μουστάκιν
Appearance
Pontic Greek
[edit]Alternative forms
[edit]Etymology
[edit]Inherited from Byzantine Greek μουστάκιον (moustákion), from Ancient Greek μύσταξ (mústax).
Noun
[edit]μουστάκιν (moustákin) n
Descendants
[edit]References
[edit]- Papadópoulos, Ánthimos (1961) “μουστάκιν”, in Ιστορικόν λεξικόν της ποντικής διαλέκτου [An historical dictionary of the Pontic dialect] (Παράρτημα περιοδικού «Αρχείον Πόντου»; 3), volume II, Athens: Myrtidis