User:Jberkel/lists/wanted/20190601/el/data
Appearance
el έλλειψη dearth ellipsis paucity scarcity ένδεια ανεπάρκεια επάρκεια λείπω ἔλλειψις el -ίζω -ίζω -ίστρια -ιστής -ιστί γιουχαΐζω γκουγκλίζω νταραβερίζομαι παρφουμάρω el εξαιρετικά exceptionally απαίσια γαμάτα εκπληκτικά εξόχως τέλεια υπέροχα υπερόχως el κάσα case coffin jamb δοχείο κιβώτιο κουτί νεκροκρέβατο φέρετρο el οπίσθια ass bum butt buttock έδρα πισινός ποπός πρωκτός el προσφορά bid offer proposal quote special supply προσφορά τροφοδοσία el ανδρικό μόριο καυλί μαλαπέρδα πέος πουλί πούτσος τσουτσούνι ψωλή el απεχθής heinous invidious nasty αηδής αηδιαστικός απέχθεια απεχθάνομαι el δυσνόητος abstract abstruse tricky ακατάληπτος ακαταλαβίστικος ακατανόητος δύσκολος el κάτουρο pee piss κατουρλιό κατουρώ πιπί τσίσα τσίσια el καθορίζω determine name order set stipulate ορίζω όρος el κερασός Kirsche cereja kiraz kirse kirsikka kirsuber sareza el πλέγμα fabric grill net network tissue wattle web el σαστίζω astound baffle bewilder confuse flabbergast nonplus perplex el σύνοψη abbreviation abstract compendium resume summary synopsis περίληψη el φοβητσιάρης coward shy wimp yellow φόβος χέστης χεζάς el ψωμάς αρτοποιός αρτοπώλης αρτοπώλισσα φουρνάρισσα φούρναρης ψωμάδικο ψωμί el έξοχος eminent excellent wonderful worthy εξόχως υπέροχος el ανίκανος feckless inept αναρμόδιος ανεπαρκής επαρκής ικανός el εξαιρετικός exceptional fine great γαμάτος μεγάλος υπέροχος el ζωο- ζωή ζωντόβολο ζωώδης ζώδιο ζώο πειραματόζωο el θεωρητικός abstract theoretical theoretician ακαδημαϊκός θεωρία θεωρώ el κακία evil malice αρετή αφορμή γινάτι κακός el καταραμένος accursed cursed damned γαμημένος κατάρα μαλακισμένος el ουρλιάζω howl scream yell γκρινιάζω κραυγάζω ωρύομαι el τηλεθεαματικότητα viewership ακροαματικότητα αναγνωσιμότητα θεαματικότητα τηλε- τηλεθέαση el τρομοκρατώ terrify terrorise terrorize τρομοκράτης τρομοκρατία τρόμος el υβριστικός derogatory βρίζω βρισίδι βρισιά ύβρις ὑβριστικός el φανταστικά απαίσια γαμάτα εκπληκτικά τέλεια υπέροχα υπερόχως el χάραμα ανατολή αυγή ξημέρωμα σούρουπο χαράζει χαράζω el ωφέλεια benefit κέρδος ωφελούμαι ωφελώ όφελος ὠφέλεια el Σαλονίκη Selanik Sãrunã Thessaloniki Θεσσαλονίκη سالونيك el άτονος flat languorous listless tepid νεκρός el άυλος disembodied ghostly incorporeal intangible ύλη el άφθονος affluent fat lavish λίγος λιγοστός el έτσι κι αλλιώς anyway one way or another έτσι ούτως ή άλλως όπως και να έχει el αποδέκτης addressee receiver receptacle recipient αποδοχή el αποκηρύσσω abandon disown forsake recant repudiate el αποκοπή apocope cut severance truncation ἀποκοπή el απόσταγμα abstract distillation αποστάζω στάζω σταγόνα el αφορισμός aphorism excommunication ανάθεμα όρος ἀφορισμός el αψύς acrid pungent sharp spicy tangy el βλάβη breakdown harm αβλαβής βλάπτω επιβλαβής el βλαβερός άκακος αβλαβής ακίνδυνος βλάπτω επιβλαβής el γυαλίζω polish sheen αγυάλιστος γυαλί γυαλιστερός el διαγράφω black out cancel delete strike uninstall el διαυγής clear translucent αθόλωτος διαφανής διαύγεια el διοίκηση command management regime διοίκησις μάνατζμεντ el εκπλήσσω amaze astonish surprise έκπληξη αιφνιδιάζω el εκπληκτικός amazing surprising wonderful γαμάτος υπέροχος el ενεργούμενο energumen instrument pawn tool ενεργούμενος el εξαντλώ consume wear out ξεκωλιάζω ξεκωλώνω στραγγίζω el επιζήμιος baneful inimical άκακος αβλαβής ακίνδυνος el ερημίτης hermit loner recluse έρημος πάγουρος el εύθυμος gay Ευθυμία άκεφος ευθυμία κεφάτος el ζευγάρωμα coupling mating sexual intercourse ζευγάρι συνουσία el θα ήθελα Appendix:Greek phrasebook/Accommodation Appendix:Greek phrasebook/Shopping would like ήθελα θέλω el θανατηφόρος -φόρος baneful killer lethal pernicious el ιδιότροπος fussy wayward ανάποδος δύσκολος παράξενος el ικετεύω beg beseech implore supplicate treat el ισχυρογνωμοσύνη obduracy obstinacy stubbornness γινάτι πείσμα el καίτοι albeit but though while αν και el κακομαθημένος spoiled spoilt καλομαθημένος μαθαίνω μαθημένος el κακομοίρης poor καημένος καλομοίρης μοίρα ταλαίπωρος el καλομαθαίνω coddle indulge pamper spoil μαθαίνω el κατάπληξη amazement astonishment awe disbelief καταπληκτικός el καταγωγή ancestry background birth line origin el καταδέχομαι condescend deign ακατάδεχτος ακαταδεξία δέχομαι el κατακάθι dreg grounds καφεμαντεία καφετζού τεϊομαντεία el καταπλήσσω amaze astound awe flabbergast καταπληκτικός el κοσμικός cosmic mundane secular worldly κόσμος el λαχταρώ ache for hunger itch long yearn el λογοδιάρροια logorrhea verbal diarrhea διάρροια διαρρέω λόγος el μειωτικός derogatory diminutive disparaging meiotic pejorative el μελαγχολία gloom melancholy melancolie milanculii მელანქოლია el μεταμορφώνω transform turn into μεταμορφόω μεταμόρφωση μορφή el μηνάω αμήνυτος διαμηνύω μήνυμα μηνύω προμηνύω el ξεχείλισμα outpouring overflow ξεχειλίζω υπερχείλιση χείλος el παράκαμψη bypass detour diversion shortcut παρακάμπτω el παρωνύμιο cognomen επωνυμία παρατσούκλι πατρωνυμικός όνομα el πενία indigence penury ένδεια αδεκαρία φτώχια el περικοπή citation passage pericope quote truncation el πληγή pest plague sore wound πλήττω el ποθώ desire hunger love lust θέλω el πρόνοια foresight pronoia providence welfare προσοχή el πρόστυχος ignoble lewd nasty vile vulgar el πυγή έδρα κωλοτρυπίδα κώλος πηγή πρωκτός el ρύθμιση adjustment disposition mode regulation έλεγχος el σαφής definite explicit perspicuous unambiguous unequivocal el σαχλός corny insipid schmaltzy silly soppy el σελήνη Moon moon new moon Σελήνη φεγγάρι el στύλος pillar post shaft stanchion style el συνεπώς consequently άρα επομένως συνεπής ώστε el συντηρητικός conservative preservative right ακροδεξιός συντηρώ el συντριβή destruction devastation distress grief τρίβω el σόφισμα sophism sophistry σοφία σοφός σόφισμα el σύγχυση bewilderment clutter confusion obfuscation perplexity el τέχνασμα device subterfuge wile απάτη κομπίνα el τιποτένιος nobody paltry trivial worthless τίποτε el τρομακτικός dreadful fearful frightening τρομερός τρόμος el υποδεικνύω finger recommend δείχνω δεικνύω υπόδειξη el φανατικός bigoted fanatic fanatical idolatrous rabid el φθορά attrition corrosion dilapidation fatigue φθορά el φλαμούρι ash basswood flamma linden فلامور el φοβισμένος fearful scared έντρομος τρομαγμένος φόβος el φρικτός awful gruesome terrible απαίσιος υπέροχος el χαραυγή ανατολή αυγή σούρουπο χαράζει χαράζω el χυδαίος vile vulgar vulgarian αγενής χυδαῖος el -αρος -άκι -άρα -άρας -αράς el -ικός -ish γεωγραφικός ιταλικός πουλερικό el Θεέ μου by God oh dear oh my God Θεός el Ιερεμίας Jeremiah ירמיה Ἰερεμίας Ἱερεμίας el Κούλα Άγγελος Βάσω Βίκυ Βασιλική el Μέλισσα Melis Melisa Melissa Μέλισσα el άφυλος aracial asexual neuter neutral el έλασμα foil lamina plate ἔλασμα el έμπειρος experienced expert sophisticated ἔμπειρος el έμπνευση afflatus inspiration εμπνέω εμπνευσμένος el έφοδος attack dash raid storm el ήπιος bland mild smooth ἤπιος el ίδρυση establishment foundation ιδρύω καθιδρύω el ανέχεια penury ένδεια αδεκαρία φτώχια el αντίπαλος adversary contender contestant opponent el απεσταλμένος delegate emissary legate στέλλω el απευχή απεύχομαι ευχή εύχομαι προσευχή el αποδεκτός acceptable ανορθόδοξος αποδοχή παραδεκτός el αποπομπή ouster αποπέμπω εκπαραθύρωση πομπή el αποσάθρωση corrosion degradation αποσαθρώνομαι αποσαθρώνω el αποτροπή deterrence prevention αποτρέπω ἀποτροπή el αποχαιρετισμός adieu farewell goodbye υποδοχή el απόγειο acme apex apogee αθέρας el απόθεμα fund hoard stock store el απόκρουση answer save αποκρουστικός αποκρούω el αρμός arm/translations joint union ἁρμός el ασαφής abstruse fuzzy intangible vague el αταίριαστος incongruous ασυμβίβαστος ταίρι ταιριάζω el αφηγούμαι rehearse αφήγηση αφηγήτρια αφηγητής el αφρίζω effervesce fizz foam froth el γενεαλογία ancestry lineage γένος γενεαλογία el γενναιότητα courage fortitude θάρρος κουράγιο el γεωγραφικό μήκος longitude γεωγραφικό γεωγραφικός μήκος el γεωγραφικό πλάτος latitude γεωγραφικό γεωγραφικός πλάτος el γηρατειά age old age γεράματα νιάτα el γνήσιος genuine legitimate ακίβδηλος αυθεντικός el γοητευμένος charmed αγοήτευτος γοητεία γοητεύω el γυάλα jar γυαλί δοχείο θερμοκοιτίδα el δαγκάνα Appendix:Greek vocabulary/Motoring mandible δαγκάνω δαγκώνω el δειλός coward cowardly yellow θαρραλέος el διάκος dijak diák đak ђак el διάφραγμα septum shutter φράζω диафрагма el διαβιβάζω shuttle διαβάζω διαμηνύω παραγγέλλω el διαβολάκι imp pickle urchin διάβολος el διασκευή cover version remix revision διασκευάζω el διαχείριση administration management διαχειρίζομαι μάνατζμεντ el διεισδύω infiltrate percolate pierce δύω el διερμηνεύω interpret διερμηνέας διερμηνευτής διερμηνεύτρια el διευκολύνω ease expedite facilitate εύκολος el διορθώνω correct fix retrieve διόρθωση el δισταγμός hesitation indecision αναποφασιστικότητα διστακτικός el εγκύκλιος circular circular letter flyer ἐγκύκλιος el εισαγωγικός introductory εισάγω εισαγωγή εισαγωγικά el εκλεκτός elect fine prime the one el εκπυρσοκροτώ discharge go off κροτώ κρότος el ελεεινός deplorable disgraceful forlorn wretched el εμπρόσθιος Appendix:Greek vocabulary/Motoring forward front εμπρός el εντυπωσιάζω impress strike εντυπωσιακός εντύπωση el εξοργίζω exasperate infuriate provoke θυμώνω el επανάληψη epanalepsis repetition επαναλαμβάνω επανειλημμένος el επενδύω δύω επένδυση επενδυτής επενδύτης el επιδεικνύω exhibit δείχνω δεικνύω επίδειξη el επιδεξιότητα ability adroitness dexterity skill el επιμελής assiduous careful meticulous mindful el επιούσιος daily bread living ουσία ἐπιούσιος el επιστασία supervision επιβλέπω επιστάτης επιστάτρια el επιτομή abstract compendium digest epitome el ερωτευμένος amorous in love ερωτεύομαι μπούνια el ευνουχίζω castrate neuter ευνουχισμός στειρώνω el ευωχία banquet feast glee wassail el εχεμύθεια discretion reticence secrecy taciturnity el εύγε way to go well done αίσχος ντροπή el ζημία damage injury κέρδος όφελος el ζωντάνια liveliness vitality ζωή ζωντανός el ζωντανό ζωή ζωντανός ζωντόβολο ζώο el θαλασσοπούλι seabird γλαροπούλι θάλασσα πουλί el θαλασσόλυκος salt/translations seadog θάλασσα λύκος el θλιβερός bleak pathetic θλίψη θλιμμένος el ιπποδρόμιο hippodrome racecourse racetrack turf el κάνναβη cannabis cãnavi hemp κάνναβις el κάφρος kaffir philistine κόπανος كافر el καθυστερημένος moron retard slow βλαμμένος el κακομαθαίνω indulge pamper spoil μαθαίνω el κακόκεφος άκεφος κέφι κακοκεφιά κεφάτος el κατάρρευση breakdown collapse καταρρέω χείλος el κατέχω master έχω απαγάγω ξέρω el κατεβάζω download lower ανεβάζω βάζω el κατορθώνω achieve attain manage succeed el καυστικός acid caustic mordant pungent el κοινοποίηση carbon notice έκδοση αναδημοσίευση el κοινότοπος hackneyed mundane prosaic trite el κουρσεύω pillage pirate plunder sack el κουτάκι box δοχείο κιβώτιο κουτί el κριτής critic judge referee κριτής el κωδικοποίηση codification encoding κωδικοποιώ χαρακτήρας el κύων Reconstruction:Proto-Indo-European/ḱwṓ hund κυνηγός σκύλος el κώνος Zirbeldrüse cone κῶνος χωνί el λαβίδα forceps tweezers μασιά τσιμπίδα el λαμπρότητα glory sheen splendor λάμπω el λανθασμένος wrong λάθος λανθασμένα λανθασμένως el λαχτάρα craving hunger itch επιθυμία el λεηλατώ loot pillage plunder sack el λευκαίνω bleach whiten λευκαντικό λευκός el μήνυση lawsuit αμήνυτος μήνυμα μηνύω el μαινόμενος furious livid rabid μανία el μαστιγώνω flog whip μαστίγιο μαστίζω el μεσο- Appendix:Greek prefixes meso- μέσα μέσο el μεσολαβώ intercede intermediate intervene mediate el μετανιωμένος regretful repentant αμεταμέλητος αμετανόητος el μετατροπή μεταγραμματισμός μεταγραφή μετατρέπω μετατροπέας el μοίρασμα διανομή μοιράζω μοιρασμένος παράδοση el μοιρασιά distribution μοιράζω μοιρασμένα μοιρασμένος el μοιχεύω απατώ βάζω κέρατα κερατώνω φοράω κέρατα el μπροστινός forward front διπλανός μπροστά el μυρώνω anoint mirosi njurzescu μυρωμένος el νήπιο baby infant toddler μωρό el ναζιάρικα νάζι ναζιάρα ναζιάρης ναζού el ναζιάρικος νάζι ναζιάρα ναζιάρης ναζού el νοσηρός morbidity sick unhealthy φαντασία el νταηλίκι bravado bullying μαγκιά τσαμπουκάς el ξαφνιάζω startle surprise take aback αιφνιδιάζω el ξεδιαλύνω riddle διαλύω λύνω ξελύνω el ξεπερασμένος obsolete outdated rusty αραχνιασμένος el ονειροπόλος daydreamer dreamer αιθεροβάτης όνειρο el οπλισμός armor armour key signature weaponry el ουράνωση palatalization ουρανικοποίηση ουρανικός υπερωικοποίηση el πάντως after all anyway at any rate in any case el παλιόπαιδο brat urchin κωλόπαιδο σκατόπαιδο el παράλυση palsy paralysis παράλυσις παραλύω el παραμάνα nurse safety pin wet nurse βαβά el παρανόμι cognomen handle επωνυμία παρατσούκλι el παρατήρηση comment note notice rebuke el πικάντικος hot spicy tangy αλμυρός el πλακίδιο bar slate tablet tile el πληκτικός boring plicticos plictisi ανιαρός el πλοίαρχος captain master εμποροπλοίαρχος πλέω el πνίξιμο choking drowning suffocation πνίγω el πολυμαθής erudite learned polymath μαθαίνω el προαναφερθείς above-mentioned abovesaid aforementioned aforesaid el προζύμι sourdough άζυμος ζύμη μαγιά el προικισμένος talented well-endowed ατάλαντος ταλαντούχος el προσαρμογή adaptation adjustment mode orientation el προσβάλλω affect insult outrage προσβολή el προσδιορίζω modify set specify ορίζω el προσδοκία expectancy expectation προσδοκώ προσδοκώμαι el προσευχητάριο prayer book εύχομαι προσευχή προσεύχομαι el προσφωνώ hail style φωνάζω φωνή el πρόσκληση call encore invitation invite el πυθμένας bed bottom floor πυθμήν el πόθος craving desire hunger πόθος el ρήγμα chasm crack split χάσμα el ρευστός fluent volatile ρέω χρήμα el σαΐτα arrow shuttle κερκίδα τόξο el σαθρός rickety rotten κλούβιος σάπιος el σατανικός satanic Σατανάς κακός σατανισμός el σεβαστός Sevastopol σέβας σέβομαι σεβασμός el σεντούκι chest coffer trunk صندوق el σκαλιστήρι cultivator ακουμπιστήρι αξίνα σκαλίζω el σοφιστεία sophism sophistry σοφία σοφός el σπιτονοικοκύρης landlord εκμισθωτής ενοικιαστής σπίτι el στάλα bead dash raindrop ενσταλάζω el στήνω fix pitch rig set el σταυρώνω cross crucify σταυρός σταύρωση el στειρωτικός στείρος στείρωση στειρότητα στειρώνω el στενοχώρια θλίψη μπελάς στενοχωρώ φασαρία el συζυγία conjugation syzygy ζυγός σύζυγος el συκοφαντία defamation slander συκοφάντης φαντάζω el συκοφαντώ defame slander συκοφάντης φαντάζω el συνέδριο colloquium conference congress συνέδριον el συναγωνισμός competition contest rivalry άμιλλα el συναδελφικότητα camaraderie comradeship fellowship solidarity el συνωμοτώ collude connive conspire συνωμοσία el σχολαστικός fussy pedant pedantic punctilious el σύζευξη conjugation conjunction coupling union el σύνορο boundary frontier limit όρος el τήκω fuse melt λιώνω χύνω el ταξινόμηση breakdown categorization classification taxonomy el ταραχή disorder trouble turmoil ταράζω el τριάδα leash trinity τρία τρίο el τρομοκρατικός terrorist τρομοκράτης τρομοκρατία τρόμος el τρωγλοδύτης troglodyte wren δύω τρωγλοδύτης el τόμος book tome volume ტომი el υπνωτικός hypnotic soporific ηρεμιστικός καταπραϋντικός el υποβάλλω subject submit καταθέτω παρουσιάζω el υποστηρίζω bolster countenance second αλληλοϋποστηρίζομαι el υποφέρω ache anguish suffer χτικιάζω el φθίση consumption φθίσις φυματίωση χτικιό el φλαμουριά ash tree basswood flamma linden el φλασκί flasco flask μπουκάλι τσίτσα el φρουρός guard soldier watch φρουρά el φρούριο castle fortress stronghold φρουρά el χαιρετίζω heretisanje salute χαίρω χαιρετώ el χαχανητό snigger χάχανο χάχας χαχανίζω el χειροπιαστός tangible απτός συγκεκριμένος χειρ el χλοοτάπητας turf γκαζόν γρασίδι τάπητας el χρονοτριβή lag loitering τρίβω χρόνος el χρονοτριβώ lag procrastinate τρίβω χρόνος el χρυσαλλίδα chrysalis nymph pupa νύμφη el ωραιότατος fairest κακάσχημος πάγκαλος πανέμορφος el όνειδος disgrace αίσχος ντροπή ὄνειδος el -ίτης -ide -ite wine el -ι γκεσέμι κεσέμι λιμάνι el -ς -άρας κετσές μπαμπάς el -ψήφιος μονο- ψήφος ψηφίο el -ω αμπαλάρω αριβάρω πιλοτάρω el -ώ αεροφωτογραφίζω φωτογραφίζω χρονολογώ el grc δραπέτης Ἀνακτορία Ἀνακτόριος el Αλώπηξ Vulpecula αλώπηξ ἀλώπηξ el Ανακρέων Anacreon ανακρεόντειος Ἀνακρέων el Ανατολή Anatoli Anatolius Анатолий el Αργείος Argive Άργος Ἀργεῖος el Αργώ Argo Argo Navis Ἀργώ el Αρμάνος Aromanian Βλάχος βλάχος el Αρταξέρξης Ahasuerus Artaxerxes Ἀρταξέρξης el Βύβλος Bible Byblos Βύβλος el Γαλιλαία Galilee Γαλιλαία גליל el Γολγοθάς Calvary Golgotha Γολγοθᾶ el Δαρείος Darius Δαρεῖος 𐎭𐎠𐎼𐎹𐎺𐎢𐏁 el Εγκέλαδος Enceladus earthquake Ἐγκέλαδος el Ελληνική Δημοκρατία Hellas Hellenic Republic Ελλάς el Επιμηθέας Epimetheus Προμηθέας Ἐπιμηθεύς el Εστία Hestia Vesta Ἑστία el Ευσέβιος Eusebius Εὐσέβιος ευσεβής el Θεσσαλονικιά Thessalonian Θεσσαλονίκη θεσσαλονικιώτικος el Θεσσαλονικιός Thessalonian Θεσσαλονίκη θεσσαλονικιώτικος el Ιακώβ Jacob James Ἰακώβ el Ισραηλίτης Jew Εβραίος Ιουδαίος el Ισραηλίτισσα Jew Εβραία Ιουδαία el Κέλσιος βαθμός Κέλβιν βαθμός Κελσίου κλίμακα Κελσίου el Καναδέζα Canadian Καναδάς Καναδή el Καναδέζος Canadian Καναδάς Καναδός el Κελσίου βαθμός Κέλβιν βαθμός Κελσίου κλίμακα Κελσίου el Κνωσός Knossos Κνωσσός Κνωσός el Λάτιο Latium Lazio Λάτιον el Λουδοβίκος Louis Ludovicus Լյուդովիկոս el Μήλος Milos Μῆλος ミロス el Μασσαλιώτης Marseillais Μασσαλία Μασσαλιώτης el Νεάπολη Naples Neapoli Νεάπολις el Ξέρξης Xerxes Ξέρξης 𐎧𐏁𐎹𐎠𐎼𐏁𐎠 el Οφιούχος Ophiuchus Όφις όφις el Ρεβέκκα Rebecca Rebekah Ῥεβέκκα el Σαλαμινία Κούλουρη Σαλαμίνα Σαλαμινία el Σκανδιναβία Nordic countries Scandinavia Scandinavian Peninsula el Σουσάννα Susan Susanna Σουσάννα el Σοφία Sophia σοφία σοφός el Σοφοκλής Sophocles Σοφοκλῆς σοφός el Τσιγγάνοι zingaro Αθίγγανοι Ρομά el Τύρος Tyre Τύρος 𐤑𐤅𐤓 el Υάκινθος Hyacinth Hyacinthus Ὑάκινθος el Φάτα Μοργκάνα Fata Morgana Morgan le Fay fata Morgana el Φίλιπποι Philippi Φίλιπποι Φίλιππος el Χάρος Charon death Χάρων el άνεση comfort convenience ἄνεσις el άνοστος bland insipid άγλυκος el άνυσμα vector διάνυσμα διανύω el άνωση buoyancy lift upthrust el άφοβος intrepid undaunted έντρομος el άφωνος speechless φωνάζω φωνή el έκνομος extralegal illegal illicit el έκσταση ecstasy στάση ἔκστασις el έλξη appeal attraction έλκω el έμφυτος immanent inbred innate el ένδειξη index note δείχνω el ένοικος occupant resident tenant el έξωση eviction εξώστης ξεσπίτωμα el ίζημα deposit precipitate ἵζημα el αγκυλωματιά αγκυλώνω αγκύλι αγκύλωμα el αγχωμένος anxious nervous άγχος el ακαθίδρυτος εγκαθιδρύω επανιδρύω ιδρύω el ακυνήγητος κυνηγάω κυνηγός κυνηγώ el αλατώδης saline salt salty el ανέλκυση έλκω ανελκυστήρας ανελκύω el ανία boredom tedium ανιαρός el ανερχόμενος up-and-coming ανέρχομαι ερχόμενος el ανθυγιεινός insalubrious unhealthy υγεία el ανθυποπλοίαρχος lieutenant lieutenant junior grade sub-lieutenant el ανθυποσμηναγός lieutenant pilot officer second lieutenant el ανικανότητα disqualification ανεπάρκεια επάρκεια el ανισόρροπος deranged βλαμμένος ρέπω el ανοιγμένος αναμμένος κεκλεισμένος κλεισμένος el αντίφαση contradiction paradox αντιφάσκω el αντιστοιχώ correspond αντίστοιχος ανταποκρίνομαι el ανυπόδητος barefoot ξυπόλυτος ἀνυπόδητος el ανυπόφορος unbearable αβίωτος αφόρητος el ανύπαρκτος absent unreal υπάρχω el αξιολογώ assess criticise evaluate el απήδηχτος αγάμητος ακαλαφάτιστος γαμημένος el απίστευτος amazing incredible incredulous el απεργάζομαι engineer scheme εργάζομαι el απεσταγμένος αποστάζω στάζω σταγόνα el αποθάρρυνση damp discouragement gloom el αποκλεισμός blockade αποκλείω αποκλεισμένος el αποπειρώμαι attempt endeavor essay el αποσχίζομαι secede αποχωρώ σκίζω el αποτρόπαιος heinous outrageous αποτρέπω el αποφλοιώνω bark hull peel el απρέπεια impertinence γαϊδουριά πουστιά el απρόβλεπτος casual unforeseen βλέπω el απωθητικός αηδής αηδιαστικός ελκυστικός el απόειδα απέβλεψα αποβλέπω βλέπω el απόκρημνος abrupt precipitate γκρεμός el απόφθεγμα apothegm saw saying el απύθμενος abysmal abyssal ξέκωλος el αραιοϋφασμένος αγανός αραιός κρουστός el αργυρός argent silver άργυρος el αρθρώνω articulate pronounce utter el αριστοκρατικότητα nobility αριστοκράτης αριστοκρατία el αρχέγονος primeval primordial απόγονος el ασβεστώνω whitewash ασβέστης ασβέστιο el αστραπιαίος lightning lightning fast αστραπή el ασυγκράτητος rampant unrestrained θυελλώδης el ασυνάρτητος discursive incoherent ανακόλουθος el ασυνέχεια discontinuity incoherence συνέχεια el ασώματος bodiless disincarnate incorporeal el αυταπάτη delusion self-deception απάτη el αφαιρετέος αναφαίρετος αφαιρώ μειωτέος el αφετηρία start threshold αφέτης el αφηγητικός αφήγηση αφηγήτρια αφηγητής el αφοδεύω defecate κάνω κακά χέζω el αφόδευση defecation κατούρημα χέσιμο el αφύσικος artificial paranormal unnatural el αχνός light αμυδρός θαμπός el αύρα aura sea breeze αὔρα el βέργα Appendix:Greek Swadesh list stick virga el βαρίδι αντίβαρο βάρος βαρύτητα el βαρύαυλος φαγκοτίστα φαγκοτίστας φαγκότο el βδελυρός αηδής αηδιαστικός βδέλυγμα el βεβηλώνω defile desecrate profane el βομβίνος bumblebee βόμβος μπάμπουρας el βοσκότοπος pasture range veld el βουνί ακροβούνι βουνοκορφή βουνό el βραχνός hoarse husky χοντρός el βρυσομάνα fountainhead βρύση πηγή el βρωμιάρης pig κάθαρμα καθίκι el βύνη malt βύνη κριθάρι el γαλέα Appendix:Greek terms for watercraft gálya γαλέρα el γεωγραφικό ύψος γεωγραφικό γεωγραφικός ύψος el γιγάντιος γίγαντας πελώριος τεράστιος el γινόμενο cross product μειωτέος el γκρεμίζω precipitate ανιδρύω γκρεμός el γοητευτικός enchanting γοητεία ελκυστικός el γραφειοκρατικός bureaucratic burocratic clerical el δίδαγμα lesson teaching δάσκαλος el δεξιόστροφος clockwise dextrorotatory αριστερόστροφος el δερβίσης Dervish dervish dlgwš el δεόντως properly δέω δέων el δηκτικός mordant pungent snarky el δηλ. i.e. viz. δηλαδή el δημαρχεύω δήμαρχος δημαρχία δημαρχείο el δημιουργικός creative δημιουργία δημιουργός el δημοσιονομικός financial fiscal δήμος el δημοσιοποίηση έκδοση δήμος δημοσίευση el διάβημα act démarche overture el διάσπαση chasm decomposition fission el διάταξη array disposition διάρθρωση el δια- Appendix:Greek prefixes inter- trans- el διαίσθηση insight intuition διαισθάνομαι el διαγουμίζω pillage plunder sack el διαγούμισμα pillage plunder sack el διαδίδω εξάγω εξαγωγή προϊόν el διαδοχικά in turn successively διαδοχικός el διαδοχική διερμηνεία consecutive interpretation διαδοχικός διερμηνεία el διαλείπων discontinuous intermittent λείπω el διαλογισμός contemplation meditation διαλογίζομαι el διαμαρτύρομαι expostulate protest remonstrate el διαμοιρασμένος διαμοιράζομαι διαμοιράζω μοιρασμένος el διαμόρφωση modulation διάρθρωση μόρφωση el διαπρεπής eminent prominent διαπρέπω el διαστρέφω belie distort garble el διασυνδέω network δέω συνδέω el διαχρονικός diachronic timeless χρόνος el διερεύνηση cross-examination enquiry investigation el διευθέτηση adjustment disposition settlement el δικαιοδοσία jurisdiction αναρμοδιότητα αρμοδιότητα el διμερής duplex μονομερής πολυμερής el διχειλικός bilabial χείλος χειλοϋπερωικός el διχόνοια discord division faction el διψομανία dipsomania διψασμένος μεθυσμένος el δοκησισοφία pedantry σοφία σοφός el δοκιμαστική δοκιμαστικός οδήγηση πτήση el δριμύς acid acrid pungent el δυσάρεστος unpleasant ανεπιθύμητος ενοχλητικός el δυσαρμονία discord disharmony παραφωνία el δυσδιάκριτος dim αμυδρός ευδιάκριτος el δωροληψία bribe bribery δώρο el δύσθυμος άκεφος δυσθυμία κεφάτος el εγγεγραμμένος incircle εγ- εγγράφω el εγγράψιμος cyclic γράφω εγγράφω el εγκαινιάζω inaugurate ανεγκαινίαστος εγκαινιασμός el εγκαταλελειμμένος abandoned forlorn εγκαταλείπω el εγκληματικότητα crime delinquency έγκλημα el εγκλιματίζω inure ανεγκλιμάτιστος εγκλιματισμός el εγκωμιάζω praise ανεγκωμίαστος μαλώνω el εδάφιο citation passage verse el εισδύω δύω παρεισέφρησα παρεισφρέω el εκ νέου anew once again επανιδρύω el εκατονταετής centenarian centenary εκατό el εκατονταετηρίδα centennial εκατονταετία εκατό el εκκαθάριση liquidation purge settlement el εκλιπών deceased departed νεκρός el εκλογέας εκλέγω ψηφοφορία ψηφοφόρος el εκρήγνυμαι burst go off έκρηξη el εκροή outflow εισροή εκρέω el εκτίμηση approximation esteem estimate el εκτροπή aberration diversion εκτρέπω el εκφωνητής announcer broadcaster φωνή el εκχώρηση concession settlement εκχωρώ el ελίσσομαι maneuver snake wind el ελλιπής imperfect λίπος λείπω el εμπειρισμός empiricism αισθησιαρχία αισθησιοκρατία el εμπροσθοφυλακή forefront vanguard εμπρός el εν λευκώ εν λευκός λευκώ el ενίσχυση booster ενισχύω ισχύω el ενδεχόμενο chance contingent likelihood el ενδεχόμενος susceptible ενδεχομένως πιθανός el ενημερώνω brief keep someone posted update el εννοιοκρατία conceptualism έννοια εννοώ el εννοιολογικός conceptual έννοια εννοώ el ενορία enorie enurii parish el ενσάρκωση avatar embodiment incarnation el ενστικτώδης instinctive spontaneous ένστικτο el εντευκτήριο chamber haunt resort el εντός within έξω μέσα el εντόσθια Appendix:Greek Swadesh list offal σπλάχνο el εξαιρώ except recuse εξαίρω el εξαλείφω eradicate wipe out αίρω el εξασκώ bring to bear train ασκώ el εξευτελίζω abase debase ντροπιάζω el εξομολόγηση confession ομολογία ομόλογος el εξώπορτα front door gate πύλη el επίβλεψη supervision βλέπω επιβλέπω el επίπονος painful poignant δύσκολος el επαγγελματικός nonprofessional επάγγελμα επαγγελματίας el επαγρύπνηση vigil vigilance προσοχή el επαγωγικός a posteriori a priori inductive el επαναλαμβανόμενος recursive επαναλαμβάνω επανειλημμένος el επαναληπτικός repetitive επαναλαμβάνω επανειλημμένος el επανασυνδέω αποσυνδέω δέω συνδέω el επανδρώνω crew man staff el επανεκκινώ reboot reset restart el επεξεργάζομαι process treat εργάζομαι el επιβεβαίωση attestation confirmation corroboration el επιβλητικός grandiose imperial sublime el επιδειξιομανής exhibitionist επιδειξίας επιδειξιομανία el επιζώ live survive γλιτώνω el επικαλούμαι appeal invoke quote el επικύηση conception κύημα κύηση el επιπροσθέτως additionally besides in addition el επιρροή influence έλεγχος επήρεια el επισκοπή cathedral diocese see el επιτιμώ expostulate rebuke μαλώνω el επιφυλακτικός circumspect conservative wary el επιχορηγώ fund sponsor subsidize el επωμίδα epaulet epaulette επωμίζομαι el επόπτης linesman overseer supervisor el εργατικός assiduous έργο νωθρός el ερωτοτροπώ court flirt φλερτάρω el ετερο- Appendix:Greek prefixes hetero- ἕτερος el ευλάβεια devotion evlavie ευσέβεια el ευπρεπίζω groom πρέπει πρέπω el ευσεβισμός ευσέβεια ευσεβής σέβομαι el εύκαμπτος flexible pliable resilient el εύπορος affluent rich wealthy el εἰ Reconstruction:Proto-Slavic/i и і el ζαχαριέρα -ιέρα sugar bowl ζάχαρη el ζαχαρωμένα αποκρυσταλλώνω ζαχαρώνω φρούτο el ζευγαρώνω mate pair ζευγάρι el ζεύγμα zeugma ζεύγος ζυγός el ζυμώνω braid ferment knead el ζωικός ζωή ζώο λίπος el ζωντανά live stock ζωντανός el ζωντανεύω animate ζωή ζωντανός el ζωντοχήρα divorcée ζωή ζωντανός el ηττώμαι lose ήττα υπερισχύω el θα θέλαμε Appendix:Greek phrasebook/Accommodation θέλαμε θέλω el θεοσέβεια ευσέβεια σέβας σέβομαι el θεώρημα theorem θεωρία θεωρώ el θεώρηση notion point of view θεωρώ el θλίβω distress θλίψη θλιμμένος el θολώνω cloud dim muddle el θωράκιση armor armour τεθωρακισμένα el θωριά θεωρία θεωρώ θωρώ el θύλακας Chukotka Autonomous Okrug bursa pocket el ιδιοτροπία quirk vagary παραξενιά el ιμάντας band belt strap el ισοϋψής contour contour line level el ιστοδιεύθυνση IP address URL Uniform Resource Locator el κάθε ένας all and sundry each everyone el κάλλιο γαϊδουρόδενε παρά γαϊδουρογύρευε a stitch in time saves nine better safe than sorry γάιδαρος el κάλυμμα hood jacket sleeve el κάρφωμα dunk dunking καρφί el κάτοχος occupant αφεντικό κατοχή el κένωση defecation evacuation kenosis el κήρυγμα homily kerygma sermon el καβγαδίζω quarrel μαλώνω τσακώνομαι el καθίδρυμα εγκαθιδρύω ιδρύω καθιδρύω el καθίζημα precipitate καθίζω καθιζάνω el καθίζηση settlement καθίζω καθιζάνω el καθυστερώ detain lag procrastinate el και άλλα και λοιπά πολλά και ούτω καθεξής και τα λοιπά el και ακόλουθα και λοιπά πολλά και ούτω καθεξής και τα λοιπά el και αλλού και λοιπά πολλά και ούτω καθεξής και τα λοιπά el κακοήθης malicious malignant καλοήθης el κακοκεφιάζω ακεφιά κέφι κακοκεφιά el καλλιεργώ culture farm nurse el καλόκεφος άκεφος κέφι κεφάτος el καλόσυνη goodness αγαθοσύνη αγαθότητα el καμαριέρα -ιέρα chambermaid maid el καπηλειό bar pub tavern el καπόνι capo capon clapon el καρδιοειδής cordate heart-shaped καρδιόσχημος el καρποφόρος -φόρος fruitful στείρος el καρό diamond diamonds διαμάντι el κασέλα chest coffer trunk el κασεδάκι δοχείο κιβώτιο κουτί el κασούλα caciòła casula căciulă el κατάλυμα accommodation γιατάκι καταλύω el κατάταξη categorization classification incorporation el κατήγορος accuser prosecutor κατηγορώ el καταγέλαστος αξιογέλαστος αστείος γελοίος el καταδεκτικότητα condescension ακατάδεχτος ακαταδεξία el καταδικάζω convict reprobate κατάδικος el κατακόρυφος handstand portrait vertical el κατατρομάζω terrify τρομάζω τρόμος el κατσαδιάζω harangue lecture μαλώνω el κελάηδημα birdsong κελαηδώ τσίου-τσίου el κελάρι cellar cellarium chilar el κερασφόρος -φόρος horned κερατάς el κερατίνη horn κέρας κέρατο el κινέω συγκίνηση συγκινητικός συγκινώ el κιόσκι kiosk stand περίπτερο el κλονισμός breakdown concussion shock el κλωσσόπουλο brood chick πουλί el κοιλότητα cavity hollow κοιλιά el κοινολεκτώ καθομιλουμένη κοινολεξία κοινόλεκτος el κομματιάζω fragment shred κομμάτι el κοντάκι stock κοντάκιον قونداق el κοριτσίστικος girlish girly κορίτσι el κοροϊδία taunt κοροϊδεύω κορόιδο el κουρελής rag κουρέλι ξεβράκωτος el κούρσεμα pillage plunder sack el κραιπάλη binge debauchery decadence el κραυγαλέος loud vociferous κραυγάζω el κρεβατοκάμαρα bedroom chamber room el κρεμάμενος hanging κρεμασμένος κρεμώ el κριθαρένιος κριθάρι κριθαρόψωμο ψωμί el κροτούν αέριο κροτώ κρότος el κρούσμα case instance κρούω el κρούστα crusta scab κρουστός el κυνηγετικός κυνηγάω κυνηγός κυνηγώ el κυνηγόσκυλο hound hunter κυνηγός el κυοφορία gestation pregnancy κυοφορώ el κυψελίδα alveolus earwax κυψέλη el κωλυσιεργώ filibuster κωλύω παρακωλύω el κόγχη alcove angle socket el κόλακας adulator courtier σφουγγοκωλάριος el κόλληση κολλώ κόλλα κόλλημα el κόνικλος rabbit κονικλοτροφείο κουνέλι el κόψιμο cut cutting διάρροια el κύρος force kudos supremacy el κώλυμα deadlock hindrance κωλύω el λάγνος lascivious lecherous lustful el λάλημα crow lajm λαλώ el λάμψη brightness luster λάμπω el λίνον Reconstruction:Proto-Germanic/līną linas linum el λαίμαργος glutton gluttonous λαιμαργία el λαμπερός bright λάμπω μουντός el λεγόμενος so-called δήθεν λέω el λεηλασία pillage plunder sack el λειρί cockscomb wattle λείριον el λεσβιακός lesbian Λέσβος λεσβία el λευκοπλάστης band-aid επίδεσμος λευκός el λημέρι haunt hideout lair el λιμάρω file αλιμάριστος λίμα el λογοκριμένος censored αλογόκριτος λογοκρίνω el λούγκρα μπινές πισωγλέντης πούστης el λούσιμο bath shampoo λούζω el λυκόσκυλο German Shepherd wolfhound λύκος el λυσσασμένος mad rabid λύσσα el λυόμενος λυμένος λύνοντας λύω el λύτρωση redemption salvation λύω el μάτσα matcha maça ماچه el μάχομαι battle fight ταυρομάχος el μίλι mile mille milă el μίσθωση tenancy ενοικίαση μισθός el μαγαζάτορας έμπορος καταστηματάρχης μαγαζί el μαγεύω ensorcell entrance μάγος el μαλλιαρή δημοτική ελληνικά νέα ελληνικά el μανέστρα ζυμαρικό κριθάρι κριθαράκι el μανιώδης rabid voracious μανία el μαρσιποφόρος -φόρος καγκουρό μάρσιπος el μαστουρωμένος high stoned κλασμένος el μεγαλοπρεπής magnificent splendid ανακτορικός el μεθύστακας drunk μέθυσος μεθυσμένος el μελαγχολικός brooding desolate melancholic el μεμψιμοιρώ cavil γκρινιάζω κλαίω el μεταβάλλω change αμετάβλητος γίνομαι el μεταπουλώ resell αμεταπούλητος απούλητος el μεταχρονολογώ χρονολογία χρονολογώ χρόνος el μεταχρονολόγηση χρονολογία χρονολόγηση χρόνος el μηδαμινός paltry petty trivial el μηδενιστής anarchist nihilist μηδέν el μηνίσκος Μήνη ημισέληνος μηνίσκος el μιγάς creole mongrel mulatto el μιμούμαι copy mock μίμος el μισέλληνας mishellene ανθέλληνας γραικύλος el μισητός heinous invidious αγαπημένος el μισθοφορικός mercenary μισθοφόρος μισθός el μοιράδι μοίρα μοιράζω μοιρασμένος el μονοψήφιος μονο- ψήφος ψηφίο el μορφασμός expression face grimace el μοχθηρός fiendish malevolent malicious el μούδιασμα numbness αιμωδία αιμωδίαση el μούσκεμα drenched μουσκεμένος μουσκεύω el μπαμπόγρια κωλόγρια παλιόγρια σκατόγρια el μπαούλο chest coffer trunk el μπινιά μπινές μπινελίκι πουστιά el μπιφτέκι beefsteak steak χάμπουργκερ el μπούμπουρας μέλισσα μελισσοκόμος μπάμπουρας el μυλωνάς miller αλευροβιομήχανος μύλος el μόσχος civet mosc मुष्क el νάρθηκας cast narthex νάρθηξ el να ανοίξει το δρόμο pave the way ανοίξει δρόμος el νεκροψία necropsy post mortem νεκροτομή el νεοσσός chick fledgling αετόπουλο el νεροσυρμή αυλάκι αυλακιά συρμή el νηοπομπή convoy πέμπω πομπή el νοθεύω adulterate alloy doctor el νοικάρης εκμισθωτής ενοικιαστής μισθωτής el νομοθετώ legislate θέτω νομοθεσία el νοοτροπία culture idiosyncrasy mentality el νοτερός damp humid moist el νυσταγμένος drowsy sleepy νυστάζω el νυχτοπούλι night owl night person πουλί el ξαναμοίρασμα αναδασμός αναδιανομή ανακατανομή el ξαναμοιρασμένος μοιρασμένος ξαναμοιράζομαι ξαναμοιράζω el ξαράχνιασμα αράχνη αραχνιάζω ξαραχνιάζω el ξεκάθαρος definite unequivocal αμυδρός el ξενομανία xenomania ξενοφιλία ξενοφοβία el ξενύχτης night owl night person ξενυχτάω el ξεφωνίζω κράζω φωνάζω φωνή el οίκημα οίκος οἴκημα σπίτι el ολιγο- λίγος ολίγος ὀλιγο- el ομογενής expatriate homogeneous ομογένεια el ομοφυλοφιλικός γκέι ομοφυλοφιλία ομοφυλόφιλος el ονειρομαντεία oneiromancy ονειροκρίτης όνειρο el οπίσθιος Appendix:Greek vocabulary/Motoring hinder posterior el οργάνωση body organization όργανο el ουροδοχείο bedpan γιογιό καθίκι el ούρηση urination κατούρημα χέσιμο el ούρο κατουρλιό ούρα οὖρον el πάλλομαι leap μονοπαλλόμενο πολυπαλλόμενο el πάνω κάτω give or take odd άνω κάτω el πάσσαλος pale post stake el πάσχω suffer from πάθος παθαίνω el παίδαρος γκόμενος κούκλος παιδί el παθητικός ενεργητικός μεσοπαθητικός πάθος el παιχνιδότοπος playground παιδική χαρά παιδότοπος el πακετάρισμα package πακέτο πακετάρω el παλαιο- Appendix:Greek prefixes paleo- παλιο- el παλαμίδα bonito pălămidă بلوط el παπαριά παπάρα παπάρας παπάρι el παράθεμα citation quotation quote el παράκτιος coastal littoral ακτή el παράφρων demented deranged insane el παρήγορος απαρηγόρητος παρηγοριά παρηγορώ el παρίσταμαι attend αναπαριστάνω παριστάνω el παραγκούπολη shantytown slum παράγκα el παραθέτω quote θέτω παράθημα el παραπατώ stagger totter waddle el παραπλήσιος approximate like πλησιάζω el παραπομπή citation παραπέμπω πομπή el παρασύρω lead astray σέρνω σύρω el παρατηρώ note notice observe el παρθενιά Παρθένος παρθένα παρθένος el παροχή flow διανομή παράδοση el πατατοσαλάτα Appendix:Greek phrasebook/Food and drink potato salad σαλάτα el πατημασιά track αποτύπωμα χνάρι el παύση hiatus rest παῦσις el πειθαναγκασμός ανάγκη πείθω πειθαναγκάζω el πειραματικός experimental trial πειραματίζομαι el πειστήριο evidence exhibit πείθω el πενιχρός meager λίγος λιγοστός el περίσκεψη caution discretion σκέφτομαι el περίφημος famous great ακουστός el περασμένα ξεχασμένα let bygones be bygones περασμένα περασμένος el περιέχω compose hold έχω el περιβάλλω encompass envelop περικλείω el περιεργάζομαι eyeball εργάζομαι περιέργεια el περιληπτικός brief collective synoptic el περιοδεία tour περίοδος περιήγηση el περιοδεύω tour περίοδος περιοδεύων el περιστρέφομαι revolve rotate turn el περισυλλέγω λέγω συλλέγω συνελέγην el περισυλλογή contemplation meditation συλλέγω el πετάννυμι petë pjetem pjetë el πηγαινοέρχομαι shuttle έρχομαι πηγαινέλα el πηκτή aspic jelly piftie el πιστοποίηση authentication πείθω πιστοποιώ el πιτυρίδα dandruff scurf λέπι el πλήγμα wound πλήττω πλῆγμα el πλήρωμα crew pleroma pléroma el πλαστογραφώ copy counterfeit πλαστογραφία el πλειοψηφία majority plurality ψήφος el πλεκτό knitting πλέξιμο τρίκο el πληροφορούμαι learn μαθαίνω ξέρω el πλιάτσικο pillage plunder κατσαπλιάς el πλώρη bow plor pluar el πνίγομαι choke drown smother el πνευματώδης humorous salty πνεύμα el πνιγμονή choking suffocation πνίγω el πολίτευμα polity regime πόλη el πολεμοχαρής hawkish trigger-happy warlike el πολλαπλότητα multiplicity plurality πολλαπλασιάζω el πολυλογία circumlocution garrulity verbosity el πολύγλωσσος multilingual polyglot πολύγλωσσος el πομπώδης grandiloquent πέμπω πομπή el πορνό porn porno πόρνη el ποταπός base despicable low el πουδράρισμα πουδράρω πουδριέρα πούδρα el προάγγελος harbinger herald άγγελος el προαίσθημα hunch premonition προαισθάνομαι el προαιρετικός alternative optional voluntary el προανάκρουσμα ανακρούω κρούω προσκρούω el προβλέψιμος predictable βλέπω προβλέπω el προλεχθείς abovesaid aforementioned aforesaid el προλογίζω preface λογίζομαι πρόλογος el προμήνυμα μήνυμα μηνύω προμηνύω el προοπτική perspective view vista el προσαγορεύω αγορεύω αναγορεύω απαγορεύω el προσευχητάρι εύχομαι προσευχή προσεύχομαι el προφανής obvious palpable προφανώς el προχρονολογώ χρονολογία χρονολογώ χρόνος el προχρονολόγηση χρονολογία χρονολόγηση χρόνος el πρωτοποριακός groundbreaking original πρωτοπόρος el πρόβλεψη contemplation βλέπω προβλέπω el πρόσκαιρος fleeting transient εφήμερος el πρότερος antecedent past προηγούμενος el πτέρυγα wing πτέρυξ πτερύγιο el ράγα rail track ρώγα el ρέψιμο belch burp ρεύομαι el ραφή stitch suture ῥαφή el ρεγχάζω ροχάλισμα ροχαλίζω ροχαλητό el ρετσίνι retsina رچینه ῥητίνη el ρευστοποιώ λιώνω ρέω χύνω el ρευστό cash fluid χρήμα el ρευστότητα flux liquidity ρέω el ρητός explicit rational unequivocal el ρινικός ένρινος έρρινος ερρινοποίηση el ρινολαλία ενρινότητα ερρινισμός ερρινότητα el ρωμαιοκαθολικός Catholic Roman Roman Catholic el ρόπτρο doorknocker πόμολο ῥόπτρον el ρύση καταρρέω ρέω ῥύσις el σάτιρα lampoon libel satire el σακί sack μπούρδα σάκος el σαλαμούρα salamură salimuria saramură el σανδάλι sandal πέδιλο παπούτσι el σεξοβόμβα bomb bombshell βόμβα el σημαιοφόρος ensign flag-bearer standard-bearer el σκασίλα μου give a shit στ' αρχίδια μου στα παπάρια μου el σκεπτικό ratio decidendi rationale σκέφτομαι el σκιάζω cloud shadow τρομάζω el σκυλί που γαβγίζει δεν δαγκώνει all bark and no bite barking dogs seldom bite one's bark is worse than one's bite el σουρβιά service tree shurbë sorb el σουρώνω strain διηθώ στραγγίζω el σοφιστής sophist σοφιστής σοφός el σπήλαιο cave cove fyell el σπαγκοραμμένος σπάγγος τσιγκούνης φραγκοφονιάς el σπαζοκεφαλιά brainteaser conundrum σπάζω el σποραδικά every so often sporadically περιστασιακά el σταυρόνημα crosshair reticle σταυρός el στεναχωρεμένος στεναχωριέμαι στεναχωρούμαι στενοχωρώ el στενοχωρεμένος στενοχωριέμαι στενοχωρούμαι στενοχωρώ el στοιχειοθετώ set typeset θέτω el στου διαβόλου τη μάνα Woop Woop back of beyond middle of nowhere el στουπί tow διάναξη καλαφάτισμα el στοχασμός contemplation meditation στοχάζομαι el στριμώχνω corner mob squeeze el συγκαλύπτω dissimulate αποκρύπτω καλύπτω el συγχέω becloud confuse muddle el συκοφαντικός defamatory συκοφάντης φαντάζω el συμβιβάζω compound conciliate reconcile el συμμορία bunch crew ληστής el συμπαίκτης partner teammate εμπαίζω el συμπαίκτρια partner teammate εμπαίζω el συμπαιγνία collusion εμπαίζω συνεννόηση el συμπλήρωμα accessory complement supplement el συμπλοκή affair encounter fray el συνάδελφος colleague comrade mate el συνάντηση date encounter tryst el συνένωση συμφυρμός σύναψη σύνδεση el συναγωνίζομαι αγωνίζομαι ανταγωνίζομαι διαγωνίζομαι el συνεννοήσιμος εννοώ συνεννοούμαι συνεννόηση el συνθέτω compose compound θέτω el συννεφιάζω becloud cloud σύννεφο el συνομιλώ chat discourse talk el συνοπτικός brief succinct synoptic el συνουσιάζομαι have sex sex κοιμάμαι el συντρίβω crush λιώνω τρίβω el συντροφικότητα camaraderie companionship company el συσκοτίζω becloud black out χύνω el συστολή systole ντροπή συστολή el σφάζω butcher slaughter σφαγή el σφαγείο abattoir slaughterhouse σφαγή el σφουγγάρι sponge sünger σπόγγος el σχεδιάγραμμα blueprint scheme σχέδιο el σχιζοφρενής schizo schizophrenic τρελός el σχολιάζω comment note σχόλιο el σωριάζομαι collapse crumple keel el σύμπλεγμα cluster complex network el σύμφυρμα amalgam αχταρμάς συμφυρμός el σύμφωνος amenable coherent φωνή el σύρτης bolt latch σύρω el τήξη flux meltdown melting el τα λέμε see you see you later λέω el ταπεινός base meek modest el ταυτόχρονη διερμηνεία simultaneous interpretation διερμηνεία ταυτόχρονος el ταχυδακτυλουργικός magic ταχυδακτυλουργία ταχυδακτυλουργός el τελείως απόλυτα εντελώς τέλειος el τετρα- Appendix:Greek prefixes ψήφος ψηφίο el τζαναμπέτης δύστροπος εριστικός κακότροπος el τζατζόγρια κωλόγρια παλιόγρια σκατόγρια el τηλεβόας megaphone ντουντούκα τηλε- el τηλεγραφώ telegraph wire τηλε- el τηλεφωνία telephony τηλε- φωνή el το ράσο δεν κάνει τον παπά clothes don't make the man the cowl does not make the monk you can't judge a book by its cover el τούρλα Appendix:Greek metatheses trulla τρούλος el τράχηλος cervix αυχένας λαιμός el τρίμμα breadcrumb crumb τρίβω el τρι- Appendix:Greek prefixes ψήφος ψηφίο el τρούφα chocolate truffle truffe truffle el τσαγκάρης cobbler shoemaker παπουτσής el τσιφούτης σπάγγος τσιγκούνης چفوت el τυπικός characteristic formal τύπος el υπαρκτός existent νοητός υπάρχω el υπερέχω έχω υπέροχος υπεροχή el υπερεθνικισμός chauvinism jingoism ultranationalism el υπερρεαλιστικός surreal surrealist υπερρεαλισμός el υπνάκος catnap nap snooze el υπνοδωμάτιο bedroom chamber dormitory el υποδηματοποιός cobbler shoemaker παπουτσής el υποκατάστατο ersatz replacement substitute el υπονοούμενο implication innuendo υπονοώ el υποπλοίαρχος first lieutenant lieutenant mate el υποσημείωση annotation footnote σχόλιο el υποσμηναγός first lieutenant flying officer lieutenant el υποστηρικτής advocate proponent stalwart el υπουργία υπουργείο υπουργικός υπουργός el υποχείριο instrument pawn tool el υπόδειγμα pattern standard πρότυπο el υπόθαλψη refuge θάλπω υποθάλπω el υπόμνημα legend memorandum ὑπόμνημα el υπόστρωμα bed substratum ὑπόστρωμα el υπόσχεση promise όρκος ὑπόσχεσις el υπόχρεος υποχρέωση υποχρεωτικός υποχρεώνω el υστερόβουλος insincere scheming υστεροβουλία el φάση stage step περίοδος el φάσμα compass spectrum φάντασμα el φάτσα mug μούρη μούτρο el φακιόλι γεμενί μαντήλα τσεμπέρι el φανέλα singlet vest εσώρουχο el φαντασμένος conceited φαντάζομαι φαντάζω el φευγαλέος elusive furtive transient el φθηνά for a song next to nothing τζάμπα el φθονερός envious invidious jealous el φιλοδοξία ambition aspiration φιλόδοξος el φιλτράρω filter percolate διηθώ el φλάμμουρος flamur flamură flãmburã el φλογερός ardent sultry σφοδρός el φλυαρία garrulity jabber κουτσομπολιό el φλυαρώ jabber prattle κελαηδώ el φλύκταινα πομφόλυγα πομφόλυξ πομφός el φορεσιά φόρεμα فراجه فرجية el φτέρη fern raithnech rhedyn el φυγή flight fugue φυγάς el φυσίγγιο cartridge shell σφαίρα el φωνασκώ ασκώ φωνάζω φωνή el χαλλούμι halloumi ϩⲁⲗⲱⲙ ⲁⲗⲱⲙ el χαρτογραφώ χάρτης χαρτογράφος χαρτογραφία el χαχάνισμα χάχανο χάχας χαχανίζω el χαϊδευτικό endearment sobriquet term of endearment el χειλοδοντικός labiodental χείλος χειλοϋπερωικός el χειμωνικό καρπούζι υδροπέπων ձմերուկ el χειρίζομαι treat wield χειρ el χειραφέτηση emancipation manumission χειρ el χειρισμός maneuver έλεγχος χειρ el χειροπέδες handcuff handcuffs manacle el χειροτονία consecration ordination χειρ el χλευασμός mockery taunt χλευάζω el χλιδή extravagance luxury splendor el χρήστης user πρεζάκιας πρεζόνι el χρηματικός fine monetary pecuniary