τρίβω	χρόνος
el	χρυσαλλίδα	chrysalis	nymph	pupa	νύμφη
el	ωραιότατος	fairest	κακάσχημος	πάγκαλος	πανέμορφος
el	όνειδος	disgrace	αίσχος	ντροπή	ὄνειδος
el	-ίτης	-ide	-ite	wine
el	-α	-ly	μπομπότα	τρυγόνα
el	-ι	γκεσέμι	κεσέμι	λιμάνι
el	-ψήφιος	μονο-	ψήφος	ψηφίο
el	-ω	αμπαλάρω	αριβάρω	πιλοτάρω
el	-ώ	αεροφωτογραφίζω	φωτογραφίζω	χρονολογώ
el	Αλώπηξ	Vulpecula	αλώπηξ	ἀλώπηξ
el	Ανακρέων	Anacreon	ανακρεόντειος	Ἀνακρέων
el	Ανατολή	Anatoli	Anatolius	Анатолий
el	Αργείος	Argive	Άργος	Ἀργεῖος
el	Αργώ	Argo	Argo Navis	Ἀργώ
el	Αρμάνος	Aromanian	Βλάχος	βλάχος
el	Αρταξέρξης	Ahasuerus	Artaxerxes	Ἀρταξέρξης
el	Βύβλος	Bible	Byblos	Βύβλος
el	Γαλιλαία	Galilee	Γαλιλαία	גליל
el	Γολγοθάς	Calvary	Golgotha	Γολγοθᾶ
el	Δαρείος	Darius	Δαρεῖος	𐎭𐎠𐎼𐎹𐎺𐎢𐏁
el	Εγκέλαδος	Enceladus	earthquake	Ἐγκέλαδος
el	Ελληνική Δημοκρατία	Hellas	Hellenic Republic	Ελλάς
el	Επιμηθέας	Epimetheus	Προμηθέας	Ἐπιμηθεύς
el	Εστία	Hestia	Vesta	Ἑστία
el	Ευσέβιος	Eusebius	Εὐσέβιος	ευσεβής
el	Ζαχαρίας	Zachary	Zechariah	Ζαχαρίας
el	Θεσσαλονικιά	Thessalonian	Θεσσαλονίκη	θεσσαλονικιώτικος
el	Θεσσαλονικιός	Thessalonian	Θεσσαλονίκη	θεσσαλονικιώτικος
el	Ιακώβ	Jacob	James	Ἰακώβ
el	Ισραηλίτης	Jew	Εβραίος	Ιουδαίος
el	Ισραηλίτισσα	Jew	Εβραία	Ιουδαία
el	Κέλσιος	βαθμός Κέλβιν	βαθμός Κελσίου	κλίμακα Κελσίου
el	Καναδέζα	Canadian	Καναδάς	Καναδή
el	Καναδέζος	Canadian	Καναδάς	Καναδός
el	Κελσίου	βαθμός Κέλβιν	βαθμός Κελσίου	κλίμακα Κελσίου
el	Κνωσός	Knossos	Κνωσσός	Κνωσός
el	Λάτιο	Latium	Lazio	Λάτιον
el	Λουδοβίκος	Louis	Ludovicus	Լյուդովիկոս
el	Μήλος	Milos	Μῆλος	ミロス
el	Μασσαλιώτης	Marseillais	Μασσαλία	Μασσαλιώτης
el	Νεάπολη	Naples	Neapoli	Νεάπολις
el	Ξέρξης	Xerxes	Ξέρξης	𐎧𐏁𐎹𐎠𐎼𐏁𐎠
el	Οφιούχος	Ophiuchus	Όφις	όφις
el	Ρεβέκκα	Rebecca	Rebekah	Ῥεβέκκα
el	Σαλαμινία	Κούλουρη	Σαλαμίνα	Σαλαμινία
el	Σκανδιναβία	Nordic countries	Scandinavia	Scandinavian Peninsula
el	Σουσάννα	Susan	Susanna	Σουσάννα
el	Σοφία	Sophia	σοφία	σοφός
el	Σοφοκλής	Sophocles	Σοφοκλῆς	σοφός
el	Στέφανος	Stephen	Στέφανος	στέφω
el	Τσιγγάνοι	zingaro	Αθίγγανοι	Ρομά
el	Τύρος	Tyre	Τύρος	𐤑𐤅𐤓
el	Υάκινθος	Hyacinth	Hyacinthus	Ὑάκινθος
el	Φάτα Μοργκάνα	Fata Morgana	Morgan le Fay	fata Morgana
el	Φίλιπποι	Philippi	Φίλιπποι	Φίλιππος
el	Χάρος	Charon	death	Χάρων
el	άνεση	comfort	convenience	ἄνεσις
el	άνοστος	bland	insipid	άγλυκος
el	άνυσμα	vector	διάνυσμα	διανύω
el	άνωση	buoyancy	lift	upthrust
el	άξιος	worthy	άγω	ἄξιος
el	άφοβος	intrepid	undaunted	έντρομος
el	άφωνος	speechless	φωνάζω	φωνή
el	έκνομος	extralegal	illegal	illicit
el	έκσταση	ecstasy	στάση	ἔκστασις
el	έλξη	appeal	attraction	έλκω
el	έμφυτος	immanent	inbred	innate
el	ένδειξη	index	note	δείχνω
el	ένοικος	occupant	resident	tenant
el	έξωση	eviction	εξώστης	ξεσπίτωμα
el	έσχατος	terminal	τελικός	ἔσχατος
el	ίζημα	deposit	precipitate	ἵζημα
el	αγκυλωματιά	αγκυλώνω	αγκύλι	αγκύλωμα
el	ακαθίδρυτος	εγκαθιδρύω	επανιδρύω	ιδρύω
el	ακυνήγητος	κυνηγάω	κυνηγός	κυνηγώ
el	αλατώδης	saline	salt	salty
el	ανία	boredom	tedium	ανιαρός
el	ανερχόμενος	up-and-coming	ανέρχομαι	ερχόμενος
el	ανθολογία	compilation	ανθολογώ	ἀνθολογία
el	ανθυγιεινός	insalubrious	unhealthy	υγεία
el	ανθυποπλοίαρχος	lieutenant	lieutenant junior grade	sub-lieutenant
el	ανθυποσμηναγός	lieutenant	pilot officer	second lieutenant
el	ανικανότητα	disqualification	ανεπάρκεια	επάρκεια
el	ανισόρροπος	deranged	βλαμμένος	ρέπω
el	ανοιγμένος	αναμμένος	κεκλεισμένος	κλεισμένος
el	αντίφαση	contradiction	paradox	αντιφάσκω
el	αντιστοιχώ	correspond	αντίστοιχος	ανταποκρίνομαι
el	ανυπόδητος	barefoot	ξυπόλυτος	ἀνυπόδητος
el	ανυπόφορος	unbearable	αβίωτος	αφόρητος
el	ανύπαρκτος	absent	unreal	υπάρχω
el	αξιολογώ	assess	criticize	evaluate
el	απήδηχτος	αγάμητος	ακαλαφάτιστος	γαμημένος
el	απίστευτος	amazing	incredible	incredulous
el	απαλοιφή	elimination	αλείφω	απαλείφω
el	απεργάζομαι	engineer	scheme	εργάζομαι
el	απεσταγμένος	αποστάζω	στάζω	σταγόνα
el	αποδεδειγμένος	αναπόδεικτος	αποδεικνύω	δείχνω
el	αποθάρρυνση	damp	discouragement	gloom
el	αποκαλυπτικός	apocalyptic	revealing	αποκαλύπτω
el	αποκλεισμός	blockade	αποκλείω	αποκλεισμένος
el	αποκομμένος	αποκόβω	αποκόπτω	κόβω
el	αποκρυφισμός	occultism	αποκρύπτω	κρύβω
el	αποπειρώμαι	attempt	endeavor	essay
el	απορριμματοφόρος	απορρίπτω	απορριμματοφόρο	ρίπτω
el	αποστρέφω	avert	απόστροφος	στρέφω
el	αποσχίζομαι	secede	αποχωρώ	σκίζω
el	αποτρόπαιος	heinous	outrageous	αποτρέπω
el	αποφλοιώνω	bark	hull	peel
el	απρέπεια	impertinence	γαϊδουριά	πουστιά
el	απρόβλεπτος	casual	unforeseen	βλέπω
el	απωθητικός	αηδής	αηδιαστικός	ελκυστικός
el	απόειδα	απέβλεψα	αποβλέπω	βλέπω
el	απόκρημνος	abrupt	precipitate	γκρεμός
el	απόφθεγμα	apothegm	saw	saying
el	απύθμενος	abysmal	abyssal	ξέκωλος
el	αραιοϋφασμένος	αγανός	αραιός	κρουστός
el	αργυρός	argent	silver	άργυρος
el	αρθρώνω	articulate	pronounce	utter
el	αριστοκρατικότητα	nobility	αριστοκράτης	αριστοκρατία
el	αρχέγονος	primeval	primordial	απόγονος
el	ασβεστώνω	whitewash	ασβέστης	ασβέστιο
el	αστραπιαίος	lightning	lightning fast	αστραπή
el	ασυγκράτητος	rampant	unrestrained	θυελλώδης
el	ασυνάρτητος	discursive	incoherent	ανακόλουθος
el	ασυνέχεια	discontinuity	incoherence	συνέχεια
el	ασώματος	bodiless	disincarnate	incorporeal
el	αυταπάτη	delusion	self-deception	απάτη
el	αφαιρετέος	αναφαίρετος	αφαιρώ	μειωτέος
el	αφετηρία	start	threshold	αφέτης
el	αφηγητικός	αφήγηση	αφηγήτρια	αφηγητής
el	αφοδεύω	defecate	κάνω κακά	χέζω
el	αφόδευση	defecation	κατούρημα	χέσιμο
el	αφύσικος	artificial	paranormal	unnatural
el	αχνός	light	αμυδρός	θαμπός
el	αύρα	aura	sea breeze	αὔρα
el	βέργα	Appendix:Greek Swadesh list	stick	virga
el	βαρίδι	αντίβαρο	βάρος	βαρύτητα
el	βαρύαυλος	φαγκοτίστα	φαγκοτίστας	φαγκότο
el	βδελυρός	αηδής	αηδιαστικός	βδέλυγμα
el	βεβηλώνω	defile	desecrate	profane
el	βομβίνος	bumblebee	βόμβος	μπάμπουρας
el	βοσκότοπος	pasture	range	veld
el	βουνί	ακροβούνι	βουνοκορφή	βουνό
el	βραχνός	hoarse	husky	χοντρός
el	βρυσομάνα	fountainhead	βρύση	πηγή
el	βρωμιάρης	pig	κάθαρμα	καθίκι
el	βύνη	malt	βύνη	κριθάρι
el	γαλέα	Appendix:Greek terms for watercraft	gálya	γαλέρα
el	γεωγραφικό ύψος	γεωγραφικό	γεωγραφικός	ύψος
el	γιαρκόν	giargone	jargon	jargoon
el	γιγάντιος	γίγαντας	πελώριος	τεράστιος
el	γινόμενο	cross	product	μειωτέος
el	γκρεμίζω	precipitate	ανιδρύω	γκρεμός
el	γοητευτικός	enchanting	γοητεία	ελκυστικός
el	γραφειοκρατικός	bureaucratic	burocratic	clerical
el	δίδαγμα	lesson	teaching	δάσκαλος
el	δίκοπος	double-edged	κοπή	κόβω
el	δίωξη	action	persecution	διώχνω
el	δεόντως	properly	δέω	δέων
el	δηκτικός	mordant	pungent	snarky
el	δηλ.	i.e.	viz.	δηλαδή
el	δημαρχεύω	δήμαρχος	δημαρχία	δημαρχείο
el	δημιουργικός	creative	δημιουργία	δημιουργός
el	δημοσιονομικός	financial	fiscal	δήμος
el	δημοσιοποίηση	έκδοση	δήμος	δημοσίευση
el	διάβημα	act	démarche	overture
el	διάσπαση	chasm	decomposition	fission
el	διάταξη	array	disposition	διάρθρωση
el	δια-	Appendix:Greek prefixes	inter-	trans-
el	διαίσθηση	insight	intuition	διαισθάνομαι
el	διαγουμίζω	pillage	plunder	sack
el	διαγούμισμα	pillage	plunder	sack
el	διαδίδω	εξάγω	εξαγωγή	προϊόν
el	διαδοχικά	in turn	successively	διαδοχικός
el	διαδοχική διερμηνεία	consecutive interpretation	διαδοχικός	διερμηνεία
el	διαλείπων	discontinuous	intermittent	λείπω
el	διαλογισμός	contemplation	meditation	διαλογίζομαι
el	διαμαρτύρομαι	expostulate	protest	remonstrate
el	διαμοιρασμένος	διαμοιράζομαι	διαμοιράζω	μοιρασμένος
el	διαμόρφωση	modulation	διάρθρωση	μόρφωση
el	διαπρεπής	eminent	prominent	διαπρέπω
el	διασυνδέω	network	δέω	συνδέω
el	διαχρονικός	diachronic	timeless	χρόνος
el	διερεύνηση	cross-examination	enquiry	investigation
el	διευθέτηση	adjustment	disposition	settlement
el	δικαιοδοσία	jurisdiction	αναρμοδιότητα	αρμοδιότητα
el	διμερής	duplex	μονομερής	πολυμερής
el	διχειλικός	bilabial	χείλος	χειλοϋπερωικός
el	διχόνοια	discord	division	faction
el	διψομανία	dipsomania	διψασμένος	μεθυσμένος
el	δοκησίσοφος	pedant	pedantic	σοφός
el	δοκησισοφία	pedantry	σοφία	σοφός
el	δοκιμαστική	δοκιμαστικός	οδήγηση	πτήση
el	δριμύς	acid	acrid	pungent
el	δρομάκι	alley	ρούγα	σοκάκι
el	δυσάρεστος	unpleasant	ανεπιθύμητος	ενοχλητικός
el	δυσαρμονία	discord	disharmony	παραφωνία
el	δυσδιάκριτος	dim	αμυδρός	ευδιάκριτος
el	δωροληψία	bribe	bribery	δώρο
el	δύσθυμος	άκεφος	δυσθυμία	κεφάτος
el	εγγεγραμμένος	incircle	εγ-	εγγράφω
el	εγγράψιμος	cyclic	γράφω	εγγράφω
el	εγκαινιάζω	inaugurate	ανεγκαινίαστος	εγκαινιασμός
el	εγκαταλελειμμένος	abandoned	forlorn	εγκαταλείπω
el	εγκληματικότητα	crime	delinquency	έγκλημα
el	εγκλιματίζω	inure	ανεγκλιμάτιστος	εγκλιματισμός
el	εγκωμιάζω	praise	ανεγκωμίαστος	μαλώνω
el	εδάφιο	citation	passage	verse
el	εισδύω	δύω	παρεισέφρησα	παρεισφρέω
el	εκ νέου	anew	once again	επανιδρύω
el	εκατονταετής	centenarian	centenary	εκατό
el	εκατονταετηρίδα	centennial	εκατονταετία	εκατό
el	εκλιπών	deceased	departed	νεκρός
el	εκλογέας	εκλέγω	ψηφοφορία	ψηφοφόρος
el	εκρήγνυμαι	burst	go off	έκρηξη
el	εκροή	outflow	εισροή	εκρέω
el	εκτίμηση	approximation	esteem	estimate
el	εκτροπή	aberration	diversion	εκτρέπω
el	εκφωνητής	announcer	broadcaster	φωνή
el	εκχώρηση	concession	settlement	εκχωρώ
el	ελίσσομαι	maneuver	snake	wind
el	ελικοειδής	helical	spiral	οφιοειδής
el	ελλιπής	imperfect	λίπος	λείπω
el	εμπειρισμός	empiricism	αισθησιαρχία	αισθησιοκρατία
el	εμπροσθοφυλακή	forefront	vanguard	εμπρός
el	εν λευκώ	εν	λευκός	λευκώ
el	ενίσχυση	booster	ενισχύω	ισχύω
el	ενδεχόμενο	chance	contingent	likelihood
el	ενδεχόμενος	susceptible	ενδεχομένως	πιθανός
el	ενημερώνω	brief	keep someone posted	update
el	εννοιοκρατία	conceptualism	έννοια	εννοώ
el	εννοιολογικός	conceptual	έννοια	εννοώ
el	ενορία	enorie	enurii	parish
el	ενσάρκωση	avatar	embodiment	incarnation
el	ενστικτώδης	instinctive	spontaneous	ένστικτο
el	ενταφιάζω	bury	earth	θάβω
el	εντευκτήριο	chamber	haunt	resort
el	εντός	within	έξω	μέσα
el	εντόσθια	Appendix:Greek Swadesh list	offal	σπλάχνο
el	εξάλειψη	elimination	αλείφω	εξαλείφω
el	εξαιρώ	except	recuse	εξαίρω
el	εξασκώ	bring to bear	train	ασκώ
el	εξευτελίζω	abase	debase	ντροπιάζω
el	εξομολόγηση	confession	ομολογία	ομόλογος
el	εξώπορτα	front door	gate	πύλη
el	επίβλεψη	supervision	βλέπω	επιβλέπω
el	επίζηλος	αξιοζήλευτος	ζήλος	ζηλευτός
el	επίπονος	painful	poignant	δύσκολος
el	επαγγελματικός	nonprofessional	επάγγελμα	επαγγελματίας
el	επαγρύπνηση	vigil	vigilance	προσοχή
el	επαγωγικός	a posteriori	a priori	inductive
el	επαναλαμβανόμενος	recursive	επαναλαμβάνω	επανειλημμένος
el	επαναληπτικός	repetitive	επαναλαμβάνω	επανειλημμένος
el	επανασυνδέω	αποσυνδέω	δέω	συνδέω
el	επανδρώνω	crew	man	staff
el	επανεκκινώ	reboot	reset	restart
el	επεξεργάζομαι	process	treat	εργάζομαι
el	επιβεβαίωση	attestation	confirmation	corroboration
el	επιβλητικός	grandiose	imperial	sublime
el	επιδεικτικός	ostentatious	δείχνω	επίδειξη
el	επιδειξιομανής	exhibitionist	επιδειξίας	επιδειξιομανία
el	επιζώ	live	survive	γλιτώνω
el	επικαλούμαι	appeal	invoke	quote
el	επικύηση	conception	κύημα	κύηση
el	επιπροσθέτως	additionally	besides	in addition
el	επιρροή	influence	έλεγχος	επήρεια
el	επισκοπή	cathedral	diocese	see
el	επιτιμώ	expostulate	rebuke	μαλώνω
el	επιφυλακτικός	circumspect	conservative	wary
el	επιχορηγώ	fund	sponsor	subsidize
el	επωμίδα	epaulet	epaulette	επωμίζομαι
el	επόπτης	linesman	overseer	supervisor
el	εργατικός	assiduous	έργο	νωθρός
el	ερωτοτροπώ	court	flirt	φλερτάρω
el	ετερο-	Appendix:Greek prefixes	hetero-	ἕτερος
el	ευκαμψία	flexibility	pliability	κάμπτω
el	ευλάβεια	devotion	evlavie	ευσέβεια
el	ευπρεπίζω	groom	πρέπει	πρέπω
el	ευσεβισμός	ευσέβεια	ευσεβής	σέβομαι
el	εύπορος	affluent	rich	wealthy
el	εἰ	Reconstruction:Proto-Slavic/i	и	і
el	ζαχαριέρα	-ιέρα	sugar bowl	ζάχαρη
el	ζαχαρωμένα	αποκρυσταλλώνω	ζαχαρώνω	φρούτο
el	ζευγαρώνω	mate	pair	ζευγάρι
el	ζεύγμα	zeugma	ζεύγος	ζυγός
el	ζηλόφθονος	envious	jealous	ζήλος
el	ζυμώνω	braid	ferment	knead
el	ζωικός	ζωή	ζώο	λίπος
el	ζωντανά	live	stock	ζωντανός
el	ζωντανεύω	animate	ζωή	ζωντανός
el	ζωντοχήρα	divorcée	ζωή	ζωντανός
el	ηττώμαι	lose	ήττα	υπερισχύω
el	θα θέλαμε	Appendix:Greek phrasebook/Accommodation	θέλαμε	θέλω
el	θανάτωση	kill	εκτέλεση	σκοτωμός
el	θεοσέβεια	ευσέβεια	σέβας	σέβομαι
el	θεώρημα	theorem	θεωρία	θεωρώ
el	θεώρηση	notion	point of view	θεωρώ
el	θολώνω	cloud	dim	muddle
el	θωράκιση	armor	armour	τεθωρακισμένα
el	θωριά	θεωρία	θεωρώ	θωρώ
el	θύλακας	Chukotka Autonomous Okrug	bursa	pocket
el	ιδιοτροπία	quirk	vagary	παραξενιά
el	ιμάντας	band	belt	strap
el	ισοϋψής	contour	contour line	level
el	ιστοδιεύθυνση	IP address	URL	Uniform Resource Locator
el	κάθε ένας	all and sundry	each	everyone
el	κάλλιο γαϊδουρόδενε παρά γαϊδουρογύρευε	a stitch in time saves nine	better safe than sorry	γάιδαρος
el	κάμψη	inflection	push-up	κάμπτω
el	κάρφωμα	dunk	dunking	καρφί
el	κάτοχος	occupant	αφεντικό	κατοχή
el	κένωση	defecation	evacuation	kenosis
el	κήρυγμα	homily	kerygma	sermon
el	καβγαδίζω	quarrel	μαλώνω	τσακώνομαι
el	καθίδρυμα	εγκαθιδρύω	ιδρύω	καθιδρύω
el	καθίζημα	precipitate	καθίζω	καθιζάνω
el	καθίζηση	settlement	καθίζω	καθιζάνω
el	καθυστερώ	detain	lag	procrastinate
el	και άλλα	και λοιπά πολλά	και ούτω καθεξής	και τα λοιπά
el	και ακόλουθα	και λοιπά πολλά	και ούτω καθεξής	και τα λοιπά
el	και αλλού	και λοιπά πολλά	και ούτω καθεξής	και τα λοιπά
el	κακοήθης	malicious	malignant	καλοήθης
el	κακοκεφιάζω	ακεφιά	κέφι	κακοκεφιά
el	καλλιεργώ	culture	farm	nurse
el	καλόκεφος	άκεφος	κέφι	κεφάτος
el	καλόσυνη	goodness	αγαθοσύνη	αγαθότητα
el	καμαριέρα	-ιέρα	chambermaid	maid
el	καπηλειό	bar	pub	tavern
el	καπόνι	capo	capon	clapon
el	καρδιοειδής	cordate	heart-shaped	καρδιόσχημος
el	καρποφόρος	-φόρος	fruitful	στείρος
el	καρό	diamond	diamonds	διαμάντι
el	κασέλα	chest	coffer	trunk
el	κασεδάκι	δοχείο	κιβώτιο	κουτί
el	κασούλα	caciòła	casula	căciulă
el	κατάλυμα	accommodation	γιατάκι	καταλύω
el	κατάταξη	categorization	classification	incorporation
el	κατήγορος	accuser	prosecutor	κατηγορώ
el	καταγέλαστος	αξιογέλαστος	αστείος	γελοίος
el	καταδεκτικότητα	condescension	ακατάδεχτος	ακαταδεξία
el	καταδικάζω	convict	reprobate	κατάδικος
el	κατακάθομαι	κάθομαι	καθιζάνω	κατακάθι
el	κατακαθίζω	precipitate	καθίζω	κατακάθι
el	κατακόρυφος	handstand	portrait	vertical
el	καταστροφικός	destructive	disastrous	καταστρέφω
el	κατατρομάζω	terrify	τρομάζω	τρόμος
el	κατσαδιάζω	harangue	lecture	μαλώνω
el	κελάηδημα	birdsong	κελαηδώ	τσίου-τσίου
el	κελάρι	cellar	cellarium	chilar
el	κερασφόρος	-φόρος	horned	κερατάς
el	κερατίνη	horn	κέρας	κέρατο
el	κινέω	συγκίνηση	συγκινητικός	συγκινώ
el	κιόσκι	kiosk	stand	περίπτερο
el	κλέφτικος	κλέβω	κλέφτης	κλέφτικο
el	κλονισμός	breakdown	concussion	shock
el	κλωσσόπουλο	brood	chick	πουλί
el	κοιλότητα	cavity	hollow	κοιλιά
el	κοινολεκτώ	καθομιλουμένη	κοινολεξία	κοινόλεκτος
el	κομματιάζω	fragment	shred	κομμάτι
el	κοντάκι	stock	κοντάκιον	قونداق
el	κοριτσίστικος	girlish	girly	κορίτσι
el	κοροϊδία	taunt	κοροϊδεύω	κορόιδο
el	κουρελής	rag	κουρέλι	ξεβράκωτος
el	κούρσεμα	pillage	plunder	sack
el	κραιπάλη	binge	debauchery	decadence
el	κραυγαλέος	loud	vociferous	κραυγάζω
el	κρεβατοκάμαρα	bedroom	chamber	room
el	κρεμάμενος	hanging	κρεμασμένος	κρεμώ
el	κριθαρένιος	κριθάρι	κριθαρόψωμο	ψωμί
el	κροτούν	αέριο	κροτώ	κρότος
el	κρούσμα	case	instance	κρούω
el	κρούστα	crusta	scab	κρουστός
el	κυνηγετικός	κυνηγάω	κυνηγός	κυνηγώ
el	κυνηγόσκυλο	hound	hunter	κυνηγός
el	κυψελίδα	alveolus	earwax	κυψέλη
el	κωλυσιεργώ	filibuster	κωλύω	παρακωλύω
el	κόγχη	alcove	angle	socket
el	κόλακας	adulator	courtier	σφουγγοκωλάριος
el	κόλληση	κολλώ	κόλλα	κόλλημα
el	κόνικλος	rabbit	κονικλοτροφείο	κουνέλι
el	κύρος	force	kudos	supremacy
el	κώλυμα	deadlock	hindrance	κωλύω
el	λάγνος	lascivious	lecherous	lustful
el	λάλημα	crow	lajm	λαλώ
el	λάμψη	brightness	luster	λάμπω
el	λήθαργος	lethargy	stupor	λήθη
el	λίνον	Reconstruction:Proto-Germanic/līną	linas	linum
el	λαίμαργος	glutton	gluttonous	λαιμαργία
el	λαμπερός	bright	λάμπω	μουντός
el	λεηλασία	pillage	plunder	sack
el	λειρί	cockscomb	wattle	λείριον
el	λεσβιακός	lesbian	Λέσβος	λεσβία
el	λευκοπλάστης	band-aid	επίδεσμος	λευκός
el	λημέρι	haunt	hideout	lair
el	λιμάρω	file	αλιμάριστος	λίμα
el	λογοκριμένος	censored	αλογόκριτος	λογοκρίνω
el	λούγκρα	μπινές	πισωγλέντης	πούστης
el	λούσιμο	bath	shampoo	λούζω
el	λυκόσκυλο	German Shepherd	wolfhound	λύκος
el	λυσσασμένος	mad	rabid	λύσσα
el	λυόμενος	λυμένος	λύνοντας	λύω
el	λύτρωση	redemption	salvation	λύω
el	μάτσα	matcha	maça	ماچه
el	μάχομαι	battle	fight	ταυρομάχος
el	μίλι	mile	mille	milă
el	μίσθωση	tenancy	ενοικίαση	μισθός
el	μαγαζάτορας	έμπορος	καταστηματάρχης	μαγαζί
el	μαγεύω	ensorcell	entrance	μάγος
el	μαλλιαρή	δημοτική	ελληνικά	νέα ελληνικά
el	μανέστρα	ζυμαρικό	κριθάρι	κριθαράκι
el	μανιώδης	rabid	voracious	μανία
el	μαρσιποφόρος	-φόρος	καγκουρό	μάρσιπος
el	μαστουρωμένος	high	stoned	κλασμένος
el	μεγαλοπρεπής	magnificent	splendid	ανακτορικός
el	μεθύστακας	drunk	μέθυσος	μεθυσμένος
el	μελαγχολικός	brooding	desolate	melancholic
el	μελιά	ash	ash tree	μελία
el	μεμψιμοιρία	self-pity	μέμφομαι	μοίρα
el	μεταβάλλω	change	αμετάβλητος	γίνομαι
el	μεταπουλώ	resell	αμεταπούλητος	απούλητος
el	μεταχρονολογώ	χρονολογία	χρονολογώ	χρόνος
el	μεταχρονολόγηση	χρονολογία	χρονολόγηση	χρόνος
el	μηδαμινός	paltry	petty	trivial
el	μηδενιστής	anarchist	nihilist	μηδέν
el	μηνίσκος	Μήνη	ημισέληνος	μηνίσκος
el	μιγάς	creole	mongrel	mulatto
el	μιμούμαι	copy	mock	μίμος
el	μισέλληνας	mishellene	ανθέλληνας	γραικύλος
el	μισητός	heinous	invidious	αγαπημένος
el	μισθοφορικός	mercenary	μισθοφόρος	μισθός
el	μοιράδι	μοίρα	μοιράζω	μοιρασμένος
el	μονοψήφιος	μονο-	ψήφος	ψηφίο
el	μορφασμός	expression	face	grimace
el	μοχθηρός	fiendish	malevolent	malicious
el	μούδιασμα	numbness	αιμωδία	αιμωδίαση
el	μούσκεμα	drenched	μουσκεμένος	μουσκεύω
el	μπαμπόγρια	κωλόγρια	παλιόγρια	σκατόγρια
el	μπαούλο	chest	coffer	trunk
el	μπινιά	μπινές	μπινελίκι	πουστιά
el	μπιφτέκι	beefsteak	steak	χάμπουργκερ
el	μπούμπουρας	μέλισσα	μελισσοκόμος	μπάμπουρας
el	μυλωνάς	miller	αλευροβιομήχανος	μύλος
el	μόσχος	civet	mosc	मुष्क
el	νάρθηκας	cast	narthex	νάρθηξ
el	να ανοίξει το δρόμο	pave the way	ανοίξει	δρόμος
el	νεκροψία	necropsy	post mortem	νεκροτομή
el	νεοσσός	chick	fledgling	αετόπουλο
el	νεροσυρμή	αυλάκι	αυλακιά	συρμή
el	νηοπομπή	convoy	πέμπω	πομπή
el	νοθεύω	adulterate	alloy	doctor
el	νοικάρης	εκμισθωτής	ενοικιαστής	μισθωτής
el	νομοθετώ	legislate	θέτω	νομοθεσία
el	νοοτροπία	culture	idiosyncrasy	mentality
el	νοτερός	damp	humid	moist
el	νυσταγμένος	drowsy	sleepy	νυστάζω
el	νυχτοπούλι	night owl	night person	πουλί
el	ξαναμοίρασμα	αναδασμός	αναδιανομή	ανακατανομή
el	ξαναμοιρασμένος	μοιρασμένος	ξαναμοιράζομαι	ξαναμοιράζω
el	ξαράχνιασμα	αράχνη	αραχνιάζω	ξαραχνιάζω
el	ξεκάθαρος	definite	unequivocal	αμυδρός
el	ξενομανία	xenomania	ξενοφιλία	ξενοφοβία
el	ξενύχτης	night owl	night person	ξενυχτάω
el	ξεφωνίζω	κράζω	φωνάζω	φωνή
el	οίκημα	οίκος	οἴκημα	σπίτι
el	ολιγο-	λίγος	ολίγος	ὀλιγο-
el	ομογενής	expatriate	homogeneous	ομογένεια
el	ομοφυλοφιλικός	γκέι	ομοφυλοφιλία	ομοφυλόφιλος
el	ονειρομαντεία	oneiromancy	ονειροκρίτης	όνειρο
el	οπίσθιος	Appendix:Greek vocabulary/Motoring	hinder	posterior
el	οργάνωση	body	organization	όργανο
el	ουροδοχείο	bedpan	γιογιό	καθίκι
el	ούρηση	urination	κατούρημα	χέσιμο
el	ούρο	κατουρλιό	ούρα	οὖρον
el	πάλλομαι	leap	μονοπαλλόμενο	πολυπαλλόμενο
el	πάνω κάτω	give or take	odd	άνω κάτω
el	πάσσαλος	pale	post	stake
el	πάσχω	suffer from	πάθος	παθαίνω
el	παίδαρος	γκόμενος	κούκλος	παιδί
el	παθητικός	ενεργητικός	μεσοπαθητικός	πάθος
el	παιχνιδότοπος	playground	παιδική χαρά	παιδότοπος
el	πακετάρισμα	package	πακέτο	πακετάρω
el	παλαιο-	Appendix:Greek prefixes	paleo-	παλιο-
el	παλαμίδα	bonito	pălămidă	بلوط
el	παπαριά	παπάρα	παπάρας	παπάρι
el	παράθεμα	citation	quotation	quote
el	παράκτιος	coastal	littoral	ακτή
el	παράφρων	demented	deranged	insane
el	παρήγορος	απαρηγόρητος	παρηγοριά	παρηγορώ
el	παρίσταμαι	attend	αναπαριστάνω	παριστάνω
el	παραγκούπολη	shantytown	slum	παράγκα
el	παραγραφή	lapse	prescription	παραγράφω
el	παραθέτω	quote	θέτω	παράθημα
el	παρακαμπτήριος	bypass	κάμπτω	παρακάμπτω
el	παραπατώ	stagger	totter	waddle
el	παραπλήσιος	approximate	like	πλησιάζω
el	παραπομπή	citation	παραπέμπω	πομπή
el	παρασύρω	lead astray	σέρνω	σύρω
el	παρατηρώ	note	notice	observe
el	παρθενιά	Παρθένος	παρθένα	παρθένος
el	παροχή	flow	διανομή	παράδοση
el	πατατοσαλάτα	Appendix:Greek phrasebook/Food and drink	potato salad	σαλάτα
el	πατημασιά	track	αποτύπωμα	χνάρι
el	παύση	hiatus	rest	παῦσις
el	πειθαναγκασμός	ανάγκη	πείθω	πειθαναγκάζω
el	πειραματικός	experimental	trial	πειραματίζομαι
el	πειστήριο	evidence	exhibit	πείθω
el	πενιχρός	meager	λίγος	λιγοστός
el	περίσκεψη	caution	discretion	σκέφτομαι
el	περίφημος	famous	great	ακουστός
el	περασμένα ξεχασμένα	let bygones be bygones	περασμένα	περασμένος
el	περιέχω	compose	hold	έχω
el	περιβάλλω	encompass	envelop	περικλείω
el	περιεργάζομαι	eyeball	εργάζομαι	περιέργεια
el	περικομμένος	truncate	περικόβω	περικόπτω
el	περιληπτικός	brief	collective	synoptic
el	περιοδεία	tour	περίοδος	περιήγηση
el	περιοδεύω	tour	περίοδος	περιοδεύων
el	περισυλλέγω	λέγω	συλλέγω	συνελέγην
el	περισυλλογή	contemplation	meditation	συλλέγω
el	πετάννυμι	petë	pjetem	pjetë
el	πηγαινοέρχομαι	shuttle	έρχομαι	πηγαινέλα
el	πηκτή	aspic	jelly	piftie
el	πιστοποίηση	authentication	πείθω	πιστοποιώ
el	πιτυρίδα	dandruff	scurf	λέπι
el	πλήγμα	wound	πλήττω	πλῆγμα
el	πλήρωμα	crew	pleroma	pléroma
el	πλαστογραφώ	copy	counterfeit	πλαστογραφία
el	πλειοψηφία	majority	plurality	ψήφος
el	πλεκτό	knitting	πλέξιμο	τρίκο
el	πληροφορούμαι	learn	μαθαίνω	ξέρω
el	πλιάτσικο	pillage	plunder	κατσαπλιάς
el	πνίγομαι	choke	drown	smother
el	πνευματώδης	humorous	salty	πνεύμα
el	πνιγμονή	choking	suffocation	πνίγω
el	πολίτευμα	polity	regime	πόλη
el	πολεμοχαρής	hawkish	trigger-happy	warlike
el	πολλαπλότητα	multiplicity	plurality	πολλαπλασιάζω
el	πολυλογία	circumlocution	garrulity	verbosity
el	πολύγλωσσος	multilingual	polyglot	πολύγλωσσος
el	πομπώδης	grandiloquent	πέμπω	πομπή
el	πορνό	porn	porno	πόρνη
el	ποταπός	base	despicable	low
el	πουδράρισμα	πουδράρω	πουδριέρα	πούδρα
el	προάγγελος	harbinger	herald	άγγελος
el	προαίσθημα	hunch	premonition	προαισθάνομαι
el	προαιρετικός	alternative	optional	voluntary
el	προανάκρουσμα	ανακρούω	κρούω	προσκρούω
el	προβλέψιμος	predictable	βλέπω	προβλέπω
el	προλεχθείς	abovesaid	aforementioned	aforesaid
el	προλογίζω	preface	λογίζομαι	πρόλογος
el	προμήνυμα	μήνυμα	μηνύω	προμηνύω
el	προοπτική	perspective	view	vista
el	προσαγορεύω	αγορεύω	αναγορεύω	απαγορεύω
el	προσευχητάρι	εύχομαι	προσευχή	προσεύχομαι
el	προφανής	obvious	palpable	προφανώς
el	προχρονολογώ	χρονολογία	χρονολογώ	χρόνος
el	προχρονολόγηση	χρονολογία	χρονολόγηση	χρόνος
el	πρωτολογισμός	protologism	άπαξ λεγόμενον	λεξιπλασία
el	πρωτοποριακός	groundbreaking	original	πρωτοπόρος
el	πρόβλεψη	contemplation	βλέπω	προβλέπω
el	πρόσκαιρος	fleeting	transient	εφήμερος
el	πρότερος	antecedent	past	προηγούμενος
el	πτέρυγα	wing	πτέρυξ	πτερύγιο
el	ράγα	rail	track	ρώγα
el	ράπτης	tailor	ράβω	ράπτω
el	ρέψιμο	belch	burp	ρεύομαι
el	ρίγος	quiver	tremor	ῥῖγος
el	ραφή	stitch	suture	ῥαφή
el	ρεγχάζω	ροχάλισμα	ροχαλίζω	ροχαλητό
el	ρευστοποιώ	λιώνω	ρέω	χύνω
el	ρευστό	cash	fluid	χρήμα
el	ρευστότητα	flux	liquidity	ρέω
el	ρητός	explicit	rational	unequivocal
el	ρινικός	ένρινος	έρρινος	ερρινοποίηση
el	ρινολαλία	ενρινότητα	ερρινισμός	ερρινότητα
el	ριψοκινδυνεύω	risk	take a chance	ρίπτω
el	ρωμαιοκαθολικός	Catholic	Roman	Roman Catholic
el	ρόπτρο	doorknocker	πόμολο	ῥόπτρον
el	ρύση	καταρρέω	ρέω	ῥύσις
el	σάτιρα	lampoon	libel	satire
el	σακί	sack	μπούρδα	σάκος
el	σαλαμούρα	salamură	salimuria	saramură
el	σανδάλι	sandal	πέδιλο	παπούτσι
el	σεξοβόμβα	bomb	bombshell	βόμβα
el	σημαιοφόρος	ensign	flag-bearer	standard-bearer
el	σκασίλα μου	give a shit	στ' αρχίδια μου	στα παπάρια μου
el	σκεπτικό	ratio decidendi	rationale	σκέφτομαι
el	σκιάζω	cloud	shadow	τρομάζω
el	σκυλί που γαβγίζει δεν δαγκώνει	all bark and no bite	barking dogs seldom bite	one's bark is worse than one's bite
el	σουρβιά	service tree	shurbë	sorb
el	σουρώνω	strain	διηθώ	στραγγίζω
el	σοφιστής	sophist	σοφιστής	σοφός
el	σπήλαιο	cave	cove	fyell
el	σπαγκοραμμένος	σπάγγος	τσιγκούνης	φραγκοφονιάς
el	σπαζοκεφαλιά	brainteaser	conundrum	σπάζω
el	σποραδικά	every so often	sporadically	περιστασιακά
el	στέφανος	στέφω	στεφάνη	στεφάνι
el	στέψη	coronation	στέμμα	στέφω
el	σταυρόνημα	crosshair	reticle	σταυρός
el	στεναχωρεμένος	στεναχωριέμαι	στεναχωρούμαι	στενοχωρώ
el	στενοχωρεμένος	στενοχωριέμαι	στενοχωρούμαι	στενοχωρώ
el	στοιχειοθετώ	set	typeset	θέτω
el	στου διαβόλου τη μάνα	Woop Woop	back of beyond	middle of nowhere
el	στουπί	tow	διάναξη	καλαφάτισμα
el	στοχασμός	contemplation	meditation	στοχάζομαι
el	στρίφωμα	hem	γύρισμα	στρίβω
el	στραβός	wrong	κουτσός	στρέφω
el	στριμώχνω	corner	mob	squeeze
el	στριφογυρίζω	squirm	wriggle	στρίβω
el	στριφτός	στρέφω	στρίβω	στριμμένος
el	στρόβιλος	turbine	αεριοστρόβιλος	στρέφω
el	στρόφαλος	crank	στρέφω	στροφαλοφόρος
el	συγκαλύπτω	dissimulate	αποκρύπτω	καλύπτω
el	συγχέω	becloud	confuse	muddle
el	συκοφαντικός	defamatory	συκοφάντης	φαντάζω
el	συμβιβάζω	compound	conciliate	reconcile
el	συμμορία	bunch	crew	ληστής
el	συμπαίκτης	partner	teammate	εμπαίζω
el	συμπαίκτρια	partner	teammate	εμπαίζω
el	συμπαιγνία	collusion	εμπαίζω	συνεννόηση
el	συμπλήρωμα	accessory	complement	supplement
el	συμπλοκή	affair	encounter	fray
el	συνάδελφος	colleague	comrade	mate
el	συνάντηση	date	encounter	tryst
el	συνένωση	συμφυρμός	σύναψη	σύνδεση
el	συναγωνίζομαι	αγωνίζομαι	ανταγωνίζομαι	διαγωνίζομαι
el	συναναστροφή	bee	αναστρέφω	συναναστρέφομαι
el	συνδιάσκεψη	conference	διασκέπτομαι	συνδιασκέπτομαι
el	συνεννοήσιμος	εννοώ	συνεννοούμαι	συνεννόηση
el	συνθέτω	compose	compound	θέτω
el	συννεφιάζω	becloud	cloud	σύννεφο
el	συνομιλώ	chat	discourse	talk
el	συνοπτικός	brief	succinct	synoptic
el	συνουσιάζομαι	have sex	sex	κοιμάμαι
el	συντετριμμένος	contrite	συντρίβω	τρίβω
el	συντροφικότητα	camaraderie	companionship	company
el	συσκοτίζω	becloud	black out	χύνω
el	συστολή	systole	ντροπή	συστολή
el	σφάζω	butcher	slaughter	σφαγή
el	σφαγείο	abattoir	slaughterhouse	σφαγή
el	σφουγγάρι	sponge	sünger	σπόγγος
el	σχεδιάγραμμα	blueprint	scheme	σχέδιο
el	σχιζοφρενής	schizo	schizophrenic	τρελός
el	σχολιάζω	comment	note	σχόλιο
el	σωριάζομαι	collapse	crumple	keel
el	σύμπλεγμα	cluster	complex	network
el	σύμφυρμα	amalgam	αχταρμάς	συμφυρμός
el	σύμφωνος	amenable	coherent	φωνή
el	σύρτης	bolt	latch	σύρω
el	σύσκεψη	conference	συνεννόηση	συσκέπτομαι
el	τήξη	flux	meltdown	melting
el	τα λέμε	see you	see you later	λέω
el	ταπεινός	base	meek	modest
el	ταυτόχρονη διερμηνεία	simultaneous interpretation	διερμηνεία	ταυτόχρονος
el	ταχυδακτυλουργικός	magic	ταχυδακτυλουργία	ταχυδακτυλουργός
el	τελείως	απόλυτα	εντελώς	τέλειος
el	τετρα-	Appendix:Greek prefixes	ψήφος	ψηφίο
el	τζαναμπέτης	δύστροπος	εριστικός	κακότροπος
el	τζατζόγρια	κωλόγρια	παλιόγρια	σκατόγρια
el	τηλεβόας	megaphone	ντουντούκα	τηλε-
el	τηλεγραφώ	telegraph	wire	τηλε-
el	τηλεδιάσκεψη	διασκέπτομαι	συνδιασκέπτομαι	τηλε-
el	τηλεσκόπιο	telescope	Τηλεσκόπιον	τηλε-
el	τηλεφωνία	telephony	τηλε-	φωνή
el	το ράσο δεν κάνει τον παπά	clothes don't make the man	the cowl does not make the monk	you can't judge a book by its cover
el	τούρλα	Appendix:Greek metatheses	trulla	τρούλος
el	τράχηλος	cervix	αυχένας	λαιμός
el	τρίμμα	breadcrumb	crumb	τρίβω
el	τρι-	Appendix:Greek prefixes	ψήφος	ψηφίο
el	τρούφα	chocolate truffle	truffe	truffle
el	τσαγκάρης	cobbler	shoemaker	παπουτσής
el	τσιφούτης	σπάγγος	τσιγκούνης	چفوت
el	τυπικός	characteristic	formal	τύπος
el	υπαρκτός	existent	νοητός	υπάρχω
el	υπερέχω	έχω	υπέροχος	υπεροχή
el	υπερεθνικισμός	chauvinism	jingoism	ultranationalism
el	υπερρεαλιστικός	surreal	surrealist	υπερρεαλισμός
el	υπνάκος	catnap	nap	snooze
el	υπνοδωμάτιο	bedroom	chamber	dormitory